ΑΡΧΙΚΗ LIFE RETROMANIA

Ο εφιάλτης του Θανάση Βέγγου: Τα άγνωστα οικονομικά προβλήματα που τον «γονάτισαν»

Θανάσης Βέγγος

Όσο ταλέντο είχε στην υποκριτική, άλλο τόσο του έλειπε από τη διαχείριση των οικονομικών, δημιουργώντας πολλούς μπελάδες

Ο Θανάσης Βέγγος, ο «καλός μας άνθρωπος» αποτέλεσε ένα σπάνιο είδους ανθρώπου που αγαπούσε βαθιά τον κόσμο και έβλεπε την υποκριτική ως λειτούργημα. «Έφυγε» από τη ζωή το 2011 σε ηλικία 84 ετών, αφήνοντας πίσω του μια τεράστια κληρονομιά στον ελληνικό κινηματογράφο και τον πολιτισμό γενικότερα. Η καλοσύνη του όμως τον οδήγησε σε σειρά οικονομικών προβλημάτων.

Η τελειομανία που οδήγησε σε οικονομική καταστροφή

Τα επόμενα χρόνια «χτίζει» στον κινηματογράφο τον χαρακτήρα που γνωρίσαμε όλοι. Του αεικίνητου και γκαφατζή και όλα πήραν τον δρόμο του. Ο ηθοποιός είπε να κάνει το βήμα παραπάνω και να δημιουργήσει μια δική του εταιρεία γέλιου, την «Θου-Βου ταινίες γέλιου», αλλά όσο ταλέντο είχε στην υποκριτική, άλλο τόσο του έλειπε από τη διαχείριση οικονομικών.

Θανάσης Βέγγος

Όπως αναφέρει η «Μηχανή του Χρόνου», ένα από τα λάθη του ήταν, «για να ολοκληρώσει τις ταινίες του, προπωλούσε μετοχές, που συχνά ξεπερνούσαν το 100% της πραγματικής αξίας. Έφτανε στο σημείο να πουλήσει το 120% με 130% της ταινίας και στη συνέχεια να είναι υποχρεωμένος να πληρώνει το 30% ή το 20% επιπλέον».

Η φήμη του «κακοδιαχειριστή» στα οικονομικά όμως γρήγορα εξαπλώθηκε και πολλοί θέλησαν να το εκμεταλλευτούν. Όπως ένας ηλεκτρολόγος που του είχε πει πως η γυναίκα του ήταν έγκυος και ο Βέγγος του… δώρισε ποσοστά από μια ταινία του. Μετά την προβολή όμως αυτής, ο καλόκαρδος κωμικός δεν είχε χρήματα για να δώσει στον ηλεκτρολόγο και εκείνος τον κατήγγειλε και τον οδήγησε στα δικαστήρια.

Όσοι τον γνώριζαν καλά, ανέφεραν πως η οικονομική καταστροφή του Θανάσση Βέγγου επήλθε επειδή ήταν τελειομανής. Δεν λογάριαζε τα χρήματα σαν παραγωγός. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα και να τιμήσει την τέχνη που υπηρετούσε.

Μπορούσε να γυρίσει δεκάδες φορές μία σκηνή, μέχρι να ολοκληρωθεί έτσι ακριβώς όπως ήθελε. Τότε όμως το φιλμ ήταν πολύ ακριβό και έπρεπε να πληρώνει με λεφτά που δεν είχε. Το είχε αναγνωρίσει βέβαια κάποια στιγμή, λέγοντας: «Θα ξέρεις βέβαια, ότι κάποτε έβαλα όλο το συνεργείο και ξεσκόνισε τις Θερμοπύλες! Ναι, μα τον Θεό! Καθαρίσαμε τις Θερμοπύλες για ένα γύρισμα. Αυτή η τελειότητα μόνο στο δικό μου κεφάλι υπάρχει. Αυτή η τελειότητα με έχει οδηγήσει δύο φορές στην καταστροφή»!

Παρά τις επιτυχίες στις ταινίες του όμως, δεν κατάφερε να αναχαιτίσει την πτώχευση. Οι δανειστές του τον πίεζαν, η εφορία τον κυνηγούσε και οι περισσότεροι φίλοι και συνεργάτες, του είχαν γυρίσει την πλάτη.

Έφτασε στο σημείο να χάσει το σπίτι του στην Κυψέλη όπου ζούσε με την οικογένειά του.

Η οικογένεια του Θανάση Βέγγου

«Η στιγμή που ξεβίδωσα την πινακίδα με το όνομα της εταιρείας από τον τοίχο, δεν περιγράφεται. Ένιωθα σαν να ξηλώνω τα όνειρα μου. Όλα» είχε πει σε συνέντευξή του.

Ο Θανάσης Βέγγος κατάφερε να ορθοποδήσει οικονομικά πολλά χρόνια αργότερα, με τα οικονομικά του να αναλαμβάνει ένας φίλος και συνεργάτης του, ο Ντίνος Κατσουρίδης.

Δεν σταμάτησε όμως ποτέ. Παρά τις δυσχέρειες, εργαζόταν σκληρά και δεν έκανε «εκπτώσεις» σε αυτά που ήθελε.

Στις πρόβες του θεατρικού έργου του Γιώργου Λαζαρίδη «Ο Τρελός του Λούνα Παρκ», που ανέβηκε τη σεζόν 1969-1970 στο θέατρο «Αμιράλ» της Αθήνας, ο Θανάσης Βέγγος έπρεπε κάποια στιγμή να σταματήσει τις τρεχάλες πάνω στη σκηνή για να τον παρακολουθήσει και ο θεατής. «Δάσκαλε, αδύνατο να φρενάρω. Είμαι ηθοποιός ανοιχτής θάλασσας, κατάλαβέ το», έλεγε στον σκηνοθέτη της παράστασης Κωστή Μιχαηλίδη. «Κι όμως Θανάση μου, στη σκηνή του μονολόγου που λες για τη ζωή σου πρέπει να κάτσεις σ’ αυτό το σκαμνάκι και να συγκεντρωθείς. Αλλιώς, δεν βγαίνει συγκίνηση» αντέτεινε ο Μιχαηλίδης.

Πράγματι, στη γενική πρόβα ο Βέγγος κάθισε στο σκαμνάκι κι έδωσε ένα ρεσιτάλ υποκριτικής. Κλαίγοντας τελείωσε το μονόλογό του. Όρθιοι χειροκροτούσαν οι παριστάμενοι. Τρέχει συγκινημένος και ο Μιχαηλίδης στα παρασκήνια. «Είδες Θανάση μου που είχα δίκιο;». «Δάσκαλε, δεν βγήκε από το σκαμνάκι η συγκίνηση. Σκεφτόμουν ότι αύριο έρχονται κλητήρες να μου πάρουν το σπίτι και δεν ξέρω πού να βολέψω τη Μίνα και τα παιδιά…».

Το 1969 ΄ήταν η περίοδος που εταιρεία του Θανάση Βέγγου «ΘΒ Ταινίες Γέλιου» είχε χρεοκοπήσει και ο δημοφιλής ηθοποιός αντιμετώπιζε τεράστια οικονομικά προβλήματα.

Μία άλλη ιστορία του Βέγγου

Εν έτει 1965 ο Θανάσης Βέγγος αποφάσισε να στήσει τη δική του κινηματογραφική εταιρεία και να γυρίζει πλέον τις δικές του ταινίες, έτσι όπως ο ίδιος είχε οραματιστεί. Η μεγάλη επιτυχία της πρώτης του παραγωγής, που δεν ήταν άλλη από τον θρυλικό «Πράκτορα Θου-Βου», του έδωσε τη δυνατότητα να ξεκινήσει την προετοιμασία της δεύτερης, του επίσης θρυλικού «Παπατρέχα». Μια ταινία με έναν Βέγγο στα μεγάλα του κέφια.

Είχε προγραμματίσει να βγει στις αίθουσες μέσα στο 1966 μόνο με μία ταινία, που έπρεπε νε είναι καλοκουρδισμένη και καλογυρισμένη. Φροντισμένη απ’ όλες τις απόψεις. Κι ο Θανάσης, τελειομανής καθώς ήταν, δεν δίστασε –ως γνωστόν– να κάνει υπερβάσεις σε θέματα παραγωγής αλλά και οικονομικών απαιτήσεων των συνεργατών του.

Τα πρώτα προβλήματα είχαν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται στον ορίζοντα, αφού οι άνθρωποι που χειρίζονταν τις οικονομικές του συναλλαγές τού έπαιζαν ένα παιχνίδι απίστευτα ανέντιμο και δόλιο, στηριζόμενοι στην άγνοια του παραγωγού για τη σωστή οικονομική διαχείριση της εταιρείας του. Τα πρώτα γραμμάτια άρχισαν να διαμαρτύρονται. Ο Θανάσης Βέγγος, όμως, δεν πτοήθηκε.

Ήταν κάθετος στις ιδέες του και στον τρόπο που ήθελε να γυρίζει πλέον ο ίδιος τις ταινίες του. Δεν το έκανε μόνο για βιοπορισμό, αλλά περισσότερο για τη χαρά της δημιουργίας και την αγάπη του για το σινεμά. Τα έξοδά του ήταν τεράστια, αφού συντηρούσε ένα στούντιο, γραφεία, υπαλλήλους, αλλά όλα αυτά τα έβαζε σε δεύτερο πλάνο μπροστά στη δημιουργία για καλό κινηματογράφο.

Χωρίς προχειρότητες, κακά σενάρια, δυσαρεστημένους ηθοποιούς και εκμετάλλευση από τρίτους του ονόματός του, αλλά και του κόπου του. Κάτι που τελικά δεν μπόρεσε να αποφύγει αφού οι επιτήδειοι έπεσαν από δίπλα του για να εκμεταλλευτούν πράγματα και καταστάσεις.

Πράγματι, το φιλμ σημείωσε μεγάλη επιτυχία, όχι μόνο εισπρακτική, αλλά και καλλιτεχνική.