«Σπίτι μου ΙΙ»: Με το κόστος στην πλάτη των νέων, δάνεια για παλιά και ακριβά ακίνητα

Το νέο πρόγραμμα στέγασης οδηγεί τους δικαιούχους σε υπερχρέωση
Το πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ», που ενεργοποιήθηκε στις 15 Ιανουαρίου με τη φιλοδοξία να δώσει πρόσβαση σε 20.000 νέους αγοραστές πρώτης κατοικίας μέσω χαμηλότοκων δανείων, έχει ήδη προκαλέσει μεγάλες προσδοκίες, αλλά και έντονη κριτική. Με προϋπολογισμό 2 δισ. ευρώ, το νέο σχήμα διευρύνει ηλικιακά και εισοδηματικά κριτήρια, δίνοντας ευκαιρίες και σε μεγαλύτερους δικαιούχους.
Δάνεια για σπίτια… περασμένων δεκαετιών
Όμως, πίσω από τους πανηγυρισμούς για τη «θερμή ανταπόκριση» του κοινού, πάνω από 60.000 αιτήσεις μέσα στις πρώτες πέντε ημέρες, το πρόγραμμα φέρνει μαζί του παλιά προβλήματα με νέο… περιτύλιγμα.
Σύμφωνα με την «Καθημερινή», η πιο ουσιαστική παγίδα του «Σπίτι μου ΙΙ» είναι πως περιορίζει τις διαθέσιμες επιλογές σε παλαιά ακίνητα εξαιρώντας νεότερες κατασκευές από το 2006 και μετά, παρότι πολλές από αυτές είχαν ενταχθεί στο προηγούμενο πρόγραμμα. Ειδικά στην Αττική, όπου η ζήτηση είναι τεράστια και οι τιμές έχουν εκτοξευτεί, οι υποψήφιοι δανειολήπτες στρέφονται αναγκαστικά σε σπίτια 40 και 50 ετών, με αμφίβολη ενεργειακή και αντισεισμική ασφάλεια.
Ταυτόχρονα, η αύξηση της επιτρεπόμενης αξίας αγοράς στα 250.000 ευρώ (με ανώτατο δάνειο τις 190.000 ευρώ) και το ποσοστό κάλυψης στο 90% ενισχύει τη ζήτηση, χωρίς να διευρύνει την προσφορά. Έτσι, δημιουργείται ασφυξία στην αγορά και οι ιδιοκτήτες ανεβάζουν τις τιμές στα λίγα κατάλληλα ακίνητα που απομένουν.
Η συμμετοχή των τραπεζών είναι πιο ενεργή από ποτέ. Για να προσελκύσουν πελάτες, προσφέρουν «πακέτα» με πρόσθετα οφέλη, όπως δωρεάν ασφάλειες, δάνεια ανακαίνισης, κάρτες με εκπτώσεις και ακόμα και πληρωμή λογαριασμών ρεύματος. Παρά τις γενναιόδωρες προσφορές, ο πραγματικός λόγος πίσω από την κινητικότητα είναι η αναμενόμενη πτώση των τραπεζικών κερδών λόγω της μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ μέσα στο 2025.
Όσοι ενταχθούν στο πρόγραμμα θα επωφεληθούν από σημαντικά χαμηλότερα επιτόκια, κοντά στο 2,3%, ενώ ειδικές κατηγορίες (τρίτεκνοι, πολύτεκνοι, κάτοικοι Έβρου) θα πληρώσουν ακόμη λιγότερα, γύρω στο 1,25%. Συγκριτικά με τα τρέχοντα επιτόκια της αγοράς, το όφελος είναι ξεκάθαρο: περίπου 120 ευρώ λιγότερα στη μηνιαία δόση ανά 100.000 ευρώ δανείου. Όμως αυτό το όφελος χάνεται όταν οι τιμές των κατοικιών ανεβαίνουν τεχνητά λόγω περιορισμένης προσφοράς.
Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που χρησιμοποίησαν τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης για τη δημιουργία νέων, προσιτών κατοικιών (όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Σουηδία), η Ελλάδα προτίμησε να στραφεί ξανά στις τράπεζες..