Σάββατο, 04 Μαΐου 2024

Ζωή Λάσκαρη: Οι μεγάλοι έρωτες της ζωής της - Η «θύελλα» του Τόλη Βοσκόπουλου

Μια ζωή... πραγματικής σταρ

6 Δεκεμβρίου 2022 11:57
Ζωή Λάσκαρη: Οι μεγάλοι έρωτες της ζωής της - Η «θύελλα» του Τόλη Βοσκόπουλου
Από ATHENSMAGAZINE TEAM

Η Ζωή Λάσκαρη αποτέλεσε μια ξεχωριστή περίπτωση γυναίκας, που πέρασε από την ελληνική showbiz, με την ίδια να είναι μια πραγματική σταρ, τόσο στη δουλειά της ως ηθοποιού όσο και στην προσωπική της ζωή.

Το «όλα ή τίποτα» θα μπορούσε, άλλωστε, να είναι το μότο που θα περιέγραφε σε δυο λέξεις τη ζωή της ή απλώς το εμβληματικό σύνθημα που έφερε τη Ζωίτσα στην πρώτη γραμμή της διασημότητας με το καλημέρα, με άγνωστες φωτογραφίες να έρχονται στο φως.

Γεννημένη στη Θεσσαλονίκη πριν από 73 χρόνια, μεσουράνησε στο ελληνικό κινηματογραφικό στερέωμα και το θέατρο και υπήρξε ένα από τα διαχρονικότερα sex symbols. Το εισιτήριό της για τον κόσμο του θεάματος υπήρξε η νίκη της στα καλλιστεία του 1959, όπου αναδείχθηκε Σταρ Ελλάς.

Η «Βασίλισσα» της σκηνής και της ομορφιάς - Τα πρώτα βήματα και η «παραμυθένια» πορεία

Από τότε που ο Φίνος την ξεχώρισε ανάμεσα σε τόσα όμορφα κορίτσια αντιλαμβανόμενος με ένα μόλις βλέμμα ότι η δεσποινίς Κουρούκλη είναι ένα πλάσμα ξεχωριστό. Ηταν επίσης αυτό το απόλυτο «όλα ή τίποτα» που την έκανε να μη συμβιβάζεται ούτε με τα εμπόδια, ούτε με τους κινδύνους, αφού αγάπησε μέχρι πάθους τους άνδρες και όλα της τα ελαττώματα δίνοντας πάντα προτεραιότητα στην αγάπη και την ελευθερία.

Οταν όλοι κατηγορούσαν τις τολμηρές εμφανίσεις της, εκείνη φρόντιζε να γίνει παραπάνω προκλητική και όχι να κρυφτεί κάτω από τον μανδύα της σεμνότητας, ενώ όταν όλοι ψιθύριζαν για τα προβλήματα που είχε η κόρη της με τα ναρκωτικά εκείνη βγήκε στην τηλεόραση για να τα αποκαλύψει. Ολα στη ζωή της Λάσκαρη γίνονταν όχι με τον εμφατικό κρότο ενός σκανδάλου, αλλά με αυτή την εσωτερική ανάγκη που την έκανε να είναι είναι αυτή που θα επιβληθεί στον κοινωνικό περίγυρο και όχι το αντίστροφο: θαρραλέα και ντόμπρα μέχρι κεραίας.

Αυτά ήταν άλλωστε τα δυνατά της όπλα στον δύσκολο αγώνα της επιβίωσης, όταν αυτό το ανυπότακτο πλάσμα με τη χροιά του αιλουροειδούς και το βήμα του ελαφιού αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τη ζούγκλα της δύσκολης νεοελληνικής πραγματικότητας - και αργότερα της ανταγωνιστικής σόουμπιζ.

Ορφανή από πατέρα τον οποίο, όπως έλεγε, τον σκότωσαν όταν ήταν βρέφος οι αντάρτες και από μητέρα που την έχασε σε ηλικία επτά ετών, έμαθε να κάνει εκείνη τις επιλογές της ζωής της. Μεγάλωσε στην αρκετά πιο φιλελεύθερη και κοσμοπολίτικη Θεσσαλονίκη την οποία όργωνε με το μικρό της ποδηλατάκι, ένα δυναμικό τότε αγοροκόριτσο που έκανε αποκλειστικά παρέα με αγόρια, «γιατί μόνο με αυτά είχα πράγματα να πω».

Περιορισμένη ασφυκτικά στο περιβάλλον των καλογραιών ως εσωτερική, έψαχνε να βρει τον δρόμο σαν εκείνες τις ηρωίδες του Μπαλζάκ, που θα την οδηγούσε στη μεγάλη πόλη. Από τότε ονειρευόταν μεγάλους ρόλους, φανταχτερά φορέματα και μια ζωή φωταγωγημένη που καμία σχέση δεν θα είχε με τα σκοτάδια της παιδικής της ηλικίας. Η λάμψη θα έρθει σύντομα όταν πολύχρωμα πετράδια θα στολίσουν την κορόνα της Σταρ Ελλάς, που θα κερδίσει το 1959. Ετσι, η Ζωή Κουρούκλη θα προσγειωθεί από τη χτυπημένη από τη φτώχεια Ελλάδα, μόλις 16 ετών, στην Αμερική.

Ο λόγος ήταν ο διεθνής διαγωνισμός ομορφιάς, επειδή όμως δεν είχε κηδεμόνα να τη συνοδεύσει φρόντισε να εξαφανιστεί. Και καθώς μάθαινε γρήγορα τις ξένες γλώσσες, μετά τα γαλλικά τα οποία μιλούσε εξαιρετικά, πολύ σύντομα βρέθηκε να μιλάει και αγγλικά, που τη βοήθησαν να κλείσει την πρώτη της δουλειά και μάλιστα στο Λος Αντζελες!

Επρόκειτο για ένα τηλεοπτικό διαφημιστικό σποτ για μια μάρκα τσιγάρων τα οποία κάπνιζε πάντα αρειμανίως μέχρι τέλους. Ο κόσμος της διαφήμισης της φάνηκε ιδιαίτερα γοητευτικός τότε και έσπευσε να παρακολουθήσει ειδικά μαθήματα φτάνοντας μάλιστα στα πρόθυρα να κλείσει ένα καλό συμβόλαιο με την 20th Century Fox. Παράλληλα δούλεψε και ως μοντέλο και έμαθε τις τεχνικές της προώθησης του εαυτού στη δύσκολη βιομηχανία του θεάματος. Η καρδιά της όμως χτυπούσε στην Ελλάδα.

Οταν χρόνια αργότερα θα ξαναβρεθεί στην Αμερική, θα μιλήσει στον τότε σύντροφό της Τόλη Βοσκόπουλο με τα καλύτερα λόγια για τις πρώτες της μέρες στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ. Αυτός ήταν άλλωστε ο τελευταίος που είχε αναγκαστεί να κάνει ένα τεράστιο ταξίδι με το πλοίο για να τη βρει, καθώς δεν άντεχε τα αεροπλάνα, αποδεικνύοντας τον μεγάλο έρωτά του.

Αργότερα ο Τόλης θα αναγκαστεί να ναυλώσει ολόκληρο αεροπλάνο για να λύσει μια μεταξύ τους παρεξήγηση, πετώντας αυθημερόν στην Αθήνα από τη Θεσσαλονίκη, όπου εμφανιζόταν ο ίδιος τότε σε νυχτερινό κέντρο, και ξανά πίσω. Ετσι ήταν πάντα η Ζωή: της άρεσε για χάρη της να κάνουν τρέλες οι άνδρες και να της αποδεικνύουν την αγάπη τους με κάθε τρόπο.

Ακόμα και ο πιο σοβαρός, o Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ήταν έτοιμος να κάνει τα πάντα για τη γυναίκα του ετοιμάζοντάς της διάφορες εκπλήξεις. Πέρα από πετυχημένος δικηγόρος ήταν κυρίως και πρώτα από όλα ο Λυκουρέζος της Ζωής, αφού, όπως γράφει και η τελευταία σελίδα του βιβλίου «Δικηγορικό γραφείο Λυκουρέζου»: «Ο Λυκουρέζος της Ζωής ύστερα από τριάντα τέσσερα χρόνια γάμου, όταν βλέπει στο κινητό του τον αριθμό του δικού της, το πρόσωπό του φωτίζεται και το σώμα του πετάγεται από την καρέκλα ασυναίσθητα, χωρίς να το καταλαβαίνει ο ίδιος, διακόπτοντας χωρίς δεύτερη σκέψη οτιδήποτε άλλο κάνει, για να της φωνάξει “Αγάπη μου! Λατρεία μου! Ψυχή μου!” και να της μιλήσει με τον τρόπο με τον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έμαθαν ποτέ να μιλούν στον έρωτά τους».

Η Ζωή Λάσκαρη τον είχε επισκεφτεί για μια δική της υπόθεση στο γραφείο του το 1976 και αυτό ήταν. Παντρεύτηκαν στο Μετόχι του Πανάγιου Τάφου, μακριά από τα φλας των περίεργων και κυρίως των δημοσιογράφων που έδειχναν να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για το ξαφνικό τότε ειδύλλιο. Στον γάμο παρόντες ήταν μόνο η μητέρα, ο αδελφός και ο κουμπάρος Λευτέρης Παπαδόπουλος, καθώς και η κόρη της Μάρθα.

Μέσα σε τρεις μήνες από τη γνωριμία τους, οι δυο τους βρέθηκαν παντρεμένοι, δεμένοι με μεγάλη αγάπη, γνωρίζοντας ευτυχείς στιγμές αλλά και αντιξοότητες, τριβές και δυσκολίες, που άντεξαν μέχρι τον θάνατο. Οπως είχε δηλώσει ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος σε παλαιότερη συνέντευξη που είχε παραχωρήσει μαζί με τη Ζωή Λάσκαρη: «Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος ήταν ο πρώτος άνθρωπος που πληροφορήθηκε τη βραδινή μας έξοδο, κοινός φίλος και στη συνέχεια κουμπάρος μας. Μετά το δείπνο στην παραδοσιακή ταβέρνα του Ζαφείρη στην Πλάκα, δεν πέρασε πολύ καιρός και της ζήτησα να γίνει γυναίκα μου». Αλλά και εκείνη πάντα αναγνώριζε στον άνδρα της τη μεγάλη αγάπη και την αντοχή ενός πολύχρονου κοινού βίου: «Η αγάπη είναι το μυστικό.

Η συντροφικότητα. Το νοιάξιμο. Αυτό ήθελα πάντα. Και να συνειδητοποιούν πως είμαι η Ζωή, είτε στο σπίτι μου, είτε στο πλατό, είτε στις δημόσιες εμφανίσεις μου», έλεγε η ίδια για τον άνδρα της. «Δεν μπορώ να είμαι πολλές Ζωές μαζί. Δεν είναι του χαρακτήρα μου. Πριν από τον Αλέξανδρο, οι περισσότεροι άνδρες με αντιμετώπιζαν σαν τη Ρίτα Χέιγουορθ: κοιμόντουσαν με τη Λάσκαρη και ξυπνούσαν με τη Ζωή. Εχω ερωτευτεί μέχρι θανάτου. Εχω πέσει στα πατώματα, έχω φάει κλοτσιές, έχω φάει κέρατο. Γιατί ερωτεύονταν τη Λάσκαρη και όχι τη Ζωή. Ξυπνούσαν και έλεγαν “τι σταρ είναι αυτή να μαγειρεύει, να πλένει και να φροντίζει το σπίτι;”. Γιατί ήθελαν να με βλέπουν όπως με είχαν στο μυαλό τους. Ενώ εγώ ήθελα να με βλέπουν όπως είμαι».

Και ήταν όντως ένας έρωτας μεγάλος, αλλά κυρίως ένας έρωτας που δεν της στέρησε ποτέ την προσωπική της ελευθερία. Η ίδια στις στενές της παρέες έλεγε ότι ήταν πάντα «κλασική Τοξοτίνα», γεννημένη στις 12 Δεκέμβρη, λάτρης των αστρολογικών εξηγήσεων και στενή φίλη με τον Κώστα Λεφάκη.

Οι μεταφυσικές εξηγήσεις δεν έλειπαν από τις ατελείωτες ιστορίες που της άρεσε να αφηγείται -ήταν πάντοτε μοναδική, όπως λένε οι Αμερικανοί story tellers-, όπως και η βαθιά της πίστη στον Θεό. «Εγώ δεν χρειάζομαι ψυχαναλυτή, αφού έχω από μικρή πνευματικό», συνήθιζε να λέει έτοιμη να αρπαχτεί μόνο για οτιδήποτε αφορούσε τα θέματα της πίστης της. Χριστιανή που θεωρούσε, ωστόσο, ότι η θρησκεία μάλλον είναι εσωτερικό ζήτημα και καμία σχέση δεν έχει με την ηθικολογία ή τη σοβαροφάνεια την οποία μίσησε από μικρή.

Δεν πτοήθηκε ούτε όταν όλοι επικαλούνταν τους νόμους των ασέμνων για να απαγορέψουν σκηνές από ταινίες της ή να καλύψουν τις αποκαλυπτικές για τη δεκαετία του ’60 αφίσες.

Η εικόνα που διαμόρφωσε μέσα από τις ταινίες της ήταν αυτή μιας δυναμικής και μοιραίας γυναίκας, ενώ αποτελούσε το κρυφό απωθημένο των ανδρών.

Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό με την κυκλοφορία της αφίσας από την ταινία «Εγωισμός» το 1964, όπου πρωταγωνιστούσε με τον ήδη διάσημο στο εξωτερικό Σπύρο Φωκά, με τους δυο τους να βρίσκονται σε θερμή περίπτυξη στο κρεβάτι. Η Αστυνομία έσπευσε να σκεπάσει τα γυμνά σώματα της αφίσας ξεσηκώνοντας, ωστόσο, τους θεατές που μίλησαν για ξεκάθαρη λογοκρισία.

Εννοείται πως η πάντοτε θαρραλέα Λάσκαρη δεν πτοήθηκε φροντίζοντας, όπως έκανε πάντα, να προκαλέσει ακόμα περισσότερο τους αστυνομικούς: φωτογραφήθηκε στο μπάνιο του σπιτιού της, μέσα στις σαπουνάδες, για λογαριασμό της εφημερίδας «Εμπρός», η οποία την τίμησε με το πρωτοσέλιδό της γράφοντας με τεράστια γράμματα «Ανατομία ενός κοινωνικού φαινομένου και... της Ζωής Λάσκαρη!». Το αποτέλεσμα ήταν οι εισπράξεις της ταινίας να εκτοξευτούν στα ύψη, όπως έγινε και με άλλες ταινίες που θεωρήθηκαν τότε προκλητικές λόγω της παρουσίας της Ζωής Λάσκαρη.

Δύο χρόνια αργότερα θα γυρνούσε την εξίσου ρηξικέλευθη «Στεφανία», ενώ ο πρώτος της πρωταγωνιστικός ρόλος ήταν στον «Κατήφορο», όταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε αρνηθεί τον πρωταγωνιστικό ρόλο ως ιδιαίτερα τολμηρό. Είναι η εποχή που η Κουρούκλη αλλάζει το επώνυμο της σε Λάσκαρη ξέροντας ότι την περιμένει μια μεγάλη καριέρα. Ωστόσο, το τολμηρό του θέματος δεν επιτρέπει στον Φίνο να δείξει στη νεαρή πρωταγωνίστρια σκηνές από την ταινία ή έστω να της μαρτυρήσει ποιες θα κρατήσει και ποιες όχι.

Είναι, όμως, τέτοια η ανάγκη της νεαρής Ζωής να δει τις σκηνές που παραμονεύει και μπαίνει βράδυ στο στούντιο παρασύροντας κάποιον από το προσωπικό στην παρανομία. Οπως γράφει σχετικά και ο Μαρίνος Κουσουμίδης στη βιογραφία της Λάσκαρη, «Στην παρανομία να γίνει μια ειδική προβολή της ταινίας με μοναδικό θεατή του εαυτού της τον εαυτό της».

Αλλά τέτοια ήταν πάντα η Ζωίτσα, η απόλυτη κυρίαρχος του εαυτού της και των ορίων της, αφού αποφάσιζε από πολύ μικρή για το σωστό και το απρεπές, το δίκαιο και το άδικο. Είχε καλλιεργήσει ιδιαίτερα αντανακλαστικά στο να κρίνει τους ανθρώπους. Σε παλιότερη συζήτηση που είχαμε μαζί της στο αγαπημένο της στέκι, το γαλλικό εστιατόριο «L’Aubreuvoir», μας είχε εξομολογηθεί ότι το ένστικτό της δεν έκανε λάθη σε ποιους ανθρώπους αφήνει να την πλησιάσουν περισσότερο και ποιους όχι. Και παρότι είχε πληγωθεί πολύ στη ζωή της από γνωστούς, δεν ένιωθε διαψευσμένη από αυτό.

Η καθαρότητα της ψυχής ήταν για αυτήν αιτούμενο όποιον και αν συναναστρεφόταν. Φρόντιζε μάλιστα να επισκέπτεται το καμαρίνι της δυόμισι ώρες πριν από κάθε παράσταση για να μιλήσει με τους συνεργάτες της και να πιει την αγαπημένη της βότκα -με μια φέτα λεμόνι- για να χαλαρώσει, ενώ δεν αρνιόταν να παραμείνει άλλες δύο ώρες για να υπογράψει αυτόγραφα μετά το τέλος.

Κυρίες από όλα τα μέρη της Ελλάδας, ερωτοχτυπημένοι μαζί της άνδρες μέχρι και σε μεγάλη ηλικία, αλλά και ανήλικα που ακόμα μεγαλώνουν με τις ταινίες της κατέκλυζαν το καμαρίνι της κρατώντας παλιές αλλά και σύγχρονες φωτογραφίες της. Αλλωστε τα τελευταία χρόνια φρόντιζε να ανεβάζει στο θέατρο όχι τόσο έργα κλασικά όσο νέων δημιουργών και φίλων όπως ο Νίκος Μουτσινάς. Κανείς όμως, η αλήθεια είναι, δεν κατάφερε να αντικαταστήσει στην καρδιά της τον χώρο που κατείχε ο Βουτσινάς με ένα μόλις σύμφωνο να χωρίζει την έντονη παρουσία τους στη ζωή της.

Ο αείμνηστος Ανδρέας Βουτσινάς είναι εκείνος που την απελευθέρωσε πάνω στο σανίδι και την έκανε να μη φοβάται την έκθεση, να έχει βαθιά εμπιστοσύνη όχι μόνο στην ερμηνεία της αλλά και στον ρόλο της ως θιασάρχη. Την έκανε να τολμά, κάτι που ωστόσο έκανε πάντα, από μικρή. «Σπάσ’ τα!» της φώναζε όταν, έπειτα από έντονη διαφωνία τους, εκείνη είχε σπάσει ένα βάζο στο καμαρίνι ανεβάζοντας πάντα υψηλά τον πήχη των έντονων διεκδικήσεων που έπρεπε να προβάλει στη ζωή και την τέχνη της.

Μαζί του απογειώθηκε ερμηνευτικά - βρήκε κατά κάποιον τρόπο τον θεατρικό εαυτό της. Μαζί με τον Βουτσινά γύρισαν τον κόσμο, γνώρισαν σπουδαίες προσωπικότητες, έκαναν γνωριμίες. Βέβαια το τέλος της συνεργασίας τους ήταν εξίσου επεισοδιακό όπως και η συνεργασία τους: η πάντα τολμηρή Ζωή αρνήθηκε να εμφανιστεί γυμνή στη σκηνή, όταν εκείνος της το ζήτησε επιτακτικά, γιατί είχε περάσει πια την ηλικία που μπορούσε να δεχτεί κάτι τέτοιο για τον εαυτό της.

Εννοείται όχι από σεμνοτυφία, λέξη άγνωστη στο λεξιλόγιό της, αλλά από το εσωτερικό μέτρο που της υπαγόρευε το σωστό και το λάθος. Παρότι είχε τολμήσει να κάνει το βήμα και να φωτογραφηθεί γυμνή για το περιοδικό «Playboy» μόλις έκλεισε τα 40 -μια ηλικία απαγορευτική για οποιαδήποτε γυναίκα να δείχνει το σώμα της γυμνό-, τώρα δεν δεχόταν ότι η περίπτωση ήταν ενδεδειγμένη. Προτίμησε έτσι τα αέρινα φορέματα αντί για το γυμνό, μια γυναίκα που η αλήθεια είναι το τίμησε με τον πιο όμορφο και ακομπλεξάριστο τρόπο διεγείροντας πάντα τις ανδρικές φαντασιώσεις.

Το «Playboy» πέτυχε το 1985 ρεκόρ πωλήσεων, που δεν ξεπεράστηκε ποτέ στις κυκλοφορίες του περιοδικού, ενώ οι φωτογραφίες της γυμνής Λάσκαρη πάνω στα αρχαία στη Δήλο είναι σίγουρο ότι συνόδευαν πολλά μοναχικά βράδια στα ανδρικά δωμάτια.

Αν η Αλίκη Βουγιουκλάκη ήταν η τρυφερή ενζενί που ήθελε ο καθένας για σύντροφο του και η Τζένη Καρέζη η δυναμική πρωταγωνίστρια με το απαράμιλλο ταμπεραμέντο, η Ζωή Λάσκαρη ήταν απλώς το απόλυτο θηλυκό. Η σέξι ιέρεια με την αστραφτερή χρυσόσκονη να περιβάλει κάθε εμφάνισή της.

Οι μεγάλοι της έρωτες

Ηταν νομοτελειακά η γυναίκα που θα γινόταν αφίσα την οποία θα καρφίτσωναν τα αγόρια -αυτή και καμία άλλη- σε διάφορα σημεία του τοίχου τους. Ακόμα και οι Γάλλοι, όταν την είδαν στο κόκκινο χαλί των Καννών, το 1967, να εμφανίζεται με το περίφημο διάφανο φόρεμα για την ταινία «Οι θαλασσιές οι χάντρες», έμειναν έκθαμβοι με τη γοητευτική Ελληνίδα.

Μια εικόνα επιβλητική και απόλυτα σέξι, εντελώς διαφορετική από τις φωτογραφίες του γάμου της με τον Πέτρο Κουτουμάνο, λίγους μόλις μήνες αργότερα, ο οποίος δεν μπόρεσε ποτέ να δεχτεί την ανάγκη της γυναίκας του για έκθεση - ή μάλλον για την ερωτική της επαφή με τον φακό. Ο γάμος τους βέβαια θα αφήσει εποχή και η ίδια θα παραδεχτεί ότι στο πρόσωπο του πολύ μεγαλύτερου συζύγου της θα βρει το υποκατάστατο του πατέρα - χαρακτηριστική η προτίμησή της στους μεγαλύτερους άνδρες.

Οι συχνές εμφανίσεις της στο σινεμά θα βρουν αντίθετο τον μάλλον πατριαρχικό σύζυγό της, ο οποίος θα συγκρούεται συχνά μαζί της για τον τρόπο ζωής της. Αρκετά πιο εσωστρεφής, δεν του αρέσουν οι νυχτερινές εμφανίσεις και αντιπαθεί σφόδρα τους διάφορους συμπρωταγωνιστές. Ενδεχομένως να μην είχε άδικο, αφού στο πρόσωπο του Τόλη Βοσκόπουλου θα βρει μερικά χρόνια αργότερα, το 1971, τον μεγάλο έρωτα.

Στις 5 Φλεβάρη του ίδιου χρόνου η Ζωή Λάσκαρη θα εγκαταλείψει τη συζυγική εστία κρατώντας από το χέρι τ η μικρή Μάρθα και δύο βαλίτσες. Ο άνδρας της επέμενε ότι δεν μπορούσε με τίποτα να δεχτεί πως η γυναίκα του δεν σταμάτησε να παίζει ακόμα και όταν ήταν έγκυος αλλά και να ξενυχτάει. Πράγματα εντελώς αδιανόητα για έναν σύζυγο, αλλά όχι για μια σταρ που επιζητά το αδιανόητο, ειδικά όταν τα πάντα ή οι πάντες έμοιαζαν να είναι κόντρα.

Το έκανε παντού στον κινηματογράφο και στην προσωπική της ζωή. Πήγαινε κόντρα στον Γιάννη Δαλιανίδη, ο οποίος επέμενε πως η θέση της είναι στο μουσικό σινεμά, τη συνέχεια του μουσικού, λαϊκού θεάτρου που την έκανε διάσημη. Εκείνη όμως φανταζόταν πιο ποιοτικές, πικάντικες και έξυπνες κομεντί όπως το πολυαγαπημένο της «Ξυπόλυτοι στο Πάρκο» που είχε ερμηνεύσει στο θέατρο το 1977 σε μετάφραση Μάριου Πλωρίτη μαζί με τον ανερχόμενο τότε Βασίλη Τσιβιλίκα.

Τα μιούζικαλ όμως τα αντιπαθούσε. «Σε αγαπάω, σε λατρεύω», έλεγε στον Δαλιανίδη επιμένοντας ότι η θέση της είναι στους δραματικούς ρόλους. Ο σκηνοθέτης ήξερε όμως ότι η Λάσκαρη με το υπέροχο κορμί και το σεξαπίλ που γέμιζε όλη την οθόνη ήταν το βαρύ πυροβολικό του. Με τη Λάσκαρη έκοψε χιλιάδες εισιτήρια, με τη Λάσκαρη κατάφερε να νομιμοποιήσει ένα άγνωστο έως τότε είδος, προσθέτοντάς του την απαραίτητη ανάλαφρη ελληνική νότα. Αν άλλωστε για κάποιαν άξιζε να κόψει κανείς το μουστάκι, αυτή δεν μπορούσε να είναι άλλη από τη Ζωή Λάσκαρη - κι αυτό το ήξερε η ίδια καλά.

Και η προσωπική της ζωή ήταν τότε γεμάτη προβλήματα λόγω των αντιθέσεων με τον Πέτρο Κουτουμάνο, αλλά την κυριαρχούσε και η ανάγκη να κάνει μια παύση στο πολυάσχολο πρόγραμμά της. Κάτι αντίστοιχο θα νιώσει, πολλά χρόνια αργότερα, το 1997, όταν θα δει να επιστρέφουν οι ίδιες εντάσεις και οι άγνωστες έως τότε για εκείνην αυτοκτονικές τάσεις.

Αλλωστε η Λάσκαρη, όσο και αν αγάπησε και αγαπήθηκε πολύ από τους άνδρες και τα παιδιά της, με τα οποία είχε πάντα στενή σχέση, κατά βάθος ήξερε ότι αυτή και μόνο αυτή μπορούσε να προστατέψει τον εαυτό της. Περισσότερο ίσως και από τη φίλη της Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία είχε συμβιβαστεί, ειδικά τα τελευταία χρόνια, με την εσωτερική της μοναξιά, ήταν αυτό το παράξενο μοναχικό στοιχείο που έκανε τη Ζωή Λάσκαρη να ταυτιστεί με κορυφαίες ηρωίδες του θεάτρου.

Ισως γι’ αυτό και να συνέπασχε με όλες τις γυναίκες που βρίσκονταν στη δίνη του κυκλώνα, μέχρι και με τη Δήμητρα Λιάνη που δέχτηκε διάφορες επιθέσεις τη δεκαετία του ’90. Η Λάσκαρη ήταν ίσως η μόνη που είχε σπεύσει να την προασπιστεί ομολογώντας πως για εκείνην το γεγονός ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε πρόβες για το νεύμα που θα της έκανε κατά την περίφημη κάθοδο από το αεροπλάνο τον έκανε ακόμα πιο μάγκα.

Αυτό θα το αποκάλυπτε σε φιλικό κύκλο, στο πλαίσιο μιας συζήτησης για τις υπερβάσεις που πρέπει να κάνει κάθε άνδρας για μια γυναίκα, όπως αντίστοιχα θα ομολογούσε πως δεν μπορούσε να δεχτεί κανέναν αρσενικό, από κανέναν πολιτικό χώρο, αν δεν διέθετε προσωπικότητα.

Παρότι ανήκε ξεκάθαρα στον χώρο της Δεξιάς, έτρεφε ιδιαίτερη αδυναμία στον Λεωνίδα Κύρκο και είχε εξομολογηθεί πως έδωσε σε αυτόν την ψήφο της στις κρίσιμες εκλογές του ’81, παρότι το προηγούμενο βράδυ κρατούσε τη σημαία της Νέας Δημοκρατίας στην τελευταία προεκλογική συγκέντρωση του Ράλλη. Ετρεφε όμως πάντα μεγάλη, τεράστια αδυναμία στον Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν ο σπουδαιότερος Ελληνας πολιτικός του 20ού αιώνα. Οι συζητήσεις μαζί του ήταν απόλαυση. Σε μία από τις συναντήσεις μας μου είχε εξομολογηθεί: “Στέγνωσα την ψυχή μου για να μην έχω αχίλλειο πτέρνα”.

Οι πρώην βασιλείς έρχονται πάντα στις παραστάσεις μου, έχουν μια πολύ καλή σχέση με το θέατρο. Και είναι τιμή για μένα να παρακολουθούν τη δουλειά μου. Αυτή τη στιγμή γίνεται μια γιγάντια προσπάθεια να στηθεί ένα κράτος που ήταν διαλυμένο, ανύπαρκτο. Είμαι εξοργισμένη με την τρόικα. Πολλά από αυτά που ζητούν ή απαιτούν πράγματι έπρεπε να τα είχαμε εφαρμόσει δεκαετίες πριν ώστε να μην έχουμε δώσει το δικαίωμα σε αυτά τα ασήμαντα ανθρωπάκια να μας υποδεικνύουν τι πρέπει να κάνουμε», έλεγε σε συνέντευξή της τα χρόνια της κυβέρνησης Σαμαρά.

Είχε μάλιστα δεχτεί και να πολιτευθεί και η ίδια για ένα διάστημα στον Δήμο Αθηναίων, επί εποχής Αβραμόπουλου, αλλά γενικότερα δεν της άρεσε ούτε να ακολουθεί, αλλά ούτε και να δέχεται τις ντιρεκτίβες ενός κόμματος. Είναι αστείο, αλλά τις θερμότερες θεατρικές κριτικές τις είχε δεχτεί από την «Αυγή», ενώ είχε και πολλούς φίλους από τον χώρο της Αριστεράς. Δεν είναι τυχαία η ανάρτηση της Ρένας Δούρου στο Facebook, η οποία έγραψε: «Σε ευχαριστώ για το τσιγάρο και για το τσίπουρο που μοιραστήκαμε. Σε ευχαριστούμε πολύ και για τόσα άλλα». Ηταν και αυτή μία από τις κρυφές και φανερές φίλες και φίλους της, όπως και τόσοι άλλοι αφού, αν κάτι χαρακτήριζε έντονα τη ζωή της Λάσκαρη, ήταν η κοινωνικότητα.

Η... περίπτωση Βοσκόπουλου

Ο Τόλης Βοσκόπουλος δε βρίσκεται πια κοντά μας, με τον «άρχοντα» του ελληνικού τραγουδιού να φεύγει από τη ζωή στα 80 του χρόνια, έχοντας προσφέρει συγκινήσεις και απασχολώντας, είτε με τη δουλειά του είτε με την προσωπική του ζωή.

Ένα τεράστιο κεφάλαιο στη ζωή του, φυσικά, ήταν και η Ζωή Λάσκαρη. Οι δυο τους είχαν περάσει ένα «θυελλώδη» έρωτα για τρία χρόνια, με τον τραγουδιστή ειδικά να έχει... τρελαθεί, αν και είχε άσχημο τέλος.

Πώς ξεκίνησε ο έρωτάς τους ενώ ήταν ακόμη παντρεμένος

Ο έρωτας της Ζωής Λάσκαρη και του Τόλη Βοσκόπουλου ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1970 και τελείωσε το καλοκαίρι του 1973. Η αδελφή του τραγουδιστή, Παναγιώτα Βοσκοπούλου στα απομνημονεύματά της αναφέρεται και στον έρωτα του αδελφού της με τη Ζωή Λάσκαρη, όταν ακόμα ήταν παντρεμένος με τη Στέλλα Στρατηγού:

«Τη Λάσκαρη τη γνώρισε όταν έπαιζαν μαζί στο «Μαριχουάνα Στοπ». Τότε τρελάθηκε ο άνθρωπος. Το παθαίνει αυτό οποιοσδήποτε όταν ερωτευτεί. Αυτό έπαθε όταν γνώρισε τη Ζωή. Και ξέχασε και σπίτι και δουλειά και συνεργάτες και τα πάντα και έφυγε μαζί της. Η Στέλλα η καημένη τότε που έφυγε με τη Δούκισσα, προσπάθησε, έτρεξε, τον «κυνήγησε» και τον κατάφερε να έρθει πίσω.

Μα τώρα με τη Λάσκαρη δεν έκανε τίποτα, γιατί κατάλαβε πως ότι κι αν έκανε θα ήταν πια μάταιο. Φυσικά και φώναξε και έκλαψε και στενοχωρήθηκε. Μα όταν τελικά χώρισε έκανε την ανάγκη φιλοτιμία και το ξεπέρασε. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει άλλωστε. Η ζωή συνεχίζεται και είναι τόσο ωραία. Ό,τι πέθανε, πάει πέθανε. Και ο έρωτας του Τόλιου για τη Στέλλα δεν υπάρχει, που θα πει πέθανε. Η Στέλλα το κατάλαβε και το κατάπιε και πια δεν είπε τίποτα άλλο.

Πάντως ένα πράγμα είναι βέβαιο: Μπορεί ο έρωτας του Τόλιου για εκείνη να πέθανε, έμεινε όμως η εκτίμηση και η αγάπη του και το ενδιαφέρον του που είναι πάντα ζωντανά για τη Στέλλα. Όσα χρόνια κι αν περάσανε, της το δείχνει με κάθε τρόπο. Για παράδειγμα, ό,τι ώρα και να του πει «Τόλιο έχω ανάγκη από λεφτά», κόβεται και της τα στέλνει. Και είπαμε, έφυγε με τη Λάσκαρη και άρχισε μια ιστορία μαζί της που κράτησε περίπου τρία χρόνια.

Τρία χρόνια έρωτας, πάθος και λατρεία. Μα και τρέλα και στενοχώρια και αγωνία. Έρωτας τρελός, λοιπόν, για τη Λάσκαρη. Θεά την έβλεπε και θεά την ένιωθε. Ξανθή αγαπημένη Παναγιά. Πρέπει, όμως, να πω πάλι πως καμιά γυναίκα του, εκτός από τη Στέλλα, δεν του έδειξε αυτή την αφοσίωση, αυτή την αγάπη. Τρία χρόνια με τη Λάσκαρη, λοιπόν, έρωτας και πάθος και έκσταση. Οι εραστές του ονείρου. Του ονείρου που τελείωσε και έσβησε τόσο γρήγορα. Αν εξαρτιόταν από αυτόν, αυτό το όνειρο θα μπορούσε να ήταν ατελείωτο και παντοτινό και πραγματικό. Μα αφού άλλα ονειρευόταν αυτός και άλλα μελέταγε εκείνη, το όνειρο πήρε τέλος.

Και μια μέρα βρέθηκε ως συνήθως μόνος, πικραμένος να κλαίει. Ήταν απαρηγόρητος. Είχε κλειστεί στον εαυτό του και δεν ήθελε να βλέπει άνθρωπο. Τόσο πολύ του είχε κοστίσει. Μεταξύ αυτών που του συμπαραστάθηκαν τότε ήταν και η Μαρινέλλα…». Ο έρωτας του Τόλη και της Ζωής κράτησε μόλις 3 χρόνια και απασχόλησε πολύ τον Τύπο της εποχής. Ο νεαρός τότε τραγουδιστής και ηθοποιός είχε τραγουδήσει για εκείνη αποκλειστικά το «Ξανθή αγαπημένη Παναγιά».

Τι έγραφε η αδελφή του για τον έρωτα

Όπως γράφει, ο Τόλης Βοσκόπουλος ερωτεύτηκε σφόδρα τη Ζωή Λάσκαρη σε βαθμό τρέλας. «Οι δυο τους γνωρίστηκαν όταν έπαιζαν μαζί στο ”Μαριχουάνα Στοπ”. Τότε τρελάθηκε ο άνθρωπος. Το παθαίνει αυτό οποιοσδήποτε όταν ερωτευτεί. Αυτό έπαθε όταν γνώρισε τη Ζωή.

Και ξέχασε και σπίτι και δουλειά και συνεργάτες και τα πάντα και έφυγε μαζί της» γράφει η αδερφή του Τόλη Βοσκόπουλου για τον έρωτα που σήμανε και το τέλος του γάμου του με τη Στέλλα Στρατηγού.

Η ιστορία με τη Λάσκαρη κράτησε τρία χρόνια που ήταν γεμάτα με πάθος και έρωτα, ωστόσο όπως αναφέρεται στα απόρρητα αυτά έγγραφα που δημοσιεύει η εφημερίδα News, το όνειρο πήρε τέλος καθώς ήθελαν διαφορετικά πράγματα.

Μεταξύ αυτών που συμπαραστάθηκαν στον Τόλη Βοσκόπουλο ήταν και η Μαρινέλλα με την οποία τελικά ερωτεύτηκαν και μια μέρα έσκασε η βόμβα «Ο Τόλης Βοσκόπουλος και η Μαρινέλλα παντρεύονται» έγραφε η αδερφή του τραγουδιστή σχολιάζοντας πως επρόκειτο για ακόμα μια τραυματική εμπειρία για εκείνον.

«Οι δυο τους έμειναν μαζί για συνολικά οκτώ χρόνια παρόλο που η ζωή με τη Μαρινέλλα ήταν πολύ δύσκολη κι αυτό γιατί ο Τόλης αγαπούσε τόσο την ίδια όσο και την κόρη της Τζωρτζίνα. Έκανε υπομονή μέχρι τη μέρα που άνοιξε την πόρτα κι έφυγε.Από τη Λάσκαρη που έφυγε πήρε μια βαλίτσα ρούχα. Από τη Μαρινέλλα δεν πήρε τίποτα.

Ούτε ένα πουκάμισο, ούτε μισό παντελόνι. Μπήκε στο αυτοκίνητο κι έφυγε. Άλλη μια πικρή εμπειρία που του κόστισε πολύ με αποτέλεσμα να πάθει γαστρορραγία και να μπει στο νοσοκομείο. Και σωματικά μπορεί να συνήλθε, η ψυχή του όμως έμεινε για πολύ καιρό λαβωμένη» έγραφε η αδερφή του.

Σπάνιο ντοκουμέντο από τα χρόνια του μεγάλου τους έρωτα

Ενα ιδιαίτερο κεφάλαιο της ζωής της Ζωής Λάσκαρη ήταν ο Τόλης Βοσκόπουλος. Ο έρωτάς τους ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1970 και τελείωσε το καλοκαίρι του 1973.

Μάλιστα, συνεργάστηκαν και στο θέατρο και στην τηλεόραση και έγραψαν τη δική τους κοινή ιστορία.

Ο Αρης Λουπάσης, λοιπόν, που έχει έναν λογαριασμό στο Instagram με μεγάλες αποκαλύψεις και σπάνιες φωτογραφίες από ηθοποιούς του ελληνικού και ξένου κινηματογράφου, δημοσίευσε μια σπάνια φωτογραφία της Ζωής Λάσκαρη και του Τόλη Βοσκόπουλου, από την περίοδο που ήταν φουλ ερωτευμένοι.

«Ο Τόλης Βοσκόπουλος με την Ζωή Λάσκαρη το 1971 στα χρόνια του μεγάλου έρωτά τους και στο απόγειο της καριέρας τους απολαμβάνουν τις ομορφιές της Θεσσαλονίκης με πλήθος θαυμαστών να εκφράζει με τρόπο συγκινητικό την αγάπη στο πρόσωπό τους.

Την περίοδο αυτή ο δημοφιλής ερμηνευτής διαμένει στην Καβάλα με την ηθοποιό να τον επισκέπτεται συχνά για να παρακολουθήσει τα γυρίσματα της νέας ταινίας του με τίτλο "Αδέρφια μου Αλήτες Πουλιά" που γίνονται στην Δράμα και την ίδια να συζητάει με εκπροσώπους Γερμανοισραηλινής παραγωγής για μια νέα ταινία που τελικά δεν θα πραγματοποιηθεί.

Όπως αναφέρεται στον τύπο της εποχής, σε κάποια επιστροφή του από Δράμα προς Καβάλα θα τραυματιστεί ελαφρά μετά από σύγκρουση του αυτοκινήτου του το οποίο και θα υποστεί μεγάλες ζημιές. Το καλοκαίρι του '70 ο σκηνοθέτης Γιάννης Δαλιανίδης αποφασίζει να κάνει ένα όνειρο του πραγματικότητα με το ανέβασμα ενός μουσικού έργου στο θέατρο. Με πρωταγωνίστρια την Ζωή στην πρώτη εμφάνιση της σε Αθηναϊκή σκηνή και ένα εκλεκτό καστ ηθοποιών ανεβάζει το γνωστό μιούζικαλ "Μαριχουάνα Στοπ" σε μουσική του Μίμη Πλέσσα και την συμμετοχή του ειδώλου του λαϊκού τραγουδιού της εποχής Τόλη Βοσκόπουλου.

Η γνωριμία των δύο καλλιτεχνών θα εξελιχθεί σύντομα σε ένα δυνατό έρωτα που θα απασχολήσει τον τύπο και τα μέσα με εκτενή αφιερώματα, συνεντεύξεις και αμέτρητα εξώφυλλα.

Το καλοκαίρι του '73 στην επιστροφή της από Αμερική όπου παρευρίσκεται σε μεγάλη περιοδεία του, αποφασίζει να λήξει την σχέση, με τον τραγουδιστή καταρρακωμένο να απομονώνεται στις καμπάνες στον "Αστέρα" της Γλυφάδας για να ξεπεράσει τον χωρισμό.

Τα επόμενα χρόνια θα παραμείνουν δύο καλοί φίλοι και σε συνεντεύξεις τους θα εκφράζονται πάντα με τα καλύτερα λόγια θαυμάζοντας ο ένας την καλλιτεχνική πορεία του άλλου.

Δύο λαμπερά και αυθεντικά αστέρια του τραγουδιού και της υποκριτικής που θα γράψουν την δική τους ιστορία και θα αφήσουν εποχή με τον μυθικό τους έρωτα», γράφει ο Άρης Λουπάσης.

Ο λόγος που δεν πήγε στην κηδεία της

Ο θάνατος της Ζωής Λάσκαρη πλήγωσε τον Τόλη Βοσκόπουλο και τον πόνεσε πολύ αλλά προτίμησε να μην μιλήσει πουθενά για αυτήν την απώλεια. Η απουσία του από την κηδεία της μεγάλης μας σταρ σχολιάστηκε από μερίδα του τύπου. Γιατί όμως ο Τόλης δεν βρέθηκε στην κηδεία της καλής του φίλης;

Ο μεγάλος τραγουδιστής πόνεσε πολύ για τον ξαφνικό χαμό της Ζωής αλλά πιστεύει ότι δεν χρειάζεται κάποιος να μιλάει δημόσια σε τέτοιες περιπτώσεις. Ο λόγος που δεν πήγε στην κηδεία είναι ότι δεν πάει ποτέ σε κηδείες. Δεν είχε πάει σε καμιά όλα αυτά τα χρόνια. Ωστόσο σύμφωνα με άνθρωπο από το περιβάλλον της οικογένειας Βοσκόπουλου, τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγός του έκαναν μια μικρή δωρέα στην Κιβωτό του Κόσμου του Πατέρα Αντώνιου όπως ακριβώς θα ήθελε η Ζωή που όσο ζούσε, βοηθούσε όσους είχαν ανάγκη.

 

Retromania

Ροή ειδήσεων

Share