Σαρλ ντε Γκωλ: Η ιστορική επίσκεψη του μεγάλου Γάλλου ηγέτη στην Ελλάδα και η ομιλία στη Βουλή

Η εγκαθίδρυση του «Ελλάς, Γαλλία, Συμμαχία»
Τον Μάιο του 1963, η Αθήνα παρέλυσε καθώς χιλιάδες πολίτες ξεχύθηκαν στους δρόμους για να υποδεχθούν με ενθουσιασμό τον Γάλλο πρόεδρο Σαρλ ντε Γκωλ, ο οποίος πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη στη χώρα.
Η Αθήνα ανέκαθεν υποδεχόταν τους Γάλλους ηγέτες με τιμές και δόξα. Η αρχή έγινε τον Μάιο του 1963, όταν ο Σαρλ ντε Γκωλ επισκέφθηκε την Ελλάδα έπειτα από πρόσκληση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο τελευταίος πίστευε ακράδαντα ότι η στήριξη της Γαλλίας ήταν κρίσιμη για την προσπάθεια ένταξης της Ελλάδας στην νεοσύστατη Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.
Ο Ντε Γκωλ, εντυπωσιασμένος από την ελληνική πολιτική σκηνή, είχε πει χαρακτηριστικά: «Αυτή τη χώρα, της οποίας η πολιτική ζωή είναι τόσο περίπλοκη όσο οι δαντελωτές ακρογιαλιές της και τόσο ανάγλυφη όσο οι ορεινοί ορίζοντές της, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής καταφέρνει να κυβερνήσει».
Η επίσκεψη είχε θριαμβευτικό χαρακτήρα. Οι Αθηναίοι κατέκλυσαν τους δρόμους και τα μπαλκόνια, ενώ ο Γάλλος πρόεδρος περιηγήθηκε σε τουριστικά αξιοθέατα της πόλης. Το αρχείο του Εθνικού Οπτικοακουστικού Αποθέματος διασώζει χαρακτηριστικά στιγμιότυπα από εκείνες τις στιγμές, προσφέροντας μια απολαυστική ματιά σε μια άλλη εποχή, με το όραμα της ένταξης στην ΕΟΚ να ολοκληρώνεται αρκετά αργότερα.
Ο μοναδικός Σαρλ ντε Γκωλ
Ο Σαρλ Ντε Γκωλ (Charles de Gaulle) υπήρξε ένας από τους κορυφαίους στρατιωτικούς και πολιτικούς ηγέτες του 20ού αιώνα, διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο στη γαλλική και διεθνή ιστορία. Ως ο «αρχιτέκτονας» της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, υπηρέτησε ως Πρόεδρος της Γαλλίας από το 1958 έως το 1969, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα του.
Γεννημένος στις 22 Νοεμβρίου 1890 στη Λιλ της Βόρειας Γαλλίας, ο Σαρλ Αντρέ Ζοζέφ Μαρί Ντε Γκωλ καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Βουργουνδίας. Ο πατέρας του, καθηγητής φιλοσοφίας και λογοτεχνίας, και η μητέρα του, με ρίζες από Σκωτσέζους και Ιρλανδούς πρόσφυγες, φρόντισαν να του προσφέρουν μια πλούσια μόρφωση. Ωστόσο, ο Ντε Γκωλ από νεαρή ηλικία έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη στρατιωτική σταδιοδρομία και το 1912 αποφοίτησε από τη φημισμένη Στρατιωτική Ακαδημία του Σεν Σιρ με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.
Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πολέμησε στη Μάχη του Βερντέν, όπου αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς. Παρά τις πέντε αποτυχημένες απόπειρες απόδρασης, παρέμεινε αιχμάλωτος μέχρι το τέλος του πολέμου. Μετά τη λήξη του, το 1919, συμμετείχε στον Ρωσο-Πολωνικό Πόλεμο ως μέλος της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής που υποστήριξε την άμυνα του νεοσύστατου πολωνικού κράτους ενάντια στον Κόκκινο Στρατό. Οι υπηρεσίες του αναγνωρίστηκαν με την απονομή ανώτατου παρασήμου, ενώ προήχθη στον βαθμό του ταγματάρχη.
Στα επόμενα χρόνια, ο Ντε Γκωλ υπηρέτησε ως διοικητής μονάδων στη Γαλλία και το εξωτερικό, ενώ ανέπτυξε καινοτόμες στρατηγικές ιδέες για τον γαλλικό στρατό. Εισηγήθηκε τη χρήση μηχανοκίνητων δυνάμεων που συνδύαζαν δύναμη πυρός και ευελιξία, καταθέτοντας τις απόψεις του στα βιβλία «Προς τον επαγγελματικό στρατό» (1934) και «Η Γαλλία και ο στρατός της» (1938). Το 1937 προήχθη σε συνταγματάρχη.
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, λίγο πριν από την κατάρρευση της Γαλλίας τον Ιούνιο του 1940, ο Ντε Γκωλ, πλέον υποστράτηγος, ανέλαβε τη διοίκηση τεθωρακισμένης μεραρχίας και διορίστηκε υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, με καθήκον τον συντονισμό των ενεργειών με τη Βρετανία. Μετά την κατάρρευση της Γαλλίας και τον διαμελισμό της (με τη Βόρεια Γαλλία υπό γερμανική κατοχή και τη Νότια υπό τη δοσιλογική κυβέρνηση του Βισί), ο Ντε Γκωλ εγκατέλειψε τη χώρα και ανέλαβε την ηγεσία της αντίστασης από το εξωτερικό, καθιστώντας τον εαυτό του σύμβολο ελπίδας και αντοχής για τον γαλλικό λαό.
Στις 18 Ιουνίου 1940, ο Σαρλ ντε Γκωλ απηύθυνε ραδιοφωνικό μήνυμα από το Λονδίνο, καλώντας τον γαλλικό λαό να συνεχίσει τον αγώνα ενάντια στους Γερμανούς. Το 1943 μετακινήθηκε στην Αλγερία, όπου κατάφερε να σχηματίσει στρατό από τις γαλλικές αποικίες. Με την υποστήριξη των Συμμάχων, οι «Ελεύθεροι Γάλλοι» πολέμησαν στο πλευρό τους, διασώζοντας την τιμή της Γαλλίας και διασφαλίζοντας το δικαίωμά της να συμμετέχει ισότιμα στη λήψη αποφάσεων. Στις 25 Αυγούστου 1944, ο Ντε Γκωλ εισήλθε θριαμβευτικά στο Παρίσι ως ελευθερωτής.
Μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας, ανέλαβε πρωθυπουργός σχηματίζοντας προσωρινή κυβέρνηση συνασπισμού. Ωστόσο, στις αρχές του 1946 παραιτήθηκε λόγω έντονων εσωτερικών αντιπαραθέσεων, κυρίως με τους ισχυρούς κομμουνιστές. Το 1951, συμμετείχε στις κοινοβουλευτικές εκλογές με το Κόμμα του Συναγερμού του Γαλλικού Λαού, αλλά χωρίς να εξασφαλίσει πλειοψηφία, αποσύρθηκε προσωρινά από την πολιτική σκηνή. Μετά από μια μακρά περίοδο σιωπής, το 1958 επέστρεψε ως πρωθυπουργός για να αντιμετωπίσει την κρίση της Αλγερίας, σε μια Γαλλία που ταλανιζόταν από συνθήκες εμφυλίου πολέμου.
Το ίδιο έτος, προώθησε συνταγματική αναθεώρηση που οδήγησε στη δημιουργία της Ε’ Γαλλικής Δημοκρατίας, ενισχύοντας την εκτελεστική εξουσία και ιδιαίτερα τα προεδρικά προνόμια. Στις 21 Δεκεμβρίου 1958, εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας με το κόμμα «Ένωση για τη Νέα Δημοκρατία» (UNR), λαμβάνοντας το 62,35% των ψήφων. Επανεξελέγη στις 19 Δεκεμβρίου 1965, επικρατώντας στον δεύτερο γύρο του σοσιαλιστή Φρανσουά Μιτεράν (55,20% έναντι 44,80%).
Ο Ντε Γκωλ είχε ως όραμα να καταστήσει τη Γαλλία παγκόσμια δύναμη. Διέγραψε ανεξάρτητη πορεία, αναγνωρίζοντας τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, καλλιεργώντας σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση, και ανοίγοντας διαύλους με τον αραβικό κόσμο και τη Λατινική Αμερική. Το 1966 απέσυρε τις γαλλικές δυνάμεις από το ΝΑΤΟ, διαμαρτυρόμενος για τους όρους λήψης αποφάσεων που θεωρούσε μειωτικούς για τη Γαλλία. Αντιτάχθηκε στην ένταξη της Αγγλίας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, ενώ επεδίωξε τη στενή συνεργασία με τη Γερμανία, ενισχύοντας τις γαλλογερμανικές σχέσεις. Παράλληλα, έδωσε έμφαση στην πυρηνική ενέργεια, καθιστώντας τη Γαλλία πυρηνική δύναμη το 1960.
Στο ζήτημα της Αλγερίας, ο Ντε Γκωλ διαχειρίστηκε την κρίση που οδήγησε στην ανεξαρτησία της αποικίας μέσω της Συνθήκης του Εβιάν (18 Μαρτίου 1962) και του δημοψηφίσματος της 1ης Ιουλίου 1962. Στις 22 Αυγούστου 1962, δέχθηκε απόπειρα δολοφονίας από δυσαρεστημένο αξιωματικό, ο οποίος καταδικάστηκε και εκτελέστηκε την επόμενη χρονιά.
Στις 16 Μαΐου 1963, ο Ντε Γκολ επισκέφθηκε επίσημα την Αθήνα, όπου έτυχε θερμής υποδοχής. Ο Έλληνας πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής έθεσε το αίτημα ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ, ενώ στις 18 Μαΐου ο Ντε Γκωλ μίλησε στην ελληνική Βουλή, αποσπώντας χειροκροτήματα απ’ όλες τις πτέρυγες.
Διαβάστε επίσης
Στο εσωτερικό, κατάφερε να ξεπεράσει την εξέγερση του Μάη του 1968 και πρότεινε συνταγματική αναθεώρηση για την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας. Ωστόσο, οι προτάσεις του απορρίφθηκαν στο δημοψήφισμα της 27ης Απριλίου 1969, γεγονός που τον οδήγησε σε παραίτηση. Τον διαδέχθηκε προσωρινά ο Ζορζ Πομπιντού, ο οποίος εξελέγη πρόεδρος στις εκλογές της 1ης Ιουνίου 1969.
Ο Σαρλ ντε Γκωλ πέθανε στις 9 Νοεμβρίου 1970 στο εξοχικό του στο Κολομπέ-λε-ντεζ-Εγκλίζ, σε ηλικία 79 ετών. Ήταν παντρεμένος από το 1921 με την Ιβόν Βεντρού, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Το 1972 εκδόθηκαν τα απομνημονεύματά του με τίτλο «Απομνημονεύματα Ελπίδας».