ΑΡΧΙΚΗ LIFE RETROMANIA

Γενναίος (Ιωάννης) Κολοκοτρώνης: Ο γιος του Θεόδωρου που διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδος και πέθανε σαν σήμερα, 23 Μαΐου του 1868

Κολοκοτρώνης

Αγωνιστής του ’21 και πολιτικός, γιος του «Γέρου του Μοριά». Διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 26 Μαΐου έως τις 10 Οκτωβρίου του 1862.

Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, ένας από τους ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και πολιτικός, υπηρέτησε ως πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 26 Μαΐου έως τις 10 Οκτωβρίου 1862.

Το πλήρες όνομά του ήταν Ιωάννης Κολοκοτρώνης, και γεννήθηκε το 1805 στη Ζάκυνθο. Ήταν ο δεύτερος γιος του θρυλικού Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και της Κατερίνας Καρούσου. Το προσωνύμιο «Γενναίος», με το οποίο έμεινε στην ιστορία, του απονεμήθηκε από τους συναγωνιστές του ως αναγνώριση για την εξαιρετική του γενναιότητα στα πεδία των μαχών κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.

Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Ζάκυνθο, όπου η οικογένειά του είχε καταφύγει μετά τη φυγή της από την Πελοπόννησο. Δεν έλαβε επίσημη μόρφωση και από την εφηβεία του ήδη εργαζόταν «ως μούτζος εις τα πλοία», όπως αναφέρει ο ίδιος στα «Απομνημονεύματά του». Με την έκρηξη της Επανάστασης, επέστρεψε στην Πελοπόννησο και εντάχθηκε στις δυνάμεις υπό τις διαταγές του πατέρα του.

Παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο Γενναίος Κολοκοτρώνης διακρίθηκε στη μάχη. Συμμετείχε ενεργά στην πολιορκία της Τριπολιτσάς και, τον επόμενο χρόνο, στην πολιορκία της Πάτρας. Αργότερα, ανέλαβε επικεφαλής 400 ανδρών και κατευθύνθηκε στη Δυτική Ελλάδα για να συμμετάσχει στην εκστρατεία του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στην Ήπειρο. Ωστόσο, επέστρεψε στην Πελοπόννησο λίγο πριν από την καταστροφική μάχη του Πέτα, στις 4 Ιουλίου 1822.

Μέσα στο 1822 έλαβε μέρος στη μάχη των Δερβενακίων (26-28 Ιουλίου) και το 1823 στην πολιορκία και άλωση του Ναυπλίου και του Ακροκορίνθου. Επέδειξε αξιοσημείωτες στρατιωτικές ικανότητες και προήχθη στο βαθμό του χιλίαρχου. Στο διάστημα των Εμφυλίων συγκρούσεων (1823-1824) τάχθηκε στο πλευρό του πατέρα του, αλλά δεν φυλακίστηκε, όπως ο Γέρος του Μοριά.

Κατά την επιδρομή του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο ανέπτυξε σημαντική πολεμική δράση και διακρίθηκε στις μάχες των Τρικόρφων (24 Ιουνίου 1825), της Πολιανής (21 Μαΐου 1826), της Τραμπάλας (5-7 Ιουνίου 1826), και της Δαβιάς (14 Αυγούστου 1826). Τον Μάρτιο του 1827, επικεφαλής στρατιωτικού σώματος, έφθασε στην Αττική για να ενισχύσει τον αγώνα του Καραϊσκάκη. Συμμετείχε στη Μάχη του Δαφνίου (21 Μαρτίου 1827).

Μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη (23 Απριλίου 1827) και τη Μάχη του Αναλάτου (24 Απριλίου) επέστρεψε στην Πελοπόννησο και συνέχισε τον αγώνα του κατά του Ιμπραήμ. «Μέχρι της αναχωρήσεως του Ιμπραήμ (1828) κατά τας περιστάσεις έκαμε πολλούς ακροβολισμούς και εις πολλάς θέσεις. Ο Γενναίος ήταν ο μόνος στρατηγός, που έμπαινε εις το ρουθούνι των Αράβων, εζάλισε κατά τούτο τον Ιμπραήμ και το μαρτυρεί όλη η Πελοπόννησος» γράφει ο ιστορικός του Αγώνα Φώτιος Χρυσανθόπουλος (Φωτάκος).

Γενναίος Κολοκοτρώνης

Κατά την καποδιστριακή περίοδο, έλαβε μέρος στην πολιορκία και την άλωση της Ναυπάκτου (Απρίλιος 1829) και προήχθη στο βαθμό του συνταγματάρχη. Μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, του οποίου υπήρξε θερμός φίλος, η δράση του υπήρξε παράλληλη με τη στάση του πατέρα του, όπως και κατά την πρώτη περίοδο της βασιλείας του Όθωνα. Μετά τη χορήγηση χάριτος και την αποφυλάκιση του καταδικασμένου σε θάνατο πατέρα του, ο Γενναίος Κολοκοτρώνης διορίστηκε υπασπιστής του Όθωνα και το 1841 προήχθη σε υποστράτηγο.

Πιστός στον Όθωνα, ο Κολοκοτρώνης αντιτάχθηκε στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει προσωρινά την Ελλάδα. Μετά την επιστροφή του, διορίστηκε γερουσιαστής, ενώ διατήρησε τη στρατιωτική του ιδιότητα. Το 1852 κατέστειλε την εξέγερση του Παπουλάκου στη Μάνη, ενώ το 1862 ανέλαβε την καταστολή της Ναυπλιακής Επανάστασης. Στις 26 Μαΐου 1862 ανέλαβε την ηγεσία της τελευταίας κυβέρνησης του Όθωνα, σε μια ύστατη προσπάθεια να διασώσει τον θρόνο.

Ωστόσο, η λαϊκή δυσαρέσκεια κατά του Όθωνα είχε κορυφωθεί. Ο Κολοκοτρώνης, αντιλαμβανόμενος τη δυσκολία της συγκυρίας, υπέβαλε την παραίτησή του δύο φορές, τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο του 1862, αλλά και στις δύο περιπτώσεις η παραίτηση δεν έγινε αποδεκτή. Τελικά, η κυβέρνησή του κατέρρευσε στις 11 Οκτωβρίου 1862, με την εκθρόνιση του Όθωνα. Μετά την έξωση, έζησε για λίγο στην Ιταλία και τον Φεβρουάριο του 1863 επέστρεψε στην Ελλάδα, αποσυρόμενος από την πολιτική ζωή.

Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης άφησε δύο πολύτιμα έργα – πηγές για την ιστορία της Επανάστασης και την πρώτη περίοδο του νεοσύστατου ελληνικού κράτους: τα «Ελληνικά Υπομνήματα, ήτοι επιστολάς και διάφορα έγγραφα αφορώντα την Ελληνικήν Επανάστασιν» (1856) και τα «Απομνημονεύματα» (1955).

Από το 1828 ήταν παντρεμένος με τη Φωτεινή Τζαβέλα (1809-1890), κόρη του σουλιώτη πολέμαρχου Φώτου Τζαβέλα, η οποία διατέλεσε κυρία επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας. Το ζευγάρι απέκτησε έξι παιδιά: τον στρατιωτικό, πολιτικό και λογοτέχνη Θεόδωρο Κολοκοτρώνη-Φαλέζ (1829-1894), τη Γεωργίτσα Πετιμεζά, την Αικατερίνη Ροδίου, την Ελένη Ζώτου, τη Ζωίτσα Μανέτα και την Ευφροσύνη Κολοκοτρώνη.

Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης πέθανε από ανίατη ασθένεια στις 23 Μαΐου 1868.