ΑΡΧΙΚΗ LIFE RETROMANIA

Όταν έπεσε η Σφακτηρία έναν αιώνα πριν: Η μάχη 1.500 σπουδαίων, η επέλαση του Ιμπραήμ και ο θάνατος των Αναγνωσταρά-Σανταρόζα

Η πτώση της Σφακτηρίας έγινε πριν από ακριβώς έναν αιώνα

Μια από τις πιο ηρωικές στιγμές της Επανάστασης παρά την ήττα

Στις 26 Απριλίου 1825, ο Ιμπραήμ με αποβατική επιχείρηση κατέλαβε τη βραχονησίδα Σφακτηρία, στην είσοδο του όρμου του Ναυαρίνου, προκαλώντας σοβαρές απώλειες στους Έλληνες υπερασπιστές της. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε ένα σημαντικό επεισόδιο της Επανάστασης του 1821, αφυπνίζοντας τους επαναστατημένους Έλληνες, οι οποίοι εκείνη την περίοδο ήταν απορροφημένοι από εσωτερικές διενέξεις.

Μετά τη νίκη του στο Κρεμμύδι στις 7 Απριλίου 1825, ο Ιμπραήμ Πασάς στράφηκε προς τη Σφακτηρία, τη μικρή βραχώδη νησίδα που υψώνεται μπροστά από τον όρμο του Ναυαρίνου, μόλις 150 μέτρα από την Πύλο. Η κατάληψή της ήταν στρατηγικής σημασίας, καθώς θα διευκόλυνε τις επόμενες επιχειρήσεις του εναντίον του Παλαιοκάστρου και του Νεόκαστρου, δύο ισχυρών φρουρίων που προστάτευαν την περιοχή της Πύλου.

Οι Έλληνες είχαν οχυρώσει τη Σφακτηρία με 1.000 άνδρες και οκτώ κανόνια, ενώ την άμυνα υποστήριζαν τρία σπετσιώτικα πλοία και ο «Άρης» του Υδραίου Αναστασίου Τσαμαδού. Την οργάνωση της άμυνας είχε αναλάβει προσωπικά ο Υπουργός Πολέμου Χρήστος Παπαγεωργίου (γνωστός ως Αναγνωσταράς). Παρόντες στη Σφακτηρία ήταν, επίσης, ο κυβερνητικός απεσταλμένος Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και οι φιλέλληνες Σανταρόζα και Γκρασέ.

Η επίθεση των Αιγυπτίων ξεκίνησε το μεσημέρι της 26ης Απριλίου, με σφοδρό κανονιοβολισμό που ακολούθησε αποβατική επιχείρηση. Περίπου 3.000 πεζοναύτες, υπό την ηγεσία Γάλλων αξιωματικών, επιτέθηκαν σε κύματα. Παρά τις προσπάθειες των Ελλήνων να αντισταθούν, η υπεροχή του εχθρού ήταν σαρωτική. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ο Ιμπραήμ κατέλαβε τη Σφακτηρία.

Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν βαριές: 350 νεκροί, ανάμεσά τους ο Αναγνωσταράς, ο Αναστάσιος Τσαμαδός και ο Ιταλός φιλέλληνας κόμης Σανταρόζα. Επιπλέον, 200 Έλληνες αιχμαλωτίστηκαν, ενώ οι υπόλοιποι διέφυγαν κολυμπώντας στην απέναντι ακτή. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος σώθηκε την τελευταία στιγμή επιβαίνοντας στον «Άρη», ο οποίος, παρότι βαριά χτυπημένος, κατάφερε να ξεφύγει από τα εχθρικά πλοία.

Η είδηση της πτώσης της Σφακτηρίας συγκλόνισε την επαναστατική κυβέρνηση στο Ναύπλιο. Όπως περιγράφει ο αγωνιστής Νικόλαος Κασομούλης στα απομνημονεύματά του: «Κανενός πρόσωπον δεν έβλεπες να γελά, όλοι σκυθρωποί και οι πέτρες και αυτές ελυπούντο. Χίλιες υποψίες απαρνούσαν εις καθενός τον νουν και το μέλλον όλοι το έβλεπον ως κινδυνώδες».

Οι συνέπειες της καταστροφής δεν άργησαν να φανούν. Στις 30 Απριλίου παραδόθηκε η φρουρά του Παλαιοκάστρου, και στις 11 Μαΐου 1825 ακολούθησε η παράδοση του Νεόκαστρου. Το λιμάνι της Πύλου μετατράπηκε σε βασικό σταθμό ανεφοδιασμού των αιγυπτιακών δυνάμεων του Ιμπραήμ, ενώ το μέλλον της Ελληνικής Επανάστασης φαινόταν πλέον ζοφερό.

Ο μεγάλος φιλέλληνας Σανταρόζα

Ο Σαντόρε Ανίμπαλε ντε Ρόσι ντι Πομερόλο, κόμης της Σάντα Ρόζα (Santorre Annibale De Rossi di Pomerolo, Count of Santa Rosa), υπήρξε Ιταλός πολιτικός και επαναστάτης, ένας από τους σημαντικότερους φιλέλληνες της εποχής του, όπως ήταν και ο Λόρδος Βύρων.

Γεννήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 1783 στο Σαβιλιάνο του Πεδεμοντίου, τότε μέρος του Βασιλείου της Σαρδηνίας. Παρόλο που η οικογένειά του κατείχε τίτλους ευγενείας, δεν διέθετε μεγάλη περιουσία. Ο πατέρας του, αξιωματικός του στρατού, σκοτώθηκε στη Μάχη του Μοντοβί στις 21 Απριλίου, πολεμώντας ενάντια στους Γάλλους του Ναπολέοντα.

Ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα του, ο Σανταρόζα ξεκίνησε από νωρίς στρατιωτική καριέρα και συμμετείχε σε πολλές μάχες κατά του Ναπολέοντα. Το 1808 διορίστηκε δήμαρχος της γενέτειράς του και το 1812 ανέλαβε καθήκοντα βοηθού επάρχου στη Λα Σπέτσια, όταν το Βασίλειο της Σαρδηνίας είχε προσαρτηθεί στη Γαλλία. Μετά την αποχώρηση των Γάλλων το 1814 και την αποκατάσταση της βασιλικής εξουσίας, συνέχισε τη θητεία του, ωστόσο οι συντηρητικές πολιτικές του βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ Α’ προκάλεσαν την αντίδραση φιλελεύθερων κύκλων, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου.

Ο Σανταρόζα ίδρυσε τη μυστική επαναστατική εταιρεία Concordia (Ομόνοια), με σκοπό την προώθηση φιλελεύθερων ιδεών και την ιταλική ενοποίηση. Το 1821 έγινε ηγετική μορφή της επανάστασης του Πεδεμοντίου, η οποία ανέτρεψε τον βασιλιά. Διορίστηκε υπουργός Στρατιωτικών στη σύντομη επαναστατική κυβέρνηση, αλλά όταν η εξέγερση καταπνίγηκε, συνελήφθη. Κατάφερε να δραπετεύσει και, μέσω Ελβετίας και Γαλλίας, κατέφυγε στο Λονδίνο.

Στο Λονδίνο, ο Σανταρόζα συνδέθηκε με φιλελληνικούς κύκλους και αποφάσισε να στηρίξει τον αγώνα της Ελλάδας για ανεξαρτησία. Όπως δήλωνε στον συμπολεμιστή του Τζιαντσίντο ντι Κολένιο, μετέπειτα ηγετική μορφή της Ιταλικής Ενοποίησης: «Αισθάνομαι αγάπη για την Ελλάδα. Είναι η πατρίδα του Σωκράτη. Ο ελληνικός λαός είναι γενναίος και καλός. Οι αιώνες σκλαβιάς δεν του έχουν καταστρέψει τον καλό χαρακτήρα. Πιστεύω ότι η Ελλάδα είναι αδελφό έθνος».

Στις 10 Δεκεμβρίου 1824 έφτασε στο Ναύπλιο. Μόλις τον Μάρτιο του 1825 έλαβε επίσημη απάντηση από τις ελληνικές αρχές και κατατάχθηκε ως εθελοντής στις επαναστατικές δυνάμεις, χρησιμοποιώντας το όνομα Ντερόσι. Στις 24 Απριλίου 1825 βρέθηκε στο πολιορκημένο από τις δυνάμεις του Ιμπραήμ κάστρο της Πύλου (Νεόκαστρο), συνοδεύοντας το στρατιωτικό σώμα του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου.

Με πρόταση του Αναγνωσταρά, τοποθετήθηκε στη Σφακτηρία για την ενίσχυση της φρουράς του νησιού. Στις 26 Απριλίου 1825, κατά τη μάχη ενάντια στις αιγυπτιακές δυνάμεις του Ιμπραήμ, ο Σανταρόζα έπεσε ηρωικά μαχόμενος, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στην ιστορία του φιλελληνισμού.