«Βγαίνετε με το κόκκινο βρακί, σαν τη Μπριζίτ Μπαρντό»: Ο άγριος ξυλοδαρμός του διαιτητή Μπάκα μετά το Παναθηναϊκός – ΑΕΚ

Σαν σήμερα ακόμα μια μαύρη μέρα στην ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος
Ήταν 29 Απριλίου 1995 όταν ο διαιτητής ποδοσφαίρου Φίλιππος Μπάκας έφτασε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Μαζί με τους επόπτες του, επιβιβάστηκε σε ένα ταξί με προορισμό την Καλαμάτα, όπου επρόκειτο να διευθύνει τον αγώνα της τοπικής ομάδας με τον ΠΑΣ Γιάννινα. Ωστόσο, λίγα μόλις μέτρα από το αεροδρόμιο, στη διασταύρωση των οδών Λαμίας και Αλίμου στο Άνω Καλαμάκι, οκτώ άτομα που επέβαιναν σε μηχανές και παρακολουθούσαν το ταξί από την άφιξή του, έθεσαν σε εφαρμογή τα σκοτεινά τους σχέδια.
Οι δράστες, γνωρίζοντας την ώρα άφιξης του Μπάκα, σταμάτησαν το ταξί, άνοιξαν την πόρτα και άρχισαν να τον χτυπούν άγρια με λοστούς και αλυσίδες. Τον έσυραν έξω από το όχημα, ενώ ταυτόχρονα εμπόδιζαν τον οδηγό και τους επόπτες να παρέμβουν. Η επίθεση κράτησε 20 εφιαλτικά λεπτά, κατά τη διάρκεια των οποίων ο διαιτητής δέχτηκε βίαια χτυπήματα, κυρίως στο κεφάλι. Όταν οι δράστες ολοκλήρωσαν την αποτρόπαια πράξη τους, άφησαν τον Μπάκα αιμόφυρτο στη μέση του δρόμου και εξαφανίστηκαν.
Η επίθεση σημειώθηκε μόλις δέκα ημέρες μετά τον τελικό Κυπέλλου στο ΟΑΚΑ, ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ, όπου το Κύπελλο κατέληξε στους «πράσινους» με πέναλτι στο 118ο λεπτό. Σύμφωνα με καταγγελία του Μπάκα, οι δράστες κατά τη διάρκεια του ξυλοδαρμού φώναζαν: «Καρ…η, θα πληρώσεις γι’ αυτά που έκανες στην ΑΕΚάρα. Έτσι πληρώνει η Original»!
Ο 38χρονος διαιτητής από τη Θεσσαλονίκη, παρά τις σοβαρές κακώσεις, μετέβη μαζί με τον οδηγό του ταξί στο αστυνομικό τμήμα Καλαμακίου, όπου υπέβαλαν μήνυση κατά αγνώστων. Στη συνέχεια, ο Μπάκας διακομίστηκε στο ΚΑΤ για περίθαλψη. Παρά τις ιατρικές συστάσεις, ανέλαβε την ευθύνη να αποχωρήσει και επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, αφού πρώτα απέστειλε στον Εισαγγελέα την ιατρική έκθεση που πιστοποιούσε τα τραύματά του.
Ο επεισοδιακός τελικός και τα δύο πέναλτι
Όλα ξεκίνησαν στις 19 Απριλίου το 1995, με τον Φίλιππο Μπάκα να είναι ο διαιτητής του τελικού Κυπέλλου στο ΟΑΚΑ μεταξύ του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ. Ενός τελικού που είχε δύο πέναλτι, παράταση, ένταση και σπρωξίματα στα αποδυτήρια μεταξύ των μελών των δύο ομάδων και του Γιώργου Βαρδινογιάννη με τους αστυνομικούς, καρεκλιές και ανταλλαγή καπνογόνων στις εξέδρες και ένα «ντου» των παικτών της ΑΕΚ με την υπόδειξη του πέναλτι στο 118ο λεπτό, με αποτέλεσμα μεταξύ άλλων να του σχίσουν και το μανίκι της φανέλας του.
Στο 12ο λεπτό, ο Σαραβάκος κέρδισε πέναλτι για την… ΑΕΚ, το οποίο αμφισβητήθηκε έντονα από τους «πράσινους». Ο Σαραβάκος το έχασε (δυνατά, ψηλά άουτ) με την εξέδρα των φίλων της πρώην του ομάδας να φωνάζει «Μητσάρα βαζέλα, βγάλε τη φανέλα». Το ματς ήταν έντονο, με θέαμα κακό όμως, γκολ δεν μπήκε και οι δύο ομάδες οδηγήθηκαν στην παράταση.
Σπρωξίματα στα αποδυτήρια και φωνές Βαρδινογιάννη σε αστυνομικό
Εν τω μεταξύ, στο ημίχρονο του αγώνα, υπήρξε έντονο επεισόδιο του τότε προέδρου του Παναθηναϊκού Γιώργου Βαρδινογιάννη, με τον αστυνομικό Φώτη Ζουμπούλη. Τα ρεπορτάζ της εποχής λένε πως ξεκίνησε επειδή δεν επέτρεψε στον «Καπετάνιο» να πάει στα αποδυτήρια. Οι φωνές που έβαλε στον αστυνομικό είναι μνημειώδης, ξεκινώντας μία γενικευμένη σύρραξη μεταξύ των δύο πλευρών, με σπρωξίματα και «γαλλικά».
Χαμός στις εξέδρες, με καρεκλιές και καπνογόνα
Επεισόδια έγιναν όμως και στις εξέδρες με τους οπαδούς των δύο ομάδων να εκτοξεύουν καρέκλες που έσπαγαν από τις εξέδρες του ΟΑΚΑ και καπνογόνα που είχαν περάσει μέσα, με την αστυνομική δύναμη να είναι απούσα από τις εξέδρες μεταξύ των δύο πλευρών και να μπαίνουν στη συνέχεια.
Το πέναλτι στο 118ο λεπτό και το «καροτσάκι» στον Μπάκα
Στην παράταση και συγκεκριμένα στο 118ο λεπτό, ο Βλάχος μάρκαρε τον Βαζέχα μέσα στην περιοχή, ο Πολωνός έπεσε, με τον έναν να φαίνεται πως κρατά τον άλλον και ο διαιτητής Μπάκας υπέδειξε την εσχάτη των ποινών. Με την υπόδειξη πέναλτι έγινε χαμός. Όλοι οι παίκτες της ΑΕΚ έπεσαν πάνω του και τον έσπρωχναν, μπήκαν μέσα και άλλοι από τους πάγκους, αστυνομικοί και άνθρωποι του αγώνα ενώ από την συμπλοκή, σκίστηκε η φανέλα του Μπάκα στο μανίκι. Ο Βλάχος πήρε δεύτερη κίτρινη κάρτα και αποβλήθηκε και ο Μανωλάς απευθείας κόκκινη. Ο Βαζέχα ευστόχησε στο πέναλτι, με τον Ατματσίδη να ακουμπάει τη μπάλα και αυτό ήταν το τελικό σκορ: 1-0!
Δεχόταν απειλές: «Έλεγαν θα με έσφαζαν»
Από την επομένη κιόλας του τελικού ο Φίλιππος Μπάκας, όπως είχε καταγγείλει δεχόταν απειλές: «Όλες τις προηγούμενες ημέρες, μου τηλεφωνούσαν στο σπίτι μου και στο μαγαζί μου και με απειλούσαν. Όταν κληρώθηκα να διευθύνω το ματς της Καλαμάτας, με πήραν τηλέφωνο άγνωστοι και μου είπαν να μην πάω, γιατί θα με έσφαζαν». Είχε ζητήσει μάλιστα και αστυνομική προστασία, αλλά το περιπολικό δεν τον είχε συνοδεύσει από το αεροδρόμιο στο ξενοδοχείο.
«Ήταν πληρωμένοι δολοφόνοι»
Μιλώντας στην εφημερίδα «ΝΕΑ», μετά την επίθεση, είχε πει: «Όταν φθάσαμε στο Ελληνικό, κοίταξα μαζί με τους επόπτες γύρω μου, αλλά δεν διέκρινα κάτι ύποπτο. Πήραμε ταξί για το ξενοδοχείο και λίγα μέτρα μακριά από το αεροδρόμιο, σε κάποιο φανάρι άρχισε η περιπέτειά μας. Πέντε «φουσκωτοί» άνοιξαν την πόρτα του ταξί, με έσυραν έξω και άρχισαν να με χτυπάνε με λοστούς και με μια μεγάλη κλειδαριά στο σώμα, στα πόδια και στο πρόσωπο.
Επί 20 λεπτά κρατούσαν ακινητοποιημένο το ταξί και δεν άφηναν τον ταξιτζή και τους επόπτες να βγουν και να με βοηθήσουν. Συνολικά, ήταν οκτώ άτομα, πληρωμένοι δολοφόνοι και πρώτη φορά φοβήθηκα τόσο πολύ. Με χτυπούσαν και έλεγαν καρ….η θα πληρώσεις γι’ αυτά που έκανες στην ΑΕΚάρα. Έτσι πληρώνει η Original. Αν είσαι εσύ μια φορά μάγκας, εμείς είμαστε τριάντα».
Οι παίκτες του Παναθηναϊκού είχαν δει τους δράστες
Στο οξύμωρο της όλης υπόθεσης είναι πως οι παίκτες του Παναθηναϊκού είχαν δει στο αεροδρόμιο τους δράστες της επίθεσης. Οι «πράσινοι» επέστρεφαν από την Ξάνθη και αντίκρισαν καμία δεκαριά φίλους της ΑΕΚ. Μετά έγινε γνωστό ότι περίμεναν τον Μπάκα. Μάλιστα, οι οπαδοί της ΑΕΚ είχαν και λογομαχία με παίκτες του Παναθηναϊκού και ιδιαίτερα με τον Νιόπλια. Με την επέμβαση των ψυχραιμότερων, δεν είχε ξεφύγει η κατάσταση.
«Η οργή και η αγανάκτηση του κόσμου, δεν αστυνομεύονται»
Ο διαιτητής Φίλιππος Μπάκας είχε κατονομάσει τον Δημήτρη Μελισσανίδη ως υποκινητή της επίθεσης σε δήλωση που είχε κάνει στην «Ελευθεροτυπία» και όταν ζητήθηκε η άποψη του προέδρου της ΑΕΚ, είχε πει τότε: «Καταδικάζουμε το γεγονός. Είναι φανερό όμως ότι η οργή και η αγανάκτηση του κόσμου, δεν αστυνομεύονται». Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και η δήλωση του έτερου μεγαλομετόχου της «κιτρινόμαυρης» ΠΑΕ Γιάννη Καρρά, που είχε κάνει λόγο και για… προβοκάτσια.
Το κόκκινο βρακί και η Μπριζίτ Μπαρντό
Μελισσανίδης και Μπάκας συνομίλησαν λίγες μέρες αργότερα, σε εκπομπή του ΣΚΑΪ, με τον πρόεδρο της ΑΕΚ να εκστομίζει και μία ατάκα που έχει μείνει στην ιστορία.
Δημοσιογράφος: «Πείτε μας κύριε Μπάκα, ποιος ευθύνεται για τον ξυλοδαρμό σας;»,
Μπάκας: «Ξέρει ο κύριος Μελισσανίδης…»
Μελισσανίδης: «Αυτό που ξέρω εγώ, κύριε Μπάκα, είναι ότι βγαίνετε στα κανάλια με το κόκκινο βρακί και το δείχνετε σαν τη Μπριζίτ Μπαρντό σε όλη την Ελλάδα».
«Ένας υπάλληλος της ΔΕΗ ήταν και κάτι πρεζόνια»
Χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα τον Νοέμβριο του 2009, ο Μπάκας είχε μιλήσει στην εφημερίδα «Εξέδρα», λέγοντας κιόλας πως όχι μόνο είχε μάθει τους δράστες της επίθεσης, αλλά βοήθησε και το παιδί του ενός να βρει ομάδα.
«Στον τελικό του 1995 έδωσα πέναλτι υπέρ της ΑΕΚ και το έχασε ο Σαραβάκος. Τότε ήμουν καλός; Να μην δώσω το άλλο πέναλτι, επειδή ήταν στο 118’; Πέναλτι το ένα, πέναλτι και το άλλο. Γιατί να μην το δώσω; Για να πάει το ματς στα πέναλτι και να είμαι ο καλός; Το DVD της φάσης πήγε στη FIFA και δικαιώθηκα. Είπαν ότι ήταν πέναλτι».
«Στον έναν που με χτύπησε βρήκα ομάδα για το παιδί του»
Για τις επιπτώσεις που είχε στη ζωή του είπε: «Μετά το 1999 όλα κύλησαν καλά. Τα βρήκα και με αυτούς που με είχαν χτυπήσει» ενώ γιατί δεν κινήθηκε νομικά είπε: «Να πάρω τι; Ο ένας ήταν υπάλληλος της ΔΕΗ. Δεν θέλω να πω τίποτα παραπάνω. Οι άλλοι, πρεζόνια. Τι να πάρω από αυτούς; Όχι μόνο δεν το κυνήγησα, αλλά αυτόν που με χτύπησε, τον βοήθησα κιόλας.
Αρκετά αργότερα, μεσολάβησα να πάει ο γιος του σε ομάδα. Όταν ήρθε και με βρήκε, του είπα “εσύ ήσουν που με χτύπησες”. Το παραδέχτηκε, αλλά δεν ήθελα να την πληρώσει ο γιος του. Ήταν καλός παίκτης και μίλησα με έναν μάνατζερ για να πάει σε ομάδα. Πήγε, πληρώνεται καλά και έχει και ταλέντο. Τι να έκανα; Αυτοί που έκαναν κακό θα το βρουν από τον Θεό».