Χρήστος Μαυρίκης: Στον εισαγγελέα για την απόπειρα δωροδοκίας δικαστή

Η υπόθεση για την οποία επιχείρησε να τον δωροδοκήσει
Στον εισαγγελέα αναμένεται να παρουσιαστεί σήμερα (21/5) ο Χρήστος Μαυρίκης, μετά από καταγγελία δικαστή του Αρείου Πάγου ότι επιχείρησε να τον δωροδοκήσει μέσω επιστολής. Σύμφωνα με την καταγγελία, ο Μαυρίκης ζήτησε την παρέμβασή του σε εκκρεμή αστική υπόθεση, αφήνοντας υπαινιγμούς για οικονομικό αντάλλαγμα.
Ο Χρήστος Μαυρίκης δεν είναι άγνωστος στις αρχές, καθώς στο παρελθόν είχε εμπλακεί στην υπόθεση των υποκλοπών. Επιπλέον, το 1997 είχε καταδικαστεί για απόπειρα δωροδοκίας δικαστικού λειτουργού, η οποία μάλιστα ήταν η νυν πρόεδρος του Αρείου Πάγου, όταν τότε υπηρετούσε ως ανακρίτρια.
Στην επίμαχη επιστολή, ο Μαυρίκης φέρεται να αναφέρει ότι η αμοιβή του, εφόσον ευοδωθεί η υπόθεση, θα ανέρχεται στο ποσό του 1.000.000 ευρώ. Επίσης, συμπεριέλαβε τον αριθμό πρωτοκόλλου της αγωγής, η οποία αφορά τη διεκδίκηση μιας έκτασης στην περιοχή του Παπάγου. Ο δικαστής, αφού έλαβε και διάβασε την επιστολή, προχώρησε άμεσα σε καταγγελία.
Η καταγγελία οδήγησε σε κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση από την Εισαγγελία για το αδίκημα της κακουργηματικής δωροδοκίας δικαστή. Κατόπιν αυτών, ο Χρήστος Μαυρίκης συνελήφθη κοντά στην οικία του, στα βόρεια προάστια. Σήμερα θα οδηγηθεί, με τη διαδικασία του αυτοφώρου, στον εισαγγελέα για τα περαιτέρω.
Χρήστος Μαυρίκης: Ο άνθρωπος που «παγίδευσε» το τηλέφωνο του Ανδρέα Παπανδρέου κι έγινε ο πρώτος που… μας έμαθε τις υποκλοπές
Ο Χρήστος Μαυρίκης, μία από τις πιο αμφιλεγόμενες και σκοτεινές φιγούρες της Μεταπολίτευσης, συνελήφθη κατηγορούμενος για απόπειρα δωροδοκίας ανώτατου δικαστή του Αρείου Πάγου.
Γνωστός για την εμπλοκή του στο σκάνδαλο παρακολουθήσεων πολιτικών προσώπων στα τέλη της δεκαετίας του ’80, με πιο χαρακτηριστική την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, το όνομά του επανέρχεται στο προσκήνιο. Σύμφωνα με τις καταγγελίες, ο Μαυρίκης φέρεται να παρέδωσε επιστολή στον δικαστή, επιχειρώντας να τον δωροδοκήσει.
Η επιστολή, που αναφέρεται σε συγκεκριμένη εκκρεμή υπόθεση, περιείχε αίτημα για παρέμβαση του δικαστικού λειτουργού, αφήνοντας παράλληλα υπαινιγμούς για παροχή οικονομικών ανταλλαγμάτων. Ο δικαστής, μόλις διάβασε το περιεχόμενο, ενημέρωσε άμεσα τις αρχές και παρέδωσε την επιστολή, ενεργοποιώντας τη διαδικασία διερεύνησης.
Η καταγγελία μαζί με την επίμαχη επιστολή διαβιβάστηκαν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, η οποία διέταξε κατεπείγουσα προκαταρκτική έρευνα για το αδίκημα της κακουργηματικής δωροδοκίας δικαστή, με στόχο την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης.
Το «βρώμικο ’89», ο Ανδρέας Παπανδρέου και όλες οι υποθέσεις όπου βρέθηκε μπλεγμένος
Ο Χρήστος Μαυρίκης, αν και αποσύρθηκε από τη δημόσια σφαίρα, παραμένει στη συλλογική μνήμη ως το πρόσωπο-σύμβολο του σκοτεινού παρασκηνίου της Μεταπολίτευσης, σε μία από τις πιο πολωμένες περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Το 1989, εν μέσω της πολιτικής θυελλώδους περιόδου γνωστής ως «το βρώμικο ’89», ο Μαυρίκης κατηγορήθηκε ότι ηγείτο ενός δικτύου τηλεφωνικών παρακολουθήσεων.
Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις, συνομιλίες υπουργών, πολιτικών αντιπάλων και δημοσιογράφων καταγράφονταν συστηματικά, προκαλώντας σοκ στην κοινή γνώμη και πυροδοτώντας πολιτικές εξελίξεις. Το κλίμα ήταν ήδη τεταμένο, καθώς η Δικαιοσύνη προσπαθούσε να διαλευκάνει τα σκάνδαλα Κοσκωτά και Τράπεζας Κρήτης, γεγονός που ενίσχυσε την ένταση της περιόδου.
Ο Μαυρίκης υποστήριξε ότι οι ενέργειές του πραγματοποιήθηκαν κατ’ εντολή και με την ανοχή υψηλόβαθμων πολιτικών παραγόντων, μία δήλωση που προκάλεσε περαιτέρω αντιδράσεις. Τελικά, το 1998 καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση για τη διαβόητη υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων πολιτικών, επισφραγίζοντας τον ρόλο του σε μια από τις πιο αμφιλεγόμενες υποθέσεις της εποχής.
Το όνομα του Χρήστου Μαυρίκη ήρθε στο προσκήνιο τον Απρίλιο του 1993, όταν αποκαλύφθηκε ως ο υπάλληλος του ΟΤΕ που κατήγγειλε στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ότι είχε παγιδεύσει το σταθερό τηλέφωνο του γραφείου του Ανδρέα Παπανδρέου. Σύμφωνα με τις καταγγελίες του, η εντολή δόθηκε από τον στρατηγό Νίκο Γρυλλάκη, στενό συνεργάτη του τότε πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Μέσω της παγίδευσης, μπορούσε να ακούει κάθε τηλεφωνική συνομιλία του Παπανδρέου, απευθείας από το ακουστικό του σπιτιού του. Τα μέσα ενημέρωσης της εποχής τον αποκάλεσαν «εθνικό κοριό».
Όπως αποκάλυψε αργότερα, η παγίδευση γινόταν είτε μέσω των ΚΑΦΑΟ είτε μέσω ειδικά νοικιασμένων διαμερισμάτων. «Στα διαμερίσματα τραβάγαμε παράλληλα τη γραμμή και τοποθετούσαμε μαγνητόφωνα. Είχαμε νοικιάσει 4-5 διαμερίσματα και κρατούσαμε τα τηλέφωνα μόνιμα παρακολουθούμενα», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του, προσθέτοντας ότι οι καταγραφές των πιο κρίσιμων συνομιλιών παραδίδονταν στο γραφείο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Κατά τη διερεύνηση των μεγάλων σκανδάλων που συγκλόνισαν την Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 – μεταξύ αυτών και της υπόθεσης Κοσκωτά – αποκαλύφθηκε πως παρακολουθούνταν τηλεφωνικές γραμμές πολιτικών, επιχειρηματιών και δημοσιογράφων. Ο Μαυρίκης κατηγορήθηκε ως βασικός συντελεστής ενός παράνομου δικτύου παρακολούθησης, το οποίο ηχογραφούσε συνομιλίες και τις διέρρεε είτε στον Τύπο είτε σε πολιτικούς κύκλους.
Διαβάστε επίσης
Σε συνέντευξή του χρόνια αργότερα στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ, ο ίδιος παραδέχτηκε ότι «παρακολουθούσαμε περισσότερα από 100 τηλέφωνα στελεχών του ΠΑΣΟΚ». Οι παρακολουθήσεις, όπως ανέφερε, ήταν 24ωρες, με αποτέλεσμα να καταγραφούν ακόμα και προσωπικές στιγμές του Ανδρέα Παπανδρέου, πέρα από τις πολιτικές. Ειδικότερα, αποκάλυψε ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα παρακολουθούσε και το τηλέφωνο της συζύγου του πρωθυπουργού, Δήμητρας Παπανδρέου. Ωστόσο, τόνισε ότι αυτές οι συνομιλίες, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν διέρρευσαν ποτέ στα μέσα ενημέρωσης.
Το 2010, οι δύο τους βρίσκονται και πάλι αντιμέτωποι στον τηλεοπτικό αέρα της εκπομπής «Ζούγκλα», όπου ο υποκλοπέας στρέφεται εναντίον της με απειλητικό ύφος: «Μήπως θέλετε να βγουν τίποτα κασέτες στον αέρα για να καταλάβετε τι λέγατε;».
Μετά την καταγγελία του Χρήστου Μαυρίκη και την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη το 1993, ακολουθεί έρευνα στα ΚΑΦΑΟ του ΟΤΕ, όπως υπέδειξε ο Μαυρίκης. Πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένοι τεχνικοί έλεγχοι από εξειδικευμένα κλιμάκια, με σκοπό να διαπιστωθεί εάν οι καταγγελίες του ευσταθούν. Το πόρισμα της επιτροπής, το οποίο επιβεβαίωσε παρεμβάσεις, παρουσιάστηκε και συζητήθηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο στις 16 Ιουνίου 1994.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, αποκαλύφθηκε πως είχαν παρακολουθηθεί τα τηλέφωνα όχι μόνο του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και του Μιλτιάδη Έβερτ, του Γεράσιμου Κουρή, του Γεωργίου Ράλλη, των γραφείων του ΠΑΣΟΚ στη Χαριλάου Τρικούπη, καθώς και του Αντώνη Λιβάνη.
Τον Ιούνιο του 1994 ο βουλευτής-εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Κώστα Μπρακατσούλας δηλώνει: «Διαπιστώθηκε ότι παρακολουθήθηκαν τα τηλέφωνα του κ. Μιλτιάδη Έβερτ ως τον Αύγουστο του 1991 και του γραφείου του ως το 1991, και του υπουργείου Προεδρίας κατά το διάστημα που ήταν υπουργός ως τον Δεκέμβριο του 1991. Του Γεράσιμου Κουρή, ως τα τέλη Απριλίου 1990 και της εφημερίδας ΑΥΡΙΑΝΗΣ ως τον Σεπτέμβριο του 1990. Του σημερινού πρωθυπουργού, κ. Ανδρέα Παπανδρέου, το τριψήφιο τηλέφωνό του, ως τον Ιούνιο του 1990. Του Γεωργίου Ράλλη, πρώην πρωθυπουργού, ως τα τέλη του 1990.
Των γραφείων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην οδό Χαριλάου Τρικούπη, ως τον Δεκέμβριο του 1991. Του Αντώνη Λιβάνη ως τον Σεπτέμβριο του 1991. Του Κυριάκου Γριβέα ως τον Δεκέμβριο του 1990, γνωστός σε όλους μας ως αναπληρωτής διευθυντής του πολιτικού γραφείου του κ. Μητσοτάκη».
Η αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις και χρόνια αλληλοκατηγοριών. Από τη μία πλευρά, ο Χρήστος Μαυρίκης υποστήριζε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη του έδινε εντολές για το ποιες τηλεφωνικές γραμμές να παγιδεύσει. Από την άλλη, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης απέδιδε την πλήρη ευθύνη στον Μαυρίκη.
Διαβάστε επίσης
Ο Χρήστος Μαυρίκης καταδικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο της Αθήνας για απόπειρα εκβίασης σε βαθμό κακουργήματος, παραβίαση απορρήτου τηλεφωνικών συνομιλιών και παράνομη βία. Η ποινή του ήταν πέντε χρόνια φυλάκισης, οδηγώντας τον στις φυλακές Κορυδαλλού. Όσον αφορά τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, αν και παραπέμφθηκε, ουδέποτε οδηγήθηκε σε ειδικό δικαστήριο, καθώς ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να μην προχωρήσει η υπόθεση, επικαλούμενος λόγους πολιτικής σταθερότητας.
Το καλοκαίρι του 2022, ο Μαυρίκης βρέθηκε ξανά στο προσκήνιο, όταν συνελήφθη για οπλοκατοχή και κατοχή κάνναβης μετά από επεισόδιο σε πρατήριο καυσίμων στο Πικέρμι. Σύμφωνα με καταγγελία, διαπληκτίστηκε με έναν πολίτη για την προτεραιότητα στη σειρά ανεφοδιασμού, απειλώντας τον και βγάζοντας όπλο. Οι αρχές που έκαναν έρευνα στο όχημά του εντόπισαν ένα τέιζερ, έναν σουγιά και έναν κάλυκα πυροβόλου όπλου. Επιπλέον, σε έρευνα στο σπίτι του βρέθηκαν ένα παλαιό υποπολυβόλο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και 40 γραμμάρια κάνναβης, για τα οποία του ασκήθηκε δίωξη.