ΑΡΧΙΚΗ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ

Σφίγγει ο κλοιός για την οικιακή βοηθό στο Ελληνικό: Η γνώση που είχε για τα χρήματα της οικογένειας και τα κλειδιά που δεν έδινε

Νέες αποκαλύψεις για το «θρίλερ» στο Ελληνικό

Τα τελευταία στοιχεία της συγκλονιστικής υπόθεσης

Ο κλοιός δείχνει να σφίγγει γύρω από την οικιακή βοηθό στην υπόθεση στο Ελληνικό, με τα ερωτήματα να πληθαίνουν και να παραμένουν αναπάντητα για τις συνθήκες θανάτου των τριών μελών της οικογένειας Σιδηρόπουλου μέσα σε 13 μέρες.

Στενός φίλος του Μιχάλη Σιδηρόπουλου, εμφανώς συγκλονισμένος, περιέγραψε στο «Τούνελ» τις τελευταίες δραματικές ημέρες της ζωής του. «Ήμασταν φίλοι για χρόνια. Όταν μάθαμε πως μπήκε στον Ερυθρό Σταυρό, σπεύσαμε όλοι να τον δούμε. Ήταν σε άθλια κατάσταση. Είχε σηπτικό πρόβλημα, κατάκλισεις στο σώμα από την ακινησία και, σύμφωνα με τους γιατρούς, είχε κολλήσει και ενδονοσοκομειακή λοίμωξη. Το σοκ ήταν μεγάλο. Η κατάστασή του χειροτέρευε καθημερινά», λέει χαρακτηριστικά.

Όπως εξηγεί, ο Μιχάλης δεν διέθετε τραπεζικό λογαριασμό στην Ελλάδα, μόνο στον Καναδά. «Λειτουργούσε σαν Καναδός, είχε μόνο μία κάρτα American Express για τα έξοδά του. Όταν αυτή άδειασε, μας ζήτησε να τον βοηθήσουμε. Μου πρότεινε να του δώσω τα στοιχεία του λογαριασμού μου ώστε να στείλει χρήματα από τον Καναδά. Δυστυχώς δεν μπορούσε να ολοκληρώσει τη μεταφορά γιατί του είχαν κλέψει το κινητό από το νοσοκομείο και δεν μπορούσε να λάβει τον κωδικό επιβεβαίωσης. Προσπαθήσαμε να εκδώσουμε νέα κάρτα SIM. Φτάσαμε στο σημείο να συνεισφέρουμε όλοι για να πληρώνεται η αποκλειστική νοσοκόμα».

Την ημέρα που ξέσπασε το επεισόδιο στο νοσοκομείο που νοσηλευόταν, ο ίδιος δεν ήταν παρών. Όπως του μετέφεραν οι υπόλοιποι φίλοι, ένας ασθενής στον διπλανό θάλαμο κάλεσε την αστυνομία υποψιασμένος ότι κάποιοι εκμεταλλεύονται τον Μιχάλη για να του αποσπάσουν υπογραφές και χρήματα. «Δεν γνωρίζω τι ήταν αυτό το χαρτί που υπέγραψε. Πάντως, όλα έγιναν με τη συναίνεσή του. Δεν υπήρξε τίποτα ύποπτο από εμάς».

Ο φίλος του αναφέρεται και στη Βουλγάρα οικιακή βοηθό, που είχε έρθει κοντά στον Μιχάλη πριν την περιπέτειά του. «Εγώ προσωπικά δεν την είδα ποτέ. Όμως οι άλλοι μου είπαν ότι είχε δικά της κλειδιά του σπιτιού, παρά τα όσα είπε στην εκπομπή ότι δεν είχε. Δεν μας άνοιγε για να πάρουμε ταυτότητα ή κάποιο έγγραφο, να μπορέσουμε να τον κηδέψουμε. Όταν πήγαμε στο τμήμα Ελληνικού και ζητήσαμε να σφραγιστεί το σπίτι, ο αστυνομικός μάς είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι. Εν τω μεταξύ, στο νοσοκομείο ο Μιχάλης ήταν χωρίς ταυτότητα, χωρίς ΑΜΚΑ, χωρίς τίποτα».

Η υπόθεση γίνεται ακόμα πιο σκοτεινή όταν αρχίζει να μιλά για τους θανάτους. «Μέσα σε 13 μέρες, πέθαναν τρεις άνθρωποι. Η μητέρα του Μιχάλη, ο ίδιος και η αδερφή του, η Βαρβάρα. Η Βαρβάρα, σύμφωνα με τη Βουλγάρα, έπαθε κρίση μόλις έμαθε για τον θάνατο της μητέρας της, μεταφέρθηκε στο Ασκληπιείο, μπήκε στην εντατική και λίγες μέρες μετά πέθανε και εκείνη. Μας φάνηκε εξαιρετικά περίεργο όλο αυτό. Και το πιο ανησυχητικό; Η Βουλγάρα ζητούσε να παραδοθεί το πτώμα της για να ταφεί, λέγοντας πως δεν έχει συγγενείς και ότι θα αναλάβει η “Κιβωτός”».

Όταν ρωτήθηκε τι πιστεύει πως έχει συμβεί, απάντησε ξεκάθαρα: «Κάτι έχει γίνει, δεν μπορεί να είναι όλα τυχαία. Τον Μιχάλη τον χάσαμε ξαφνικά από την παρέα και αρχίσαμε να τον ψάχνουμε. Όταν πήγα σπίτι του, δεν απαντούσε κανείς. Χτύπησα τα κουδούνια, αλλά οι γείτονες μου είπαν πως δεν ξέρουν τίποτα. Τελικά απάντησε η Βουλγάρα».

Μίλησε και για την περιουσία του φίλου του. «Είχε μεγάλη περιουσία στον Καναδά, αλλά πιθανότατα την είχε ρευστοποιήσει. Κανείς δεν γνωρίζει που πήγαν αυτά τα χρήματα. Εμείς ως φίλοι του, στείλαμε και email στον Υπουργό Υγείας για να βοηθήσει να βρεθεί λύση για την ταφή και να ανοίξει μια έρευνα. Θέλουμε μόνο την αλήθεια. Αυτό που έγινε είναι πολύ, πάρα πολύ ύποπτο», καταλήγει.

Πώς γνώριζε για τα χρήματα η οικιακή βοηθός;

Η υπόθεση του Ελληνικού συνεχίζει να προκαλεί έντονες αντιδράσεις, εγείροντας σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες τρία μέλη της οικογένειας Σιδηρόπουλου έχασαν τη ζωή τους μέσα σε διάστημα μόλις 13 ημερών.

Η στενή παρακολούθηση της υπόθεσης από τη φίλη του Μιχάλη οδηγεί σε νέες αποκαλύψεις που εντείνουν την ανησυχία και ρίχνουν φως σε άγνωστες πτυχές της τραγικής αυτής ιστορίας.

«Εγώ μίλησα με την αδελφή του όταν ήταν στο Ιπποκράτειο. Μου είπε “καλά που με πήρες και θέλω να σε δω”, και φυσικά της απάντησα ότι ήθελα να τη δω κι εγώ οπωσδήποτε. Την επόμενη μέρα, όμως, με ενημέρωσαν ότι είχε φύγει από το νοσοκομείο και είχε επιστρέψει σπίτι της. Ξαναλιποθύμησε όμως και την πήγαν σε άλλο νοσοκομείο».

Η φίλη του Μιχάλη, στην προσπάθειά της να μάθει περισσότερα για την κατάσταση, επικοινώνησε με τη γυναίκα που πρόσεχε την οικογένεια και ρώτησε για το νοσοκομείο όπου μεταφέρθηκε η αδελφή του.

«Η γυναίκα μου είπε ότι δεν ήξερε που την πήγανε και όταν τη ρώτησα για το νοσοκομείο, μου έκλεισε το τηλέφωνο. Έτσι, πήρα τηλέφωνο το Ε.Κ.Α.Β. και έμαθα ότι την πήγαν στο Ασκληπιείο Βούλας», αναφέρει η φίλη του Μιχάλη.

Η ίδια, αφού πήγε στο νοσοκομείο και μίλησε με τον γιατρό, ενημερώθηκε ότι η αδελφή του Μιχάλη είχε επανέλθει και οι ζωτικές της λειτουργίες ήταν σταθερές. Ωστόσο, η τραγική κατάληξη ήρθε αμέσως μετά.

«Η κυρία που την πρόσεχε με ενημέρωσε ότι πέθανε αμέσως μετά που την πήγαν στο δωμάτιο. Όταν τη ρώτησα πώς πέθανε, μου είπε ότι μόλις την έβγαλαν από την εντατική, έφυγε από τη ζωή», λέει συγκλονισμένη.

Η αφήγηση της φίλης αποκτά ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον όταν αναφέρεται στα οικονομικά της οικογένειας. Η οικιακή βοηθός φαίνεται να γνώριζε τα ποσά που διατηρούσαν στις καταθέσεις τους στην τράπεζα.

«Αυτή η γυναίκα δούλευε full time στο ξενοδοχείο και συγχρόνως πρόσεχε την οικογένεια και πηγαινοερχόταν συνέχεια στα νοσοκομεία», τονίζει η φίλη του Μιχάλη.

«Η ίδια, πάντως, δήλωσε ότι μόνο τον Μάρτιο και για λίγες ώρες κάθε μέρα τον Φεβρουάριο δούλευε, για να καθαρίζει. Ισχυρίζεται ότι κρατάμε εμείς τις κάρτες του Μιχάλη. Μιλάει για το δίπλωμα οδήγησής του, την κάρτα της ασφάλειάς του και μία τραπεζική, η οποία δεν είχε τίποτα μέσα.»

Αναρωτιέται για τις συνθήκες θανάτου των μελών της οικογένειας Σιδηρόπουλου και για το πώς τρεις άνθρωποι έφυγαν από τη ζωή μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. «Είναι αδιανόητο», λέει, «να χάσουν τρεις άνθρωποι τη ζωή τους σε τόσο σύντομο διάστημα, και μάλιστα με τόσα περίεργα περιστατικά».

«Το αυτοκίνητο είναι δικό μου, την οικιακή βοηθό δεν τη γνωρίζω»

Το «Τούνελ», στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να ρίξει φως στην τραγωδία της οικογένειας Σιδηροπούλου, ήρθε σε επαφή με έναν επιχειρηματία, ιδιοκτήτη εταιρείας ενοικίασης και πώλησης οχημάτων. Στόχος ήταν να διευκρινιστεί αν είναι ο κάτοχος του γκρι Hyundai Kona, το οποίο, σύμφωνα με μαρτυρίες γειτόνων, χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά αντικειμένων της οικογένειας.

Ο επιχειρηματίας επιβεβαίωσε ότι το όχημα ανήκει στον στόλο της επιχείρησής του. Όταν ερωτήθηκε αν το συγκεκριμένο αυτοκίνητο βρέθηκε στην περιοχή του Ελληνικού μετά τις 28 Απριλίου για τον συγκεκριμένο σκοπό, απάντησε αρνητικά.

Όπως ανέφερε, είχε ενημερωθεί για την υπόθεση του θανάτου των τριών μελών της οικογένειας Σιδηροπούλου στο Ελληνικό, αλλά δήλωσε πλήρη άγνοια, καθώς εκείνες τις ημέρες βρισκόταν στο εξωτερικό, και συγκεκριμένα στην Πολωνία.

Όταν του επισημάνθηκε ότι υπάρχουν μαρτυρίες πως το συγκεκριμένο αυτοκίνητο εθεάθη στην πολυκατοικία της οικογένειας λίγο μετά το τραγικό συμβάν και ότι φέρεται να χρησιμοποιήθηκε από άτομα που συνόδευαν την οικιακή βοηθό της οικογένειας για τη μεταφορά αντικειμένων, απάντησε ότι το όνομα της γυναίκας δεν του είναι γνωστό.

«Το όνομα της κυρίας που μου λέτε, δεν το γνωρίζω. Δεν μου λέει κάτι .Τα αυτοκίνητα μου τα νοικιάζει πολύς κόσμος . Εγώ είμαι κάθε μέρα στο δρόμο, δεν ξέρω αν ήμουν εγώ ή κάποιος άλλος. Ξέρω Βούλγαρους πολλούς, γιατί προμηθεύομαι από αυτούς εμπορεύματα για άλλη επιχείρηση που διατηρώ», λέει χαρακτηριστικά.

Στην ερώτηση δημοσιογράφου αν μπορεί από τα στοιχεία της εταιρείας να διαπιστώσει ποιος είχε χρησιμοποιήσει το συγκεκριμένο όχημα μετά τις 28 Απριλίου, απάντησε ότι αυτό προϋποθέτει επίσημο αίτημα για να προβεί στον απαραίτητο έλεγχο στις πλατφόρμες κρατήσεων και τα βιβλία της επιχείρησής του.

Η δημοσιογράφος της εκπομπής τότε τον ρώτησε αν τον φωνάζουν Άλεξ αφού αυτό το όνομα ακούστηκε στη γειτονιά και εκείνος απάντησε καταφατικά.