Η μέρα που άλλαξε η Ελλάδα: Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου έβαλε την χώρα στο ΔΝΤ

Το χρονικό μέχρι την ένταξη της χώρας σε μια από τις πιο δύσκολες ιστορικές της στιγμές
Σήμερα, 23 Απριλίου, είναι μια θλιβερή επέτειος για τη χώρα μας. Πριν από 13 χρόνια, το 2010, ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωσε την ένταξη της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης, αποτελούμενο από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Η ελληνική κρίση χρέους σηματοδότησε την αδυναμία του ελληνικού κράτους να δανειστεί με βιώσιμα επιτόκια από τις διεθνείς αγορές, γεγονός που οδήγησε σε σοβαρές δυσκολίες στην εκπλήρωση των οικονομικών του υποχρεώσεων. Η αδυναμία αποπληρωμής χρέους, όπως τα ομόλογα που έληγαν στις αρχές του 2010, επιδεινώθηκε από το δημοσιονομικό έλλειμμα, το οποίο είχε φτάσει στο ανησυχητικό -15,4%. Αυτή η οικονομική κατάρρευση είχε δραματικές συνέπειες, όπως την αύξηση της ανεργίας και ένα νέο κύμα μετανάστευσης Ελλήνων στο εξωτερικό, με την ιστορία του ΔΝΤ να μας απασχολεί ακόμη και σήμερα.
Από τον Σεπτέμβριο του 2008, η ανεργία αυξανόταν σταθερά, ενώ το ΑΕΠ της χώρας μειωνόταν. Μέσα σε μόλις τέσσερις μήνες, το έλλειμμα ανήλθε στα 717 εκατομμύρια ευρώ (-0,3%), θέτοντας στο προσκήνιο το ενδεχόμενο προβλημάτων αναχρηματοδότησης του χρέους. Τα πρώτα μέτρα για την ενίσχυση της οικονομίας ανακοινώθηκαν τον Αύγουστο του ίδιου έτους, αλλά οι πιέσεις στο τραπεζικό σύστημα συνεχίστηκαν. Στις 18 Νοεμβρίου 2008, το κράτος προχώρησε στην κεφαλαιοποίηση των τραπεζών με 28 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σε εκείνο το δύσκολο περιβάλλον, ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Σημίτης, μιλώντας στη Βουλή, προειδοποίησε πως σε περίπτωση που το κράτος αντιμετωπίσει προβλήματα δανεισμού, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιθανότατα θα προτείνει την προσφυγή στο ΔΝΤ για στήριξη. Η δήλωσή του προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, τόσο από τον τότε Υπουργό Οικονομικών, Γιώργο Αλογοσκούφη, όσο και από τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Η πορεία προς την κρίση είχε ξεκινήσει, οδηγώντας την Ελλάδα μπροστά σε μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές προκλήσεις της σύγχρονης ιστορίας της.
Η «εκτόξευση» του χρέος επί Καραμανλή που έβαλε «βόμβα» στα χέρια του Παπανδρέου
Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας ήταν ήδη εμφανή, και τον Ιανουάριο του 2009 ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s υποβάθμισε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας από Α σε Α-, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού της χώρας. Το πραγματικό ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα για το 2009 έφτασε το 15,6%, γεγονός που οδήγησε σε ραγδαία αύξηση του δημόσιου χρέους, από περίπου 110% σε πάνω από 125% του ΑΕΠ. Η διεθνής οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, είχε ήδη επιφέρει ύφεση και στασιμότητα στο ΑΕΠ από το 2008, με αποτέλεσμα το έλλειμμα να προστίθεται απλώς στο χρέος χωρίς καμία ουσιαστική απορρόφηση. Ο παρονομαστής, δηλαδή το ΑΕΠ, παρέμενε αμετάβλητος.
Η τότε κυβέρνηση προσπάθησε να αποκρύψει τα ανησυχητικά αυτά δεδομένα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις διεθνείς χρηματαγορές, ωστόσο η προσπάθεια αποδείχθηκε μάταιη, καθώς υπήρχαν δημοσιευμένοι δείκτες που ανέδειξαν τη σοβαρότητα της κατάστασης. Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εξήγγειλε πρόωρες εκλογές για τις 4 Οκτωβρίου 2009. Τα αντίπαλα κόμματα τον κατηγόρησαν ότι χρησιμοποιούσε την εκλογική διαδικασία ως μέσο διαφυγής, αφήνοντας την επόμενη κυβέρνηση να αντιμετωπίσει τη δυσκολότερη οικονομική κατάσταση.
Στις εκλογές, το ΠΑΣΟΚ επικράτησε με ποσοστό 38,1%, και ο νέος Υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια πρωτόγνωρη κρίση. Στις 20 Οκτωβρίου 2009 ανακοινώθηκε ότι το έλλειμμα για το 2009 ήταν 12,5%, αντί για το 6% που είχε υπολογίσει η προηγούμενη κυβέρνηση. Αργότερα, το έλλειμμα αναπροσαρμόστηκε στο 15%. Παρ’ όλα αυτά, η νέα κυβέρνηση δεν προχώρησε άμεσα στη λήψη μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης, επιδιώκοντας να καθησυχάσει τις αγορές. Στις 8 Δεκεμβρίου 2009, ο οίκος Fitch υποβάθμισε την ελληνική οικονομία στο επίπεδο BBB+. Στις 16 Δεκεμβρίου, ο οίκος Standard & Poor’s ακολούθησε, κρίνοντας το κυβερνητικό πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης ανεπαρκές.
Διαβάστε επίσης
Στις 23 Δεκεμβρίου, ο οίκος Moody’s προχώρησε σε ακόμη μία υποβάθμιση. Στα μέσα του 2010, οι αποκαλύψεις ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009 είχε ξεπεράσει τα όρια βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους έφεραν την Ελλάδα σε κρίσιμο σημείο. Παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να αναστρέψει το κλίμα, η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατέστη αναπόφευκτη.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου λίγα χρόνια μετά αποκάλυπτε πως πάρθηκε η απόφαση για την προσφυγή της χώρας στον μηχανισμό στήριξης. Ηταν Ιανουάριος του 2010 όταν ο Γιώργος Παπανδρέου μαζί με τον Ντομινίκ Στρος Καν, τον τότε επικεφαλής του ΔΝΤ, συζητούσαν για τη λύση του ελληνικού προβλήματος. Το «παρών» σε αυτή τη μυστική συνάντηση, ο οποία έγινε σε μία κουζίνα, έδωσε και ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου, έστω κι αν δεν την παρακολούθησε ολόκληρη. «Αυτή η συνάντηση είχε μείνει εκτός δημοσιότητας, αφού οποιαδήποτε δημόσια παρουσία των τριών μας θα αποκάλυπτε πως η Ελλάδα θα έμπαινε στο ΔΝΤ και θα μας κατέστρεφε τελείως στις αγορές», ανέφερε χαρακτηριστικά ο τότε Υπουργός Οικονομικών.
Η είσοδος στο ΔΝΤ
Στα μέσα του έτους 2010, και μετά τις αποκαλύψεις ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας έκλεισε για το 2009 σε επίπεδα πολύ πάνω από αυτά που θα καθιστούσαν το δημόσιο χρέος βιώσιμο (15,4% του ΑΕΠ), η ελληνική κυβέρνηση αδυνατούσε να δανειστεί με λογικά επιτόκια από τις αγορές για τη χρηματοδότηση του τρέχοντος δημοσιονομικού ελλείμματος και την αναχρηματοδότηση του χρέους. Αποτέλεσμα ήταν ο άμεσος κίνδυνος στάσης πληρωμών του Ελληνικού Δημοσίου. Η προσπάθεια της κυβέρνησης να ανακτήσει την αξιοπιστία της χώρας στις διεθνείς αγορές και να πετύχει μείωση των επιτοκίων οδήγησε σε λήψη μέτρων μείωσης των δαπανών, τα οποία δεν κατάφεραν να ανατρέψουν το αρνητικό κλίμα. Κατόπιν αυτών η Ελλάδα κατέφυγε στη βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, (Θεσμούς του ευρωπαϊκού και παγκοσμίου οικονομικού κατεστημένου) που συγκρότησαν από κοινού μηχανισμό για την Ελλάδα. H ανακοίνωση της προσφυγής στον μηχανισμό στήριξης έγινε στις 23 Απριλίου 2010 από τον πρωθυπουργό Γεώργιο Α. Παπανδρέου, ο οποίος βρισκόταν εκείνη την ημέρα στο Καστελόριζο. Η χρηματοδότηση από τον μηχανισμό στήριξης έγινε υπό τους όρους ότι η Ελλάδα θα λάβει μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και, ειδικότερα, υπό τους όρους ότι θα λάβει μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης. Με τη χρηματοδότηση από το μηχανισμό αποφεύχθηκε ο άμεσος κίνδυνος στάσης πληρωμών της Ελλάδας, που θα είχε πιθανές ανεξέλεγκτες συνέπειες και για όλη τη ζώνη του ευρώ. Τα πρώτα μέτρα ανακοινώθηκαν από τον πρωθυπουργό την Κυριακή 2 Μαΐου 2010. Η Ελληνική Οικονομία συνέχισε να βρίσκεται σε κατάσταση δημοσιονομικής ανισορροπίας και το επόμενο διάστημα με αποτέλεσμα ένα χρόνο μετά, τον Ιούνιο του 2011, η κυβέρνηση να καταφύγει στην ψήφιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, που περιλάμβανε νέα μέτρα λιτότητας και περικοπές. Επίσης τέθηκε θέμα πώλησης μέρους της δημόσιας περιουσίας και αναδιάρθρωσης ή «κουρέματος» του χρέους με σκοπό τη μακροπρόθεσμη μείωση του χρέους σε βιώσιμα επίπεδα. Στα τέλη του 2018, το ύψος του χρέους ανέρχονταν σε 334,5 δισ. Ευρώ ή 181,1% του ΑΕΠ.
Στις 3 Μαΐου 2010, η Ελλάδα αιτήθηκε 80 δισεκατομμύρια ευρώ από τις υπόλοιπες (15) χώρες του Ευρώ και 30 δισεκατομμύρια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Την αίτηση συνόδευαν 3 συνημμένα μνημόνια:
- “Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής” (ΜΟΧΠ)
- “Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης” (ΤΜΣ)
- “Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής” (ΣΠΟΠ).
Υπογράφοντες για την ελληνική πλευρά ήταν ο Υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου και ο Πρόεδρος της Τράπεζας της Ελλάδος Γεώργιος Προβόπουλος. Στις 8 Μαΐου 2010 εγκρίθηκε «Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης» («Loan Facility Agreement») με τις χώρες του Ευρώ και «Διακανονισμός Χρηματοδότησης Αμέσου Ετοιμότητας» («Stand-by Agreement») με το ΔΝΤ. Το σύνολο αυτών των συμφωνιών ονομάζεται συχνά για συντομία «Μνημόνιο».
Στη συνέχεια σχηματίστηκε ομάδα εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ), της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), γνωστή και ως «Τρόικα», η οποία ανά τρίμηνο αξιολογεί την πρόοδο του προγράμματος εφαρμογής των όρων του «Μνημονίου» (ΜΟΧΠ και ΣΠΟΠ) και αποφασίζει για την εκταμίευση της αντίστοιχης δόσης του δανείου.
Το πρώτα μέτρα λιτότητας
Στα τέλη του Ιανουαρίου του 2010, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Γεώργιος Α. Παπανδρέου βρισκόταν στο Νταβός της Ελβετίας για το ετήσιο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Στη διάρκειά του δέχτηκε έντονες πιέσεις από ξένους ηγέτες για άμεση λήψη μέτρων. Λίγο μετά την επιστροφή του από το Νταβός, η κυβέρνηση ανακοίνωσε στις 9 Φεβρουαρίου μέτρα για τον δημόσιο τομέα που περιελάμβαναν πάγωμα μισθών, περικοπές επιδομάτων 10%, περικοπές υπερωριών και οδοιπορικών. Η ανακοίνωση προκάλεσε αντιδράσεις και μία πανελλαδική απεργία της ΑΔΕΔΥ στις 10 Φεβρουαρίου.
Στο επόμενο διάστημα άρχισε να αναφέρεται έντονα το ενδεχόμενο της στάσης πληρωμών. Για την αποφυγή του ενδεχομένου η κυβέρνηση έλαβε στις 3 Μαρτίου νέα σκληρά μέτρα. Τα οικονομικά μέτρα που λήφθηκαν ήταν:
- Μείωση 30% στα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα, αδείας
- Μείωση 12% σε όλα τα επιδόματα του Δημοσίου
- Μείωση 7% στις αποδοχές υπαλλήλων ΔΕΚΟ, ΟΤΑ, ΝΠΙΔ
- Αύξηση ΦΠΑ από 4,5% στο 5%, από 9% στο 10%, από 19% στο 21%
- Αύξηση 15% στον φόρο της βενζίνης
- Επιβολή επιπλέον 10% έως 30% στους (ήδη υπάρχοντες) φόρους εισαγωγής επί της αξίας των περισσότερων εισαγόμενων αυτοκινήτων.
- Επαναφορά τεκμηρίων διαβίωσης σε όλα ανεξαιρέτως τα αυτοκίνητα (είχαν καταργηθεί τον Σεπτέμβριο του 2003), ακόμα και στα μικρότερου κυβισμού.
- Επέκταση των τεκμηρίων διαβίωσης σε όλα ανεξαιρέτως τα ακίνητα, ακόμα και στα μικρότερα.
Τα μέτρα αυτά προκάλεσαν αντιδράσεις και έγιναν μεγάλες απεργίες και πορείες στις 5 και 11 Μαρτίου.
Μνημόνιο και επόμενα μέτρα
Η Ελλάδα δεν κατάφερε να βελτιώσει την θέση της στις διεθνείς αγορές παρά την λήψη των μέτρων, με αποτέλεσμα ενάμιση μήνα μετά να προσφύγει στην βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που συγκρότησαν από κοινού μηχανισμό βοήθειας για την Ελλάδα. Η ανακοίνωση της προσφυγής στον μηχανισμό στήριξης έγινε στις 23 Απριλίου από τον πρωθυπουργό ο οποίος βρισκόταν εκείνη την ημέρα στο Καστελόριζο. Η Ελλάδα προχώρησε σε υπογραφή μνημονίου με το ΔΝΤ και την ΕΕ, για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, προκειμένου να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός στήριξης. Τα μέτρα ανακοινώθηκαν από τον πρωθυπουργό και τον υπουργό οικονομικών την Κυριακή 2 Μαΐου και προέβλεπαν:
- Αντικατάσταση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με επίδομα 500 Ευρώ σε όλους όσους έχουν αποδοχές μέχρι 3.000 Ευρώ και πλήρης κατάργηση των δύο μισθών για μεγαλύτερες αποδοχές
- Αντικατάσταση 13ης και 14ης σύνταξης με επίδομα 800 Ευρώ για συντάξεις ως 2500 Ευρώ.
- Περαιτέρω περικοπή επιδομάτων 8% στα επιδόματα των δημοσίων υπαλλήλων και 3% στους υπαλλήλους των ΔΕΚΟ όπου δεν υπάρχουν επιδόματα.
- Αύξηση του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ από 21% σε 23%, του μεσαίου από 10% σε 11% (από 1η Ιουλίου 2010) και από 11% σε 13% (από 1η Ιανουαρίου 2011) και αντίστοιχα του χαμηλού στο 6,5% (από 1η Ιανουαρίου 2011).
- Αύξηση στον ειδικό φόρο κατανάλωσης σε καύσιμα, τσιγάρα και ποτά κατά 10%
Αύξηση στις αντικειμενικές τιμές ακινήτων - Πρόσθεση ενός επιπλέον 10% στους φόρους εισαγωγής επί της αξίας των περισσότερων εισαγόμενων αυτοκινήτων.
Επίσης, το νομοσχέδιο προέβλεπε αλλαγές στα εργασιακά με αύξηση του ορίου απολύσεων και μείωση του κατώτατου μισθού. Επιπλέον, στο ασφαλιστικό προέβλεπε αύξηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών στον δημόσιο τομέα στα 65 χρόνια έως το τέλος του 2013 με έναρξη το 2011.
Την ανακοίνωση των μέτρων αυτών ακολούθησε πανελλαδική απεργία και ογκωδέστατη διαδήλωση στις 5 Μαΐου, στην οποία υπήρξε άγρια καταστολή από τις δυνάμεις τάξης και σημειώθηκαν σοβαρότατα επεισόδια. Η μεγάλη διαδήλωση σκιάστηκε από τον θάνατο τριών ανθρώπων (ανάμεσά τους μία έγκυος εργαζόμενη) από εμπρησμό στην τράπεζα Μαρφίν επί της Σταδίου. Το μνημόνιο υπερψηφίστηκε επί της αρχής από τη βουλή την επόμενη μέρα, στις 6 Μαΐου. Υπέρ ψήφισαν 172 βουλευτές, από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ και του ΛΑΟΣ, αλλά και η Ντόρα Μπακογιάννη από τον χώρο της ΝΔ (η οποία όμως καταψήφισε τα μέτρα που αφορούσαν περικοπές και μειώσεις στην ψηφοφορία κατ’ άρθρο και υπερψήφισε το πακέτο επί της αρχής και επί των διαρθρωτικών αλλαγών). Από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ, διαφοροποιήθηκαν και δεν τα υπερψήφισαν τρεις βουλευτές (Γιάννης Δημαράς, Σοφία Σακοράφα και Βασίλης Οικονόμου) οι οποίοι αμέσως διεγράφησαν από την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, που απέμεινε πλέον με 157 βουλευτές.
Η πρώτη δανειακή σύμβαση εγκρίθηκε από το ΔΝΤ σε μία έντονη συνεδρίαση του συμβουλίου διευθυντών του στις 9 Μαΐου. Περίπου ένα στα τρία μέλη του συμβουλίου, που εκπροσωπούσαν περίπου 40 μη-Ευρωπαϊκές χώρες της Μέσης Ανατολής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, με την απρόσμενη συνδρομή της Ελβετίας, προέβαλαν ενστάσεις αναφορικά με το πρόγραμμα διάσωσης, το οποίο ισχυρίστηκαν ότι θα αποδεικνυόταν «κακοσχεδιασμένο και μη βιώσιμο» και θα αποτύγχανε, αν δεν αναλάμβαναν μέρος του βάρους οι πιστωτές με μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους προς τον ιδιωτικό τομέα. Για να μπορέσει να εγκριθεί η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, άλλαξαν τα κριτήρια κατ’ εξαίρεσιν πρόσβασης ενός κράτους σε δανεισμό από το ΔΝΤ. Ενώ σύμφωνα με το μέχρι τότε ισχύον πλαίσιο έπρεπε να προηγηθεί αναδιάρθρωση του χρέους του για να μπορέσει το ΔΝΤ να συνεισφέρει 30 από τα 110 δις δανεισμού που απαιτούνταν για το πρόγραμμα, εισήχθη μια εξαίρεση για κράτη τα οικονομικά προβλήματα των οποίων θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη σταθερότητα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η θέσπιση της εξαίρεσης αυτής κρίθηκε αργότερα αναποτελεσματική και καταργήθηκε το 2016.