Στην εισαγγελέα οι ιατροδικαστές της υπόθεσης Πισπιρίγκου – «Κάλυψαν μια βαριά εγκληματική πράξη»

Ραγδαίες εξελίξεις στην πολύκροτη υπόθεση, μετά τα δις ισόβια στην ήδη καταδικασμένη Ρούλα Πισπιρίγκου
Ένοχη για τη δολοφονία των δύο μικρότερων παιδιών της, Ίριδας και Μαλένας, κρίθηκε η Ρούλα Πισπιρίγκου, με το δικαστήριο να την καταδικάζει σε δύο φορές ισόβια. Υπενθυμίζεται ότι η 36χρονη εκτίει ήδη ποινή ισοβίων για τη δολοφονία της μεγαλύτερης κόρης της, Τζωρτζίνας, που φέρεται να δηλητηρίασε με κεταμίνη.
Έρευνα έχει ξεκινήσει παράλληλα για τους ιατροδικαστές που ερεύνησαν τους θανάτους των δύο παιδιών, αφού στην αγόρευσή της η εισαγγελέας έκανε λόγο και για ευθύνες από πλευράς τους.
«Η κατηγορούμενη, προκειμένου να καλύψει τα εγκλήματά της, βρήκε πρόσφορο έδαφος στον κύκλο των ιατροδικαστών. Ιατροδικαστές που, όπως αποδεικνύεται, δεν έχουν συναίσθηση της ευθύνης τους, που δεν εγκύπτουν με σοβαρότητα στο αντικείμενο της μελέτης τους για να ανακαλύψουν την αιτία θανάτου τριών παιδιών. Δεν παραδέχθηκαν καν εδώ ότι έκαναν λάθος. Επέμεναν στην ίδια άποψη. Άλλοι εκτέθηκαν αναιρώντας δημόσια την αρχική, σωστή τους άποψη, αποδεχόμενοι άλλη άποψη στη συνέχεια», είπε, μεταξύ άλλων, η εισαγγελέας στην αγόρευσή της.
Οι ίδιοι παραπέμπονται στην εισαγγελία, ώστε να εξεταστεί αν πρέπει να διωχθούν ποινικά για το αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης, όπως κρίνεται η ιατροδικαστική τους έκθεση. Το αδίκημα που θα διερευνήσει ο αρμόδιος εισαγγελέας είναι αυτό της «ψευδούς κατάθεσης», αλλά δεν αποκλείεται αν προκύψουν στοιχεία, να αντιμετωπίσουν και άλλες κατηγορίες.
Η κατηγορία που αντιμετωπίζουν οι ιατροδικαστές
Tους ιατροδικαστές Αγγελική Τσιόλα, Χριστίνα Τσάκωνα, Σωκράτη Τσαντίρη, Ουρανία Δημακοπούλου και τον παθολογοανατόμο Εμμανουήλ Αγαπητό αποφάσισε το δικαστήριο να διαβιβάσει στην Εισαγγελία Αθηνών.
«Οι άνθρωποι αυτοί δεν παραπέμπονται επειδή έκαναν ένα επιστημονικό λάθος. Γιατί τους παραπέμπει το δικαστήριο προς ποινικό έλεγχο; Για ψευδή κατάθεση. Ότι δηλαδή αυτό που είπαν ήταν λάθος, αλλά αυτό το λάθος το συνέχισαν στο δικαστήριο, επέμειναν στο λάθος, με αποτέλεσμα, κατά το δικαστήριο, η συμπεριφορά τους αυτή να ερμηνεύεται ως μία κάλυψη μιας βαριάς εγκληματικής πράξης. Δηλαδή να λένε ψέματα», είπε για την απόφαση του δικαστηρίου, η δημοσιογράφος Ιωάννα Μάνδρου.
«Το να κάνει ένας άνθρωπος λάθος ή να έχει λάθος εκτίμηση, αυτό δε σημαίνει ότι είναι σε πλεκτάνη», σχολίασε από τη μεριά του ο δικηγόρος Κώστας Ντάλτας.
Ερωτηματικά για την επιμονή στο λάθος
«Νομίζω ότι η εισαγγελέας έκανε μια τεκμηριωμένη πρόταση, μια πρόταση που συμβαδίζει με την κοινή λογική, με την ιατροδικαστική λογική. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι ακριβώς έτσι», σημείωσε από την πλευρά του, ο Γρηγόρης Λέων, πρόεδρος της ελληνικής ιατροδικαστικής εταιρείας.
«Το γεγονός ένας ιατροδικαστής να σφάλει κάποια στιγμή, είναι μέσα στα πλαίσια. Το να επιμείνει στο λάθος, εκεί δημιουργεί πάρα πολλά ερωτηματικά και προφανώς για αυτόν τον λόγο, κινήθηκε όλη αυτή η διαδικασία, η οποία κινήθηκε στο συγκεκριμένο δικαστήριο, που εύχομαι οι συνάδελφοι να μπορέσουν να αποδείξουν γιατί αυτή η επιμονή στο λάθος», είπε ακόμη.
Όπως λέει ο ίδιος, «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό που έγινε, γίνεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Κατά τη γνώμη μου, πρέπει η συγκεκριμένη πρόταση να αποτελέσει τμήμα της διδασκαλίας των νέων ιατροδικαστών στην Ελλάδα. Το πρόβλημα εδώ ήταν ότι όλοι οι γιατροί είχαν αντιληφθεί, είχε αντιληφθεί όλος ο κόσμος, και εμείς ακόμα ήμασταν στον κόσμο μας;».
Μιλώντας για την υπόθεση η Εύη Αμπάζη, η δικηγόρος του Μάνου Δασκαλάκη, ανέφερε: «Το θέμα είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί που παραπέμπονται, έχουν διαφορετική δημόσια τοποθέτηση, διαφορετική επιστημονική άποψη στην προκαταρκτική εξέταση, διαφορετική επιστημονική άποψη ενώπιον του δικαστηρίου, διαφορετική άποψη ενώπιον της ανακρίτριας. Τρεις διαφορετικές απόψεις οι οποίες αναφέρονται σε διαφορετικά πράγματα».