Τρίτη, 07 Μαΐου 2024

Το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1957 που πέθανε ο Νίκος Καζαντζάκη και σημάδεψε την ιστορία!

Σαν σήμερα πριν 62 χρόνια!

26 Οκτωβρίου 2019 15:14
Το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1957 που πέθανε ο Νίκος Καζαντζάκη και σημάδεψε την ιστορία!

Σαν σήμερα πέθανε το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου το 1957 πέθανε ο Νίκος Καζαντζάκης!

Ήταν 10:20' το βράδυ όταν ο Νίκος Καζαντζάκης άφηνε την τελευταία του πνοή στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Freiburg της Γερμανίας. Η Ελένη ήταν στο πλάι του, έζησε την αγωνία και τη λύτρωση. Τα τελευταία λόγια του ήταν: «Διψώ! Διψώ». Τόσους ωκεανούς είχε αγναντέψει ο Οδυσσέας μα δεν είχε ξεδιψάσει. Απίστευτο: Γκρέμισαν το σπίτι του Νίκου Καζαντζάκη στο Ηράκλειο για να φτιάξουν πάρκινγκ!

Η Ελένη Καζαντζάκη περιγράφει στον "Ασυμβίβαστο", τις τελευταίες εκείνες δραματικές στιγμές της αναχώρησης:

—Διψώ!... Διψώ!... Διψώ!...
Μόνη στο προσκέφαλο του αγαπημένου μου, φώναζα όλους τους άγιους βοήθειά μου.

—Νίκος μου, Νίκος μου, του έλεγα, τριήμερος είναι, θα περάσει. Κουράγιο, αγάπη μου. Σήμερα το βράδυ ο πυρετός θα πέσει. Αύριο θα φέξει πάλι ο ήλιος, θαυμάσιος!

Τα έλεγα και τα πίστευα.

—Ναι... ναι..., έγνεφε ο Νίκος με το κεφάλι και μου ζητούσε νερό να ξεδιψάσει.

—Θυμηθείτε τον Μπέργκσον, την επιστράτεψη! Επιστρατέψετε τις δυνάμεις σας, σας ικετεύω!

—Ναι... ναι..., έγνεφε ο Νίκος και ζητούσε πάλι να πιει να ξεδιψάσει.

—Νίκος μου, Νίκος μου, φώναξα, με ακούς, αγάπη μου;

Έμεινε ακίνητος. Η «παιδική καρδιά» του χτυπούσε ακόμα. Η ανάσα του έγινε ακόμα πιο γρήγορη και πιο σύντομη.

Πήρα το αριστερό του χέρι, μεταξωτό, ποτέ ιδρωμένο, το απόθεσα στο κεφάλι μου:

—Δώσ' μου την ευχή σου, Καλέ μου. Κάνε ν' ακολουθήσω πάντα το δρόμο, που χάραξες.

Το χέρι έμεινε ώρα πολλή πάνω στο κεφάλι μου. Ζεστό, μεταξωτό, πάντα δροσερό, όπως το αγαπούσα. Έπειτα το απόθεσα απαλά πάνω στα σεντόνια.

Ο Νίκος Καζαντζάκης δεν υπήρχε πια. Θα 'θελα ν' ανοίξω πόρτες και παράθυρα και να φωνάξω:

—Φεγγάρι, άστρα, δέντρα, νύχτα μαύρη, εσείς που τόσο αγάπησε, ο Καζαντζάκης σας δεν υπάρχει πια!

Γύρισα δίπλα του, τον κοίταζα πολλή ώρα. Του έκλεισα τα μάτια. Τα μάτια που ' χαν το χρώμα της ελιάς δε θα 'βλεπαν ποτέ πια τον ήλιο. Η πηχτή νύχτα του θανάτου, έκλεινε τον κύκλο της, τα τριάντα τρία χρόνια φως.
Όρθιος, όπως έζησε, παράδωσε την ψυχή του, σαν το βασιλιά, που αφού γλέντησε στο μεγάλο τραπέζι, σηκώθηκε, άνοιξε την πόρτα, και, χωρίς να στραφεί πίσω, διάβηκε το κατώφλι.

"Με θαρρούν λόγιο, διανοούμενο, γραφιά. Και δεν είμαι τίποτε απ' αυτά. Τα δάχτυλά μου, όταν γράφω, δεν μελανώνουνται, αιματώνουνται. Θαρρώ δεν είμαι παρά τούτο: μια απροσκύνητη ψυχή".

Mε τα λόγια τούτα περιέγραψε στα 1950 τον εαυτό του Νίκος Καζαντζάκης. Μια απροσκύνητη ψυχή! Αυτό άλλωστε είναι το μήνυμα που έδωσε μέσα από όλα τα έργα του. Μια απροσκύνητη ψυχή που ακόμα και μόνη της στον κόσμο, στους αιώνες, σε όλες τις διαστάσεις, μπορεί να παλεύει, να μάχεται. Μόνη, για να αλλάξει τον κόσμο και να κάνει το χρέος της. Σαν τον Καπετάν Μιχάλη. Μόνος στα βουνά, να νιώθει το αίμα να τρέχει απ’ τις πληγές, αλλά να μην παραδίδεται. Και να μην παραδίδεται ξέροντας ότι έτσι μόνο ο θάνατος του μένει. Μια απροσκύνητη ψυχή που νικά και το θάνατο, γιατί δεν σκιάζεται, δε λογίζει το τέλος. Γιατί δεν υπάρχει τέλος, στη λογική του αγώνα, όπως μας διδάσκει ο Νίκος Καζαντζάκης.

Όπως δεν υπάρχει τέλος για τον Νίκο Καζαντζάκη, κι ας έφυγε μια μέρα σαν σήμερα, πριν από 62 χρόνια. Κείνη τη νύκτα της 26ης Οκτωβρίου 1957 στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας, που ο Νίκος Καζαντζάκης παράτησε την πένα, σταμάτησε να γράφει, έκανε ένα αιώνιο συμβόλαιο με τις σκέψεις και τις ψυχές των ανθρώπων. Κείνων των ανθρώπων που δεν λογιάζουν αν θα είναι νικητές ή νικημένοι, αλλά ξέρουν ότι έχουν χρέος να πολεμούν. Που ξέρουν ότι θα πρέπει να ανέβουν τον Γολγοθά για να έχουν την πιθανότητα να είναι νικητές. Κι αφού σπάσουν πολλά κεφάλια στα σίδερα, μέχρι να λυγίσουν.

40 σοφές φράσεις του μεγάλου Έλληνα Νίκου Καζαντζάκη!

Το 1899 επέστρεψε στη γενέτειρά του, όπου τέλειωσε το γυμνάσιο. Από το 1902-1906 σπουδάζει νομικά στην Αθήνα, και το 1907-1909 στο Παρίσι, όπου δέχτηκε επιδράσεις από τη διδασκαλία του Γάλλου φιλοσόφου Bergson.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα θα εργαστεί μεταφράζοντας φιλοσοφικά βιβλία. Η γνωριμία του με τον `Αγγελο Σικελιανό, στα 1914, υπήρξε άλλη μια σημαντική στιγμή της ζωής του.

Ο Καζαντζάκης ήταν ένας από τους πιο πολυταξιδεμένους Έλληνες πνευματικούς ανθρώπους, ενώ τα πολύ συχνά ταξίδια που πραγματοποιούσε στο εξωτερικό δεν του επέτρεψαν σχεδόν ποτέ να μείνει σταθερά στην Ελλάδα για πολύ καιρό.

Σημαντικά γεγονότα της ζωής του Καζαντζάκη ήταν η υποψηφιότητα του για την απονομή των Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1947 και το 1957 (τη χρονιά του θανάτου του), καθώς και το βραβείο Ειρήνης που του δόθηκε ένα χρόνο πριν το θάνατο του στη Βιέννη.

Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη χαράχθηκε, όπως το θέλησε ο ίδιος, η επιγραφή:

«Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος».

Ο Καζαντζάκης άφησε πίσω του πολλές αξιομνημόνευτες και σοφές φράσεις, που είπε κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ακολουθούν 40 από αυτές..

  1. «Είπα στη μυγδαλιά: «Αδερφή, μίλησέ μου για το Θεό». Κι η μυγδαλιά άνθισε».
    2. «Μια αστραπή η ζωή μας… μα προλαβαίνουμε».
    3. «Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά».
    4. «Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα».
    5. «Ν’ αγαπάς την ευθύνη
    να λες εγώ, εγώ μονάχος μου
    θα σώσω τον κόσμο.
    Αν χαθεί, εγώ θα φταίω».
    6. «Ε κακομοίρη άνθρωπε, μπορείς να μετακινήσεις βουνά, να κάμεις θάματα, κι εσύ να βουλιάζεις στην κοπριά, στην τεμπελιά και στην απιστία! Θεό έχεις μέσα σου, Θεό κουβαλάς και δεν το ξέρεις – το μαθαίνεις μονάχα την ώρα που πεθαίνεις, μα ‘ναι πολύ αργά».
    7. «Αν μια γυναίκα κοιμηθεί μόνη, ντροπιάζει όλους τους άντρες».
    8. «Ο σωστός δρόμος είναι ο ανήφορος».
    9. «Δεν υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες, κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει».
    10. «Η πέτρα, το σίδερο, το ατσάλι δεν αντέχουν. Ο άνθρωπος αντέχει».
    11. «Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή».
    12. «Αγάπα τον άνθρωπο γιατί είσαι εσύ…»
    13. «Υπάρχει στον κόσμο τούτον ένας μυστικός νόμος – αν δεν υπήρχε, ο κόσμος θα ‘ταν από χιλιάδες χρόνια χαμένος – σκληρός κι απαραβίαστος: το κακό πάντα στην αρχή θριαμβεύει και πάντα στο τέλος νικάται».
    14. «Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει».
    15. «Ολάνθιστος γκρεμός της γυναικός το σώμα».
    16. «Σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ’ όλους τους σωτήρες· αυτή ‘ναι η ανώτατη λευτεριά, η πιο αψηλή, όπου με δυσκολία αναπνέει ο άνθρωπος. Αντέχεις;»
    17. «Τα τετραθέμελα του κόσμου τούτου: ψωμί, κρασί, φωτιά, γυναίκα».
    18. «H καρδιά του ανθρώπου είναι ένα κουβάρι κάμπιες – φύσηξε, Χριστέ μου, να γίνουν πεταλούδες!»
    19. «Η Ελλάδα επιζεί ακόμα, επιζεί νομίζω μέσα από διαδοχικά θαύματα».
    20. «Το ψέμα είναι ανανδρία».
    21. «Πού να βρω μια ψυχή σαρανταπληγιασμένη κι απροσκύνητη, σαν την ψυχή μου, να της ξομολογηθώ;»
    22. «Tι θα πει λεύτερος; Αυτός που δεν φοβάται το θάνατο».
    23. «Αφεντικό σε συμπαθώ πάρα πολύ. Έχεις τα πάντα εκτός από λίγη τρέλα και όλοι οι άνθρωποι χρειάζονται λίγη τρέλα… Αλλιώς δεν μπορεί να σπάσει το σκοινί και να ελευθερωθεί».
    24. «Νιώθω σαν να χτυπάμε τα κεφάλια μας στα σίδερα.
    Πολλά κεφάλια θα σπάσουν.
    Μα κάποια στιγμή, θα σπάσουν και τα σίδερα».
    25. «Η Κρήτη δεν θέλει νοικοκυραίους, θέλει κουζουλούς. Αυτοί οι κουζουλοί την κάνουν αθάνατη».
    26. «Μαζεύω τα σύνεργά μου: όραση, ακοή, γέψη, όσφρηση, αφή, μυαλό, βράδιασε πια, τελεύει το μεροκάματο, γυρίζω σαν τον τυφλοπόντικα σπίτι μου, στο χώμα. Όχι γιατί κουράστηκα να δουλεύω, δεν κουράστηκα, μα ο ήλιος βασίλεψε».
    27. «Μην καταδέχεσαι να ρωτάς: «Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε;» Πολέμα!»
    28. «Ένιωθα βαθιά πως το ανώτατο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος δεν είναι η Γνώση μήτε η Αρετή, μήτε η Καλοσύνη μήτε η Νίκη· μα κάτι άλλο πιο αψηλό, πιο ηρωικό κι απελπισμένο: Το Δέος, ο ιερός τρόμος».
    29. «Αν μπορείς κοίταξε τον φόβο κατάματα και ο φόβος θα φοβηθεί και θα φύγει».
    30. «Δεν τον φοβάμαι το Θεό, αυτός καταλαβαίνει και συχωρνάει. Τους ανθρώπους φοβάμαι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν και δε συχωρνούν».
    31. «Όσο υπάρχουν παιδιά που πεινούν, Θεός δεν υπάρχει»!
    32. «Το βουνό ανήκει στο μοναστήρι. Το μοναστήρι ανήκει στο Θεό. Και ο Θεός ανήκει σε όλους».
    33. «Ποτέ οι Έλληνες δε δούλεψαν την τέχνη για την τέχνη· πάντα η ομορφιά είχε σκοπό να υπηρετήσει τη ζωή. Και τα σώματα τα ήθελαν οι αρχαίοι όμορφα και δυνατά, για να μπορούν να δεχτούν ισορροπημένο και γερό νου. Κι ακόμα, για να μπορούν –σκοπός ανώτατος– να υπερασπίσουν το άστυ».
    34. «Η φυγή δεν είναι νίκη, τ’ όνειρο είναι τεμπελιά, και μόνο το έργο μπορεί να χορτάσει την ψυχή και να σώσει τον κόσμο».
    35. «Εγώ κοιτάζω κάθε στιγμή το θάνατο· τον κοιτάζω και δε φοβούμαι· όμως και ποτέ, ποτέ δε λέω: Μου αρέσει.
    Όχι, δε μου αρέσει καθόλου! Δεν υπογράφω!»
    36. «Η ευτυχία είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο -ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο».
    37. «Κάθε Έλληνας που δεν παίρνει, ας είναι και μια φορά στη ζωή του, μια γενναία απόφαση, προδίνει τη ράτσα του».
    38. «Η αιωνιότητα είναι ποιότητα, δεν είναι ποσότητα, αυτό είναι το μεγάλο, πολύ απλό μυστικό».
    39. «Η ευτυχία απάνω στη γης είναι κομμένη στο μπόι του ανθρώπου. Δεν είναι σπάνιο πουλί να το κυνηγούμε πότε στον ουρανό, πότε στο μυαλό μας. Η ευτυχία είναι ένα κατοικίδιο πουλί στην αυλή μας».
    40. «Σα δεν φτάσει ο άνθρωπος στην άκρη του γκρεμού, δεν βγάζει στην πλάτη του φτερούγες να πετάξει».
 

Retromania

Ροή ειδήσεων

Share