Σάββατο, 27 Απριλίου 2024

Καββαδίας: Σπούδαζε τη θάλασσα ως τη στερνή πνοή

16 Ιανουαρίου 2012
Καββαδίας: Σπούδαζε τη θάλασσα ως τη στερνή πνοή

10 Φλεβάρη του 1975 άφησε τη στερνή του πνοή ο Καββαδίας. Χτυπημένος από εγκεφαλικό κι ενώ την επόμενη μέρα λογάριαζε να μπαρκάρει και πάλι.




Από το φυλλάδιο του Ασυρματιστή Νικόλαου Καββαδία
Τριάντα πέντε χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την οριστική αναχώρηση του ποιητή. Φέτος που έκλεισαν και τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του.
Διαβάζοντας σήμερα την ποιητική του συλλογή ΤΡΑΒΕΡΣΟ, πρόσεξα ποιήματα γραμμένα ακόμη κι εκείνες τις μέρες που έμελλε να είναι οι τελευταίες του. Ένα από αυτά τα ποιήματα φέρει ημερομηνία ίδια ακριβώς με τη σημερινή, 19 - 1 - 1975. Με τίτλο μάλιστα "ΣΠΟΥΔΗ ΘΑΛΑΣΣΗΣ"!
ΣΠΟΥΔΗ ΘΑΛΑΣΣΗΣ

Αγνάντευε απ' το κάσσαρο* τη θάλασσα ο Πυθέας
κι όλο βαριά κι αριστερά σκουντούφλαγε βαριά.
Κι απάνω στο άρμπουρο*, ο μουγγός, ο γιος της Δωροθέας,
είχε κιαλάρει* δυο γυμνές γυναίκες στη στεριά.

Τότε στην Πίντα κλέψαμε του Αζτέκου την κορνιόλα
Τραγίσιο δέρμα το κορμί και μέσαθε πουρί.
Φορτίο ποντίκια και σκορπιοί τσιφάρι*, στα πανιόλα*.
Στο Πάλος κουβαλήσαμε το αγιάτρευτο σπυρί.

Και προσκυνώντας του μεγάλου Χάνου τ' αποκείνα
καβάλα στις μικρόσωμες Κινέζες στις πιρόγες,
-μετάξι ανάριο τρίχωμα, τριανταφυλλένιες ρώγες-
φέραμε κείνον τον κλεμμένο μπούσουλα* απ' την Κίνα.

Δεμένα τα ποδάρια μας στου Πάπα τις γαλέρες
κουρσεύαμε του ωκεανού τα πόρτα ή τα μεσόγεια.
Σπέρναμε όπου περνούσαμε πανούκλα και χολέρα
μπερδεύοντας με το τρελό μας σπέρμα όλα τα σόγια.

Όπου γυναίκα, σε ναούς, καλύβα ή σε παλάτι,
σε κάσες με μπαχαρικά ή πίσω από βαρέλια,
μας καθαρίζαν τις παλιές πληγές από το αλάτι,
πότε ντυμένες στα χρυσά και πότε στα κουρέλια.

Απίκου* πάντα οι άγκυρες και οι κάβοι* πάντα ντούκια*.
Ορθοί πάντα κι αλύγιστοι στην ανεμοριπή,
μασώντας, σαν τα ζωντανά, μπανάνες και φουντούκια,
κατάβαθα πιστεύοντας: αμάρτημα η ντροπή.

Στα όρτσα* να προλάβουμε. Τραβέρσο* και προχώρα.
Να πάμε να ξοδέψουμε την τελευταία ριξιά
σε κείνη την απίθανη σ' όλο τον κόσμο χώρα
που τα κορίτσια τόχουνε στα δίπλα ή και λοξά.

~~~~~~~~~~~~~~~~

Κάποτε, σε χρόνους αλλοτινούς, αρπάχτηκα για τα καλά με το αδερφάκι μου, έναν τον έχω και τον καμαρώνω πολύ, και θέμα της διαφωνίας μας ήταν ποιος απ' τους δυο καταλαβαίνει καλύτερα τον Καββαδία...
Εγώ κουβάλαγα όλο το τουπέ της καπετάνισσας και του ανθρώπου που γνώρισε από πρώτο χέρι τον τόπο που έζησε ο ποιητής, τα καράβια και τις θάλασσες, ταυτίζοντάς τον αφελώς με το μυθικό τοπίο της ποιητικής του διαδρομής. Ο αδερφός μου είχε κιόλας περάσει τις Συμπληγάδες της τέχνης, με σπουδές στη σκηνοθεσία του κινηματογράφου τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Παρίσι και με εμπειρία αξιοζήλευτη στο πλευρό του μεγάλου Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Εκείνος λοιπόν ισχυριζόταν πως φτάνει να είσαι καλλιτέχνης για να εντρυφήσεις στο Καββαδία. Να νιώσεις τον παλμό του και να τρυγήσεις την αλήθεια του... Κι εγώ, καταλαβαίνετε, έπιανα την άλλη άκρη, την απαίτηση των κοινών βιωμάτων με όσα ενέπνευσαν τον ποιητή να δημιουργήσει.
Ο έρωτας βέβαια για τον ποιητή ήταν κοινός και για τους δυο μας. Και εξακολουθεί να είναι. Μάλιστα πριν λίγα μόλις χρόνια, την Πρωτοχρονιά του 2006, μας συνέβη το εξής περίεργο. Διαλέξαμε δώρο ο ένας για τον άλλο το ίδιο βιβλίο του Καββαδία, "Το ημερολόγιο ενός τιμονιέρη", που τότε μόλις είχε εκδοθεί με αθησαύριστα έργα του ποιητή. Ίσως επηρεασμένοι και από την παλιά μας κόντρα...
Θα προσέξατε τις λέξεις που τόνισα στο παραπάνω ποίημα, είναι οι παράξενες λέξεις του Καββαδία, λέξεις κυρίως θαλασσινές. Στο τέλος της γραφής μου θα βρείτε και αναφορά για το πού μπορείτε εύκολα να αναζητήσετε την ερμηνεία τους. Και είναι οι λέξεις αυτές που στήριζαν τη δική μου άποψη, αν και με τα χρόνια οφείλω να πω ότι οι απόψεις μου μετακινήθηκαν αρκετά προς τις απόψεις που εξέφραζε τότε ο αδερφός μου. (2)
Θέλω να πω ότι τώρα πια πιστεύω πως για να σπουδάσεις τόσο τη συγκεκριμένη Σπουδή του Καββαδία όσο και γενικότερα να μελετήσεις το έργο του, χρειάζονται και τα βιώματα και οι ευαίσθητες αντένες εκείνων που "σκαμπάζουν" από τέχνη και ποίηση. Μη το ένα ή μη το άλλο, δεν καταφέρνεις να πιάσεις όλο το βάθος του ποιητή Νίκου Καββαδία. Αν βέβαια υποτεθεί πως υπάρχει άνθρωπος που δύναται να φτάσει στο αβυσσαλέο βάθος της ποίησής του...
Παράδειγμα λαμπρό και το ποίημα που παραθέσαμε. Η Σπουδή της Θάλασσας...
Που άλλο δεν είναι παρά η πλέον δωρική ιστορία της ναυτιλίας.
Αρκεί βεβαίως να είμαστε σε θέση να αποκωδικοποιήσουμε τον ιδιότυπο μορσικό κώδικα του Καββαδία. Καθόλου εύκολο έργο. Διότι πέρα από το λεξιλόγιο που εμποδίζει τους στεριανούς, παραμονεύει η δεύτερη δικλείδα ασφαλείας, οι βαθύτατοι συμβολισμοί του ποιητή, ριζωμένοι στην ευρύτητα των θεωρητικών του γνώσεων και καρπός τόσο της παιδείας που έλαβε όσο και της συνεχούς του ενασχόλησης με την τέχνη και μάλιστα όχι μόνο την τέχνη της ποίησης...



Έτσι ο ποιητής Καββαδίας κλειδαμπαρώνεται στον ασύρματό του, μακριά από τους ομότεχνους και αφήνοντας απέξω και τους συναδέλφους του ναυτικούς. Και μόνος, ολομόναχος, εκπέμπει το δικό του ξεχωριστό τραγούδι. Ένα τραγούδι που ξεκίνησε με κοντά παντελονάκια στο δημοτικό και συνέχισε ως την ώρα που έκλεισε τα μάτια του.
Λίγες, ελάχιστες, οι περιπτώσεις ποιητών όπως ο Καββαδίας. Όσο σπάνιοι είναι και οι ποιητές που ταυτίστηκαν απόλυτα με το έργο τους.
Παρόλα αυτά θα επιχειρήσουμε να ανιχνεύσουμε τη σπουδή του. Και ο τρόπος είναι να ξεκινήσουμε από το τέλος. Από την ουτοπία της αναζήτησης μιας "απίθανης" χώρας και των απίθανων κοριτσιών... Είναι τα κορίτσια αυτά οι μούσες του ποιητή και ο μαγνήτης των ταξιδιών του στη θάλασσα και στους στίχους.
Και όχι μόνο δικές του μούσες. Η σπουδή του περιλαμβάνει πολλούς άλλους σταθμούς των μεγάλων θαλασσοπόρων. Μια προσεκτική ματιά και εύκολα θα διακρίνουμε τον Κολόμβο, το Μάρκο Πόλο και τους κινέζους ταξιδευτές της θάλασσας, τους σταυροφόρους ως και τον αρχαίο Πυθέα το Μασσαλιώτη.
Ναι, αυτός είναι ο Πυθέας. Το καράβι που πρωταγωνιστεί στη Βάρδια και που δεν υπάρχει ως όνομα μέσα στον κατάλογο των πλοίων που ταξίδεψε ο Νίκος Καββαδίας:



Ο Πυθέας είναι σύμβολο. Και αντιστοιχεί στον Πυθέα από τη Μασσαλία που έζησε τον 4ο π.Χ. αιώνα, κατάφερε όμως να κάνει ταξίδια ως τις θάλασσες της βόρειας Ευρώπης. Περιέγραψε μάλιστα τα ταξίδια του στα βιβλία του "Περί Ωκεανού" και "Γης περίοδος". Όπως αιώνες μετά θα επαναλάβει και ο Νίκος Καββαδίας.
Ο Πυθέας είναι ο ίδιος ο Καββαδίας. Αν κανείς διαβάσει τη Βάρδια αφήνοντας ανοιχτά τα μάτια της ψυχής του, θα το νιώσει... Εκεί, στη σελίδα 164, αποκαλυπτικά ο Καββαδίας θα θέσει το ερώτημα:
"Τα πάμε τα καράβια ή μας πάνε;"
Και θα απαντήσει απερίφραστα: "Μας πάνε"!
Αφού πρώτα μας δώσει την πιο ευαίσθητη περιγραφή που γράφτηκε ποτέ για τα καράβια. Και τα εξισώσει με ανθρώπους. Που άλλα είναι λέει αρσενικά και άλλα θηλυκά, που μισούν και σε διώχνουν ή που σε θέλουνε και σε κάνουν βίδα τους, καρφί και σκαρμό τους. Που έχουν το πιο ανθρώπινο κλάμα που άκουσε ποτέ κανείς και που έχουν ακόμη και μάτια!




Το Cyrenia. Το καράβι που ξεκίνησε να γράφεται η Βάρδια
Μ' αυτά τα μάτια βλέπει ο Καββαδίας τα καράβια. Κι αφήστε πια πώς βλέπει τις γυναίκες. Τυχαίο δεν είναι που και αυτή η περιγραφή, της ιδανικής γυναίκας, βρίσκεται στην ίδια ακριβώς σελίδα. Ναι, στη σελίδα 164. Μια γυναίκα νερένια και χωρίς ποδάρια, με μαλλιά φύκια και βαφτισμένη στο ψαρόλαδο, με χέρια πλοκάμια. Και να τη λένε Θαλασσινή! Πώς αλλιώς; Μα η γυναίκα αυτή δεν υπάρχει πουθενά, θα κραυγάσει ο ποιητής. Μονάχα στον ύπνο του! Και είναι μια γυναίκα που μιλάει τη γλώσσα των ψαριών!
Μιλάνε τα ψάρια;
Όσο μιλάει και ο μουγγός που μας υποδέχεται στην πρώτη στροφή του ποιήματος καθισμένος στο άρμπουρο και κιαλάροντας πέρα στη στεριά γυμνές γυναίκες. Εκ του μακρόθεν...
Ποιος είναι αυτός ο μουγγός; Ο γιος της Δωροθέας!!! Κι η Δωροθέα; Μα η μητέρα του ποιητή. Η Δωροθέα Αγγελάτου. Η Κεφαλλονίτισα Δωροθέα Αγγελάτου, γόνος εφοπλιστικής οικογένειας.
Μα υπήρξε μουγγός ο γιος της Δωροθέας Αγγελάτου;
Υπήρξε. Στο βαθμό που μίλαγε και άλλοι δεν τον άκουγαν. Ή θαρρούσαν πως κοράκιζε, κατά πως ομολογούσε ο κολλητός του, ο άλλος μεγάλος ποιητής, ο Γιώργος Σεφέρης.
Ίδιας ποιότητας και η "μουγγαμάρα" της Θαλασσινής του...
Μια μουγγαμάρα που διπλοκλείδωσε το μαρκόνη Καββαδία στην καμπίνα του ασυρμάτου. Και στην καμπίνα της ποίησης.
Μια καμπίνα που έχει εγκατασταθεί στο κάσσαρο του Πυθέα. Σκουντουφλώντας βαριά και αριστερά και αγναντεύοντας τη θάλασσα. Τι άλλο;
Και ματίζοντας τις παλιές πληγές, τις αλατισμένες πληγές, στα χέρια των γυναικών του. Τι είναι η γυναίκα για τον Καββαδία; Χίλιες φορές θα μας το πει και χίλιες δε θα ακούσουμε. Στους στίχους του, στη Βάρδια του, με τη ζωή του την ίδια...
Ένα βράδυ στη Μαρσίλια, στην πατρίδα του Πυθέα, θα το ανακαλύψει το μυστικό και ο ίδιος ο Καββαδίας: (Βάρδια, σελ. 175 )
"Γυναίκειο κορμί... Σου διώχνει το φόβο. Σε ησυχάζει, σε προστατεύει. Δίπλα του κι απάνω του, λησμονάς πως κάποτε θα ψυχομαχήσεις."
Να γιατί κι εκείνος δεκαετίες θα σταθεί αλύγιστος στην ανεμοριπή και με τις άγκυρες απίκου. Όχι απλώς κιαλάροντας γυμνές γυναίκες... Μα σπουδάζοντας τη γυναίκα, τη γυναίκα θάλασσα.
Δεν είναι ένα ακόμη ζωντανό, να μασάει μπανάνες και φουντούκια... Όχι!
Αυτός ορτσάρει και προχωρά τραβέρσο. Κατά πάνω στον καιρό... Ενάντια στους καιρούς και στους ανέμους που μαγάρισαν όλα τα σόγια με το τρελό το σπέρμα. Κλέβοντας Αζτέκους και μπούσουλες και κουβαλώντας αρρώστιες πίσω στο Πάλος.
Ο Καββαδίας όχι. Τίποτα από όλα αυτά. Εκείνος είναι απλά ένας Πυθέας. Ένας ταξιδευτής και ένας σπουδαστής. Ακόμη και τρεις βδομάδες πριν το τέλος. Στις 19 Γενάρη του 1975. Σαν σήμερα...



Πηγή: http://educandus.forumotion.com/t1672-topic

 

Βιβλίο

Ροή ειδήσεων

Share