Θωρηκτό Αβέρωφ: Το πλοίο θρύλος του Πολεμικού Ναυτικού – Σαν σήμερα, 15 Μαΐου του 1911, παραδίδεται στην Ελλάδα

Το Θωρηκτό Αβέρωφ είναι ένα πλοίο – θρύλος του Πολεμικού μας Ναυτικού. Οι επιτυχίες του στο Αιγαίο του χάρισαν αμέσως τον χαρακτηρισμό «Το τυχερό πλοίο».
Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» αποτελεί έναν ζωντανό θρύλο του Πολεμικού Ναυτικού της Ελλάδας. Ελάχιστα πολεμικά πλοία στην παγκόσμια ναυτική ιστορία έχουν συνδεθεί τόσο βαθιά και διαχρονικά με την ιστορία ενός έθνους. Η φήμη και ο σεβασμός που απολαμβάνει από τους Έλληνες παραμένουν αμείωτα μέχρι και σήμερα.
Το πλοίο ναυπηγήθηκε στο Λιβόρνο της Ιταλίας, αρχικά για λογαριασμό του ιταλικού πολεμικού ναυτικού. Ωστόσο, η ακύρωση της παραγγελίας επέτρεψε στην ελληνική κυβέρνηση υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη να ενδιαφερθεί για την απόκτησή του. Στις 12 Νοεμβρίου 1909, η Ελλάδα κατάφερε να εξασφαλίσει την αγορά του, παρά τις παράλληλες προσπάθειες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να το αποκτήσει. Εκείνη την περίοδο, η χώρα βρισκόταν σε διαδικασία εκτεταμένου εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεών της, ως αποτέλεσμα της ήττας στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897. Ιδιαίτερα στο Πολεμικό Ναυτικό, η ανάγκη εκσυγχρονισμού ήταν επιτακτική, καθώς ο απαρχαιωμένος στόλος δυσκολευόταν να εξασφαλίσει την κυριαρχία στο Αιγαίο. Η προσθήκη σύγχρονων πολεμικών μονάδων, όπως το «Γεώργιος Αβέρωφ», αποτέλεσε βασικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Η αγορά του θωρακισμένου καταδρομικού ή βαρέως ευδρόμου, σύμφωνα με τη στρατιωτική ορολογία, κόστισε 24.000.000 δραχμές και ήταν συμφέρουσα χάρις στη διαπραγματευτική ικανότητα του υπουργού Ναυτικών, Ιωάννη Δαμιανού. Το 1/3 του ποσού καταβλήθηκε από το κληροδότημα του ηπειρώτη επιχειρηματία και εθνικού ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ (1815-1899) και εξ αυτού του λόγου το πλοίο έλαβε το όνομά του.
Το θωρηκτό «Αβέρωφ» καθελκύστηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1910 και παραδόθηκε στη χώρα μας στις 15 Μαΐου 1911. Ύστερα από ένα σύντομο ταξίδι στην Αγγλία με την ευκαιρία της στέψης του βασιλιά Γεωργίου Ε’, την 1η Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου κατέπλευσε στο Φάληρο κι έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τον ελληνικό λαό. Το πλοίο, από τα πιο σύγχρονα πολεμικά της εποχής του, ήταν ατμοκίνητο, έπλεε με ταχύτητα 24 κόμβων και είχε πλήρωμα 20 αξιωματικών και 670 ναυτών. Αμέσως έγινε η ναυαρχίδα του απαρχαιωμένου ελληνικού στόλου.
Στο θωρηκτό «Αβέρωφ» δόθηκε η ευκαιρία ήδη από την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου να επιβάλει την παρουσία τους και σε επιχειρησιακό επίπεδο να αλλάξει τις ισορροπίες στο Αιγαίο. Με κυβερνήτη τον ναύαρχο και μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας Παύλο Κουντουριώτη (1855-1935), ηγήθηκε των ελληνικών δυνάμεων στις νικηφόρες ναυμαχίες της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913) κατά του τουρκικού στόλου, διαλύοντας τις προσδοκίες της Υψηλής Πύλης για τον έλεγχο του Αιγαίου.
Τον Οκτώβριο του 1918 το «Αβέρωφ» αγκυροβόλησε στην Κωνσταντινούπολη και ύψωσε την ελληνική σημαία απέναντι από το παλάτι του Σουλτάνου, καθώς η χώρα μας ήταν μία από τις νικήτριες δυνάμεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Με την κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου το καλοκαίρι του 1922 βρέθηκε ξανά στα παράλια της Ιωνίας, για να βοηθήσει στη μεταφορά των στρατευμάτων και του ξεριζωμένου ελληνικού στοιχείου.
Αμέσως μετά υπέστη γενική επισκευή στη Γαλλία και το 1928 ανέλαβε και πάλι δράση. Την περίοδο του Μεσοπολέμου συνδέθηκε με θλιβερά επεισόδια, που είχαν μοιραίες συνέπειες για τις μετέπειτα εξελίξεις των εσωτερικών μας πραγμάτων. Το θλιβερότερο απ’ όλα ήταν η χρησιμοποίησή του από τους στασιαστές στο φιλοβενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935.
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και γερασμένο, παρέμεινε η ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου. Μετά τη γερμανική εισβολή, τον Απρίλιο του 1941, επικράτησε προς στιγμήν η ιδέα να βυθισθεί για να μην παραδοθεί στον εχθρό, αλλά γρήγορα εγκαταλείφθηκε. Το «τυχερό καράβι», όπως είχε αποκληθεί, έφθασε τελικά σώο στην Αλεξάνδρεια και για το υπόλοιπο του πολέμου συμμετείχε σε νηοπομπές στον Ινδικό Ωκεανό.
Οι δύο τελευταίες του αποστολές – ειρηνικές αυτή τη φορά – ήταν η μεταφορά της κυβέρνησης της Απελευθέρωσης του Γεωργίου Παπανδρέου στον Πειραιά (17 Οκτωβρίου 1944) και το ταξίδι του στη Ρόδο (15 Μαΐου 1945), όπου έφερε το μήνυμα της προσάρτησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.
Το 1952 το «αήττητο πλοίο», που συνδέθηκε άρρηκτα με τον ναύαρχο Κουντουριώτη και την πολιτική πίστη του Ελευθερίου Βενιζέλου στη ναυτική ισχύ της Ελλάδος, παροπλίστηκε και σήμερα ναυλοχεί στο Φάληρο, όπου λειτουργεί ως Πολεμικό Μουσείο.