«Σκότωσα τον διάβολο»: Το πιο φρικτό έγκλημα κανιβαλισμού στους Αμπελόκηπους

Το χρονικό μιας οικογενειακής κατάρρευσης που σοκάρει
Ένα από τα πιο φρικιαστικά εγκλήματα που συγκλόνισαν τη χώρα εκτυλίχθηκε ήσυχα, σχεδόν αθόρυβα, μέσα σε ένα φαινομενικά αδιάφορο διαμέρισμα στην καρδιά των Αμπελοκήπων. Ένα διαμέρισμα που για χρόνια έκρυβε μια απομόνωση, μια καταπίεση και τελικά μια έκρηξη βίας πέρα από κάθε λογική.
Το χρονικό του εγκλήματος
Ήταν ξημερώματα 8 Οκτωβρίου 2001 όταν η αστυνομία δέχτηκε κλήση και έσπευσε στην οδό Βολανάκη. Η πόρτα του διαμερίσματος δεν άνοιγε. Με τη βοήθεια κλειδαρά, οι αστυνομικοί μπήκαν και αντίκρισαν ένα αποτρόπαιο σκηνικό: αίμα παντού, ένα σώμα διαμελισμένο και στη γωνία, ένας άντρας –ο 31χρονος Β. Π.–, βουτηγμένος στο αίμα, να επαναλαμβάνει παγωμένα: «σκότωσα τον διάβολο».
Το θύμα ήταν ο πατέρας του. Η ιατροδικαστική εξέταση αποκάλυψε ότι δεν επρόκειτο για απλή ανθρωποκτονία, αλλά για κανιβαλισμό: είχαν αφαιρεθεί μέλη του σώματος, μεταξύ αυτών τα μάτια, τα γεννητικά όργανα και τμήματα των εντέρων, τα οποία δε βρέθηκαν ποτέ. Τα τραύματα έδειχναν ότι, πέρα από μαχαίρι, ο δράστης είχε χρησιμοποιήσει και τα δόντια του.
Ο Β. Π., όπως αποδείχθηκε, είχε ιστορικό ψυχιατρικής παρακολούθησης και λάμβανε φαρμακευτική αγωγή. Μετά τη σύλληψή του, μεταφέρθηκε στην ψυχιατρική πτέρυγα των φυλακών Κορυδαλλού, αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για ανθρωποκτονία, οπλοφορία και βεβήλωση νεκρού.
Το διαμέρισμα, στο οποίο ζούσαν πατέρας και γιος απομονωμένοι για χρόνια, δεν είχε προκαλέσει ποτέ την παραμικρή υποψία. Δεν υπήρχαν φωνές, καβγάδες ή επισκέπτες. Οι περισσότεροι γείτονες δεν γνώριζαν ούτε τα ονόματά τους.
Η θυρωρός της πολυκατοικίας υπήρξε το μοναδικό άτομο που ήρθε σε επαφή με την οικογένεια πριν το έγκλημα. Όπως κατέθεσε, την προηγούμενη ημέρα της δολοφονίας, ο Β. την είχε επισκεφθεί εμφανώς ταραγμένος, ζητώντας βοήθεια και ψελλίζοντας φράσεις όπως «θέλω ζωή». Εκείνη προσπάθησε να παρέμβει, προτείνοντας στον πατέρα του να αναζητήσουν ιατρική βοήθεια, αλλά συνάντησε άρνηση και παθητικότητα. Το ίδιο βράδυ, ο Β. Π. έχασε πλήρως τον έλεγχο.
Η σκιά της κακοποίησης
Καθώς η υπόθεση ερευνούταν, άρχισαν να κυκλοφορούν πληροφορίες για τη ζωή του νεαρού δράστη. Μαρτυρίες από γείτονες αλλά και συγγενικά πρόσωπα μιλούσαν για έναν πατέρα αυταρχικό και καταπιεστικό. Ο Β., μετά τον θάνατο της μητέρας του, είχε αποσυρθεί πλήρως από την κοινωνική ζωή. Είχε εγκαταλείψει τις σπουδές του και σπάνια έβγαινε από το σπίτι.
Αναφορές που δεν επιβεβαιώθηκαν επίσημα, αλλά επανήλθαν στη δημόσια συζήτηση κατά τη διάρκεια της δίκης, υποστήριζαν ότι ο πατέρας του τον είχε κακοποιήσει σωματικά και σεξουαλικά, ότι τον απομόνωνε και του στερούσε την ελευθερία του. Το ερώτημα που βασάνισε την κοινή γνώμη δεν ήταν μόνο «πώς συνέβη», αλλά και «πώς δεν το είδε κανείς τόσο καιρό».
Ο δικηγόρος του κατηγορούμενου, Γιάννης Μαντζουράνης, τον περιέγραψε ενώπιον του δικαστηρίου ως «ένα τραγικό πρόσωπο». Ίσως αυτή η φράση να συνοψίζει καλύτερα από κάθε άλλη την υπόθεση: μια υπόθεση όχι μόνο εγκληματική αλλά βαθιά ανθρώπινη και κοινωνική, όπου οι ρωγμές της ψυχής δεν αντιμετωπίστηκαν ποτέ, ώσπου έσπασαν βίαια και ανεπανόρθωτα.