ΑΡΧΙΚΗ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ

Από το Μάτι στον όλεθρο της Πελοποννήσου και την καταστροφή της Αττικής: Οι μεγαλύτερες φωτιές που έκαψαν την Ελλάδα και τη «βύθισαν» στο πένθος

Φωτιές όπως στο Μάτι εξελίχθηκαν σε εθνική τραγωδία (EUROKINISSI / ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΙΣΙΝΑΣ)

Κάθε χρόνο στο ίδιο έργο θεατές…

Κάθε χρόνο βρισκόμαστε επί της ουσίας στο ίδιο έργο θεατές, με τις πυρκαγιές να καίνε την χώρα μας και, δυστυχώς, σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν εξελιχθεί σε εθνικές τραγωδίες, «βυθίζοντας» στο πένθος ολόκληρη την Ελλάδα.

Η φωτιά της Ζακύνθου μοιάζει τη δεδομένη στιγμή σήμερα (15/3) να είναι ανεξέλεγκτη και στα μέσα Μαρτίου ο εφιάλτης επιστρέφει, φέρνοντας στη μνήμη όλες τις φονικές πυρκαγιές, που συγκλόνισαν το πανελλήνιο.

Η τραγωδία στο Μάτι

Φυσικά, ποιος μπορεί να ξεχάσει τι συνέβη στις 23 Ιουλίου 2018 όταν και ξέσπασαν οι δύο μεγάλες πυρκαγιές στην Αττική, η πρώτη στην Κινέτα και η δεύτερη κοντά στο Νταού Πεντέλης, η οποία και επεκτάθηκε μέσα από τους οικισμούς σε Νέο Βουτζά και Μάτι με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 102 άνθρωποι αλλά και να τραυματιστούν δεκάδες άλλοι. Μάλιστα, το νεότερο θύμα ήταν μόλις 6 μηνών και το μεγαλύτερο 93 χρονών.

Η πυρκαγιά στο Νέο Βουτζά και το Μάτι έχει χαρακτηριστεί ως η φονικότερη στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους και η δεύτερη πιο φονική πυρκαγιά παγκοσμίως κατά τον 21ο αιώνα, μετά τις πυρκαγιές στην Αυστραλία στις 7 Φεβρουαρίου 2009 που είχαν αφήσει πίσω τους 180 θύματα.

Οι φωτιές του 2007 στην Πελοπόννησο

Το καλοκαίρι του 2007 η Ελλάδα βρέθηκε σε μια αντίστοιχα τραγική θέση καθώς κλήθηκε να αντιμετωπίσει μια σειρά από δασικές πυρκαγιές σε πολλαπλά μέτωπα, ενώ έχασαν τη ζωή τους 84 άνθρωποι, κάηκαν 1.500 σπίτια και 60.000 ζώα.

Συγκεκριμένα, από τις πυρκαγιές επλήγησαν οι νομοί: Μεσσηνίας, Αρκαδίας, Ηλείας (όπου έχασαν τη ζωή τους 49 άνθρωποι), Αχαΐας, Λακωνίας, Αργολίδας, Κορινθίας, Αττικής και Ευβοίας και Φθιώτιδας. Σε επίπεδο γεωγραφικού διαμερίσματος, οι διαχρονικά μεγαλύτερες καταστροφές αναφέρθηκαν το 2007 στην Πελοπόννησο, όπου κάηκαν 1.122.138 στρ., τιμή που αντιστοιχεί στο 82% των καμένων εκτάσεων της χώρας για το συγκεκριμένο έτος και είναι το μεγαλύτερο ποσοστό μεταξύ των διαμερισμάτων για όλα τα έτη για τα οποία αναλύθηκαν στοιχεία πυρκαγιών.

Μεγάλες, βέβαια, ήταν οι ετήσιες καταστροφές το 2000 και το 1998 στο ίδιο διαμέρισμα με 567.559 και 433.098 στρ. και ακολουθεί η Στερεά το 1998 με 377.923 στρ. Κατά μέσο όρο, ετησίως, οι καμένες εκτάσεις από πυρκαγιές είναι περισσότερες στην Πελοπόννησο (περίπου 145.000). Στις υπόλοιπες γεωγραφικές ενότητες, οι αντίστοιχες τιμές είναι μικρότερες. Περιορισμένες είναι οι ετήσιες καταστροφές εκτάσεων στα νησιά του Ιονίου, όπου κατ’ έτος καίγονται, κατά μέσο όρο, περίπου 20.000 στρέμματα.

Το 2000… μια πονεμένη ιστορία

Οι ετήσιες καμένες εκτάσεις της χώρας διαφοροποιούνται πολύ πιο έντονα από έτος σε έτος από ό,τι το πλήθος των δασικών πυρκαγιών. Κάθε χρόνο καίγονται, κατά μέσο όρο, 523.582 στρέμματα. Οι μεγαλύτερες ετήσιες καταστροφές δασικών και γεωργικών εκτάσεων καταγράφηκαν το 2000 και έφτασαν τα 1.600.071 στρ., μέγεθος που αντιστοιχεί στο 11,8% των συνολικών καμένων εκτάσεων της χώρας της 26χρονης περιόδου 1983-2008. Ακολουθούν τα έτη 1988 και 2007 με 1.522.779 στρ. και 1.372.857 στρ. αντίστοιχα. Οι περισσότερες καμένες εκτάσεις εντοπίζονται κατά την πενταετία 1996-2000 με μέση ετήσια τιμή 699.619 στρέμματα.

Η μεγαλύτερη μέση ετήσια συχνότητα εκδήλωσης πυρκαγιών εντοπίζεται την πενταετία 1991-1995 με 1.840 περιστατικά ανά έτος, αν και η τιμή αυτή ελαχιστοποιείται την περίοδο 2006-2008 στα 1.048 περιστατικά. Σε επίπεδο γεωγραφικού διαμερίσματος, η μέγιστη συχνότητα εκδήλωσης δασικών πυρκαγιών εντοπίζεται στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη το 2000, όπου αναφέρθηκαν 583 περιστατικά στο σύνολο των Νομών της, και ακολουθεί η Δυτική και Κεντρική Μακεδονία το 1999 και το 2001, με 554 και 538 πυρκαγιές αντίστοιχα. Από την εξέταση των μέσων μεγεθών, τη μεγαλύτερη μέση ετήσια συχνότητα εκδήλωσης πυρκαγιών εμφανίζει η Πελοπόννησος, με 276 επεισόδια, και ακολουθούν η Στερεά Ελλάδα και η Δυτική και Κεντρική Μακεδονία με 245 και 216 επεισόδια αντίστοιχα, ενώ οι λιγότερες πυρκαγιές ανά έτος καταγράφηκαν στη Θεσσαλία (101) και στα νησιά του Αιγαίου (102). Σε ό,τι αφορά στους Νομούς, μεγαλύτερη έξαρση δασικών πυρκαγιών αναφέρεται στο Ν. Έβρου το έτος 2000, με 427 περιστατικά. Οι μέσες ετήσιες συχνότητες εμφάνισης δασικών πυρκαγιών στους Νομούς καταγράφηκαν στην Κεφαλονιά, στην Ηλεία, στα Ιωάννινα και στην Εύβοια, όπου κάθε χρόνο εμφανίζονται, κατά μέσο όρο, 84, 81, 81 και 63 πυρκαγιές Σπανιότερα είναι τα περιστατικά σε Λευκάδα, Ευρυτανία και Ροδόπη με 5, 5 και 7 επεισόδια ανά έτος αντίστοιχα.

Ο πύρινος εφιάλτης της Εύβοιας

Η πρώτη φωτιά που σημειώθηκε στην Εύβοια, έπιασε στην περιοχή Κριεζά, στο Δήμο Κύμης Αλιβερίου. Αφού εκεί η πυρκαγιά τέθηκε υπό έλεγχο από την Πυροσβεστική, δόθηκε εντολή να εκκενωθεί ο οικισμός Ρετσινόλακκος, κοντά στη λίμνη Ευβοίας και ο οικισμός Κοκκίνη, όπου υπήρχαν κατασκηνώσεις, λόγω της μεγάλης φωτιάς που ξέσπασε πολύ κοντά στην περιοχή. Εκείνη τη στιγμή υπήρχε μόνο ένα κατασβεστικό αεροσκάφος, δεδομένου πως τα περισσότερα βρίσκονταν στο μέτωπο της Βαρυμπόμπης που έκαιγε παράλληλα. Μέχρι το απόγευμα της Τετάρτης είχαν εκκενωθεί συνολικά 8 χωριά και οικισμοί. «Πρέπει να ενισχυθούν τα εναέρια μέσα.

Δεν πρόκειται να σταματήσει η φωτιά με δύο αεροπλάνα και ένα ελικόπτερο» δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας κ. Φάνης Σπανός. Μέχρι το βράδυ η φωτιά είχε αναπτύξει τέσσερα μεγάλα μέτωπα που κινούνταν προς διαφορετικές κατευθύνσεις Όλη τη νύχτα οι φλόγες ανέβαιναν προς το βουνό και με το ξημέρωμα βοηθούμενες από τους ανέμους επέστρεφαν και πάλι σε παραλιακές περιοχές. Την προσπάθεια της πυροσβεστικής, ωστόσο, δυσκόλεψαν σε μεγάλο βαθμό , τόσο οι συνεχείς αναζωπυρώσεις, όσο και το γεγονός πως σε πολλές από τις διαβάσεις που οδηγούσαν στα πύρινα μέτωπα, είχαν πέσει φλεγόμενες κολώνες της ΔΕΗ και καλώδια ηλεκτρικού ρεύματος.

Την Πέμπτη 5 Αυγούστου, τα πύρινα μέτωπα είχαν ενωθεί, δημιουργώντας μια πύρινη αλυσίδα, από τον Ευβοϊκό κόλπο μέχρι το Αιγαίο. Την Κυριακή 8 Αυγούστου, ο αντιδήμαρχος Μαντουδίου έκανε λόγο για 1.000 καμένα σπίτια ενώ συμπλήρωσε ότι έχουν καεί 450.000 στρέμματα από τα 550.000 στα οποία εκτείνεται ο δήμος. Επισήμανε ότι από την πρώτη στιγμή ζητούσαν περισσότερα εναέρια μέσα πυρόσβεσης αλλά δεν εισακούονταν, καθώς ήταν «φωνή βοώντος εν τη ερήμω». Ενδεικτικό της οικολογικής καταστροφής είναι και το γεγονός ότι μια ελιά περίπου 2.500 ετών έγινε στάχτη στις Ροβιές.

Ηταν μέρος του αρχαίου ελαιώνα των Ροβιών και την υπέροχη ελιά που την αποκαλούσαν «Νύμφη» είχε περιγράψει στην αρχαιότητα ο Στράβωνας, ενώ ήταν παραγωγική μέχρι τη στιγμή που παραδόθηκε στις φλόγες. Ο ελαιώνας των Ροβιών αποτελούσε Μνημείο της Φύσης, με τα περισσότερα δέντρα του να ξεπερνούν την ηλικία των 2.000 ετών. Περισσότερα από 500.000 στρέμματα δάσους έγιναν επίσης παρανάλωμα κάνοντας τους ειδικούς να ομιλούν για μια ανυπολόγιστη καταστροφή και να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για επερχόμενα πλημμυρικά φαινόμενα, τα οποία, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο καθηγητής κ. Ευθύμιος Λέκκας, «είναι νομοτέλεια να εκτυλίσσονται αμέσως μετά τις πυρκαγιές», ενώ διευκρίνισε ότι ο κίνδυνος πλημμύρας αυξάνεται κατά επτά φορές ύστερα από πυρκαγιά.

Η πύρινη λαίλαπα της Βαρυμπόμπης

Η πυρκαγιά της 4ης Αυγούστου, ξέσπασε στην περιοχή της Βαρυμπόμπης, ανατολικά και βόρεια από τη συμβολή των οδών Τατοΐου και Ερυθραίας. Το σημείο είναι κατάφυτο και με αρκετά πυκνή βλάστηση, γεγονός που δυσκόλεψε αρκετά την πρόσβαση των επίγειων δυνάμεων, ενώ σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων, υπήρξαν εκρήξεις.

Η πυρκαγιά ξέσπασε και γρήγορα εξαπλώθηκε και στην ευρύτερη περιοχή, ενώ η γέφυρα της Βαρυμπόμπης τέθηκε εκτός λειτουργίας, όπως και το κύκλωμα υπερυψηλής τάσης (400 κιλοβολτ) Αχαρνών-Αγίου Στεφάνου. Η πυρκαγιά της Βαρυμπόμπης ανέπτυξε ακραία συμπεριφορά πυρός, εξαιτίας της πυκνής και εξαιρετικά ξηρής διαθέσιμης καύσιμης ύλης (αποτέλεσμα της παρατεταμένης ανομβρίας, του καύσωνα των τελευταίων ημερών, και των κακοκαιριών του χειμώνα – Ιανός, Μήδεια). Η εξάπλωση των μετώπων της πυρκαγιάς φαίνεται ότι καθοδογήθηκε κύρια από τον καιρό που δημιούργησε η ίδια η φωτιά και λιγότερο από το συνοπτικό άνεμο. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός πως η πυρκαγιά εξαπλώθηκε σε ζώνη μίξης οικιστικών και δασικών περιοχών, οπότε και ανά περιοχές αυξήθηκε το θερμικό φορτίο λόγω της καύσης τεχνητών υλικών.

Ως αποτέλεσμα είχε την ολική καταστροφή κατοικιών της περιοχής, το θάνατο εκατοντάδων ζώων, ενώ απειλήθηκαν και ανθρώπινες ζωές.

Η οικολογική καταστροφή της Δαδιάς

Τη δασική πυρκαγιά που σάρωσε την περιοχή του Έβρου τον Αύγουστο του 2023, φαίνεται να προκάλεσαν δύο κεραυνικά πλήγματα, κατά τη διάρκεια ξηρών καταιγίδων, τα βράδυ της 18ης. Η πρώτη φωτιά εκδηλώθηκε ξημερώματα της επόμενης ημέρας (19/08), στην περιοχή της Νίψας, 20 χιλιόμετρα βορειονατολικά της Αλεξανδρούπολης, ενώ η δεύτερη στο δάσος της Δαδιάς τις μεσημβρινές ώρες της 21ης Αυγούστου. Κατά τη διάρκεια του διημέρου 21–23 Αυγούστου η φωτιά εξαπλώθηκε με εκρηκτικό ρυθμό από τα περίπου 85.000 στρέμματα (21 Αυγούστου) σε επιφάνεια μεγαλύτερη των 650.000 στρεμμάτων (23 Αυγούστου), κατακαίοντας μέσα σε μόλις δύο εικοσιτετράωρα περισσότερα από 550.000 στρέμματα, επιφάνεια που αντιστοιχεί σχεδόν στο 60% της συνολικά καμένης έκτασης.

Καθοριστικό ρόλο στην εκρηκτική ανάπτυξη της πυρκαγιάς έπαιξαν οι πολύ ξηρές ατμοσφαιρικές συνθήκες που επέτρεψαν τη σημαντική επιτάχυνση του ρυθμού εξάπλωσης της φωτιάς, ακόμα και κατά τη διάρκεια των νυχτερινών ωρών. Σε αυτή την κατεύθυνση συνεισέφερε επίσης και η παρατεταμένη ξηρασία που επηρέασε την ευρύτερη περιοχή κατά τη διάρκεια των προηγούμενων μηνών, οδηγώντας την περιεχόμενη υγρασία των νεκρών και ζωντανών δασικών καυσίμων σε πολύ έως και εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, διευκολύνοντας έτσι την ραγδαία εξάπλωση της φωτιάς.

Όταν η φωτιά έφτασε… στον αστικό ιστό της Αττικής

Ο περσινός Αύγουστος δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Για μια ακόμη φορά κάτοικοι και περιοχές της Αττικής ήρθαν αντιμέτωποι με πύρινα μέτωπα, εκτάσεις γης καμένες και περιουσιακά στοιχεία κατεστραμμένα.

Η φωτιά ξέσπασε τις μεσημβρινές ώρες της Κυριακής (11/08), ενώ μια μέρα αργότερα στάλθηκε εντολή από το 112 για εκκένωση των οικισμών Νέας Πεντέλης, Παλαιάς Πεντέλης, Πάτημα Χαλανδρίου, Πάτημα Βριλησσίων. Το πύρινο μέτωπο ενώ ξεκίνησε από τον Βαρνάβα, εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα έως και στα 30 και πλέον χιλιόμετρα, στη βορειοανατολική Αττική, περνώντας και στο Πεντελικό όρος. Κάτοικοι και εκείνων των περιοχών δέχτηκαν μήνυμα από την Πολιτική Προστασία να εκκενώσουν τα σπίτια και την ευρύτερη περιοχή. Προς το παρόν, υπάρχει ένα θύμα της φωτιάς, μια 60χρονη γυναίκα, η οποία εγκλωβίστηκε στον εργασιακό της χώρο (βιοτεχνία) και βρέθηκε αποτεφρωμένη κάποιες ώρες αργότερα.