08/11/2005: Ο μεγάλος γόης του ελληνικού σινεμά αφήνει την τελευταία του πνοή - Η ζωή και η πορεία του Αλέκου Αλεξανδράκη
Η ζωή, η πορεία και οι μεγάλοι έρωτες του σπουδαίου ηθοποιού
Γιος ενός δικηγόρου από τη Μάνη, ο Αλέκος Αλεξανδράκης γεννήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1928 στην Αθήνα. Φοίτησε στα κορυφαία σχολεία της εποχής και μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον γεμάτο βιβλία. Η ξιφασκία ήταν το αγαπημένο του άθλημα και στα 15 του χρόνια έγινε μέλος της εθνικής ομάδας.
Διαβάστε επίσης: Αν ζούσε θα τους καμάρωνε: Οι εγγονοί του Αλέκου Αλεξανδράκη μεγάλωσαν και είναι ίδιοι με τον παππού τους
Ένα χρόνο αργότερα, μπήκε στη Σχολή Δοκίμων με την επιθυμία να γίνει αξιωματικός του Ναυτικού. Ωστόσο, μια παράσταση του Κάρολου Κουν, με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη, του άλλαξε τη ζωή. Αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στο Βασιλικό Θέατρο και πέρασε πρώτος στις εξετάσεις. Ο Δημήτρης Χορν, με μεγάλη εμπιστοσύνη στο ταλέντο του Αλέκου, είχε μάλιστα στοιχηματίσει για την επιτυχία του.
Η καριέρα βγαλμένη από παραμύθι
Την ίδια εποχή, η Κατερίνα Ανδρεάδη αναζητούσε έναν «ζεν πρεμιέ» για το έργο «Φθινοπωρινή Παλίρροια». Ο νεαρός ηθοποιός την επισκέφθηκε στο σπίτι της με λουλούδια, συνοδευόμενος από την Άννα Συνοδινού, και κατάφερε να εξασφαλίσει το ρόλο. Ξεκίνησε την θεατρική του καριέρα στις 9 Ιουλίου 1949, κερδίζοντας τις εντυπώσεις κριτικών και κοινού. Ο Αιμίλιος Χουρμούζιος στην Καθημερινή έγραψε χαρακτηριστικά: «Παρουσιάστε όπλα. Επιτέλους, ένας εραστής στο ελληνικό θέατρο».
Ο Φιλοποίμην Φίνος εντυπωσιάστηκε και του πρότεινε να δοκιμάσει την τύχη του στον κινηματογράφο. Έτσι, την ίδια χρονιά έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη με την ταινία «Δύο κόσμοι», σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Γρηγορίου. Ακολούθησαν αμέτρητες ταινίες, που επιβεβαίωσαν τη φήμη του ως εξαιρετικού ηθοποιού και του μεγαλύτερου γόη της εποχής. Η απήχησή του στις γυναίκες ήταν πρωτοφανής.
Πρώτη υποκύπτει στη γοητεία του η Έλλη Λαμπέτη, όμως η σχέση τους δεν διαρκεί, καθώς ο Αλεξανδράκης επιλέγει να συνοδεύσει την Κατερίνα σε περιοδεία. Στο Σουδάν γνωρίζει τη μελλοντική του σύζυγο, Μαρτζ Βάλβη, με την οποία παντρεύεται στην Αθήνα. Αυτός ο γάμος διαρκεί τρία χρόνια, όπως και ο επόμενος με την πανέμορφη Γαλλίδα, Κλοντ Σαμπαντού.
Το 1956 παντρεύεται την ηθοποιό Αλίκη Γεωργούλη. Μαζί ανεβάζουν στο θέατρο «Γκλόρια» το έργο «Πικνίκ» και συμμετέχουν σε πορείες ειρήνης και δημοκρατικά συλλαλητήρια. Ωστόσο, μετά από τέσσερα χρόνια χωρίζουν. Ο τέταρτος γάμος του ήταν με την Ελβετίδα Βερένα Γκάουερ, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που διήρκεσε ο γάμος τους. Το 1969 γνωρίζει τη Νόνικα Γαληνέα, με την οποία ζει έναν βαθύ έρωτα για 21 χρόνια, χωρίς ποτέ να παντρευτούν.
Εκτός από την ιδιότητα του θιασάρχη, που ξεκίνησε το 1956 και κράτησε τουλάχιστον 35 χρόνια, ο Αλέκος Αλεξανδράκης σκηνοθέτησε θεατρικά έργα, αλλά και ταινίες, όπως ο «Θρίαμβος» (1960) με τον Καρύδη-Φουκς και η «Συνοικία το όνειρο» (1961), που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αλλά η προβολή της απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία της εποχής.
Συνεργάστηκε με λαμπερές πρωταγωνίστριες, όπως τη Μελίνα Μερκούρη, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τη Τζένη Καρέζη, τη Μάρω Κοντού και τη Ζωή Λάσκαρη.
Συνολικά, πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από 75 κινηματογραφικές ταινίες, από τις οποίες ξεχωρίζουν: «Ο βαφτιστικός», «Στέλλα», «Το νησί των γενναίων», «Ραντεβού στην Κέρκυρα», «Δεσποινίς Διευθυντής», «Δάκρυα για την Ηλέκτρα», «Όμορφες μέρες», «Η κόμισσα της Κέρκυρας», «Η Μαρία της σιωπής», «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», «Τα παιδιά της Χελιδόνας» και πολλές ακόμα.
Στο θέατρο ερμήνευσε τους σημαντικότερους ρόλους. Μεταξύ των παραστάσεων στις οποίες πρωταγωνίστησε και άφησαν εποχή, είναι: «Παράξενο Ιντερμέτζο», «Ταξίδι της μέρας μέσα στην νύχτα», «Ήταν όλοι τους παιδιά μου», «Μαντάμ Μπάτερφλαΐ», «Η γυναίκα με τα μαύρα», «Τέσσερα δωμάτια με κήπο», «Έγκλημα και τιμωρία», «Τα μεγάλα χρόνια», «Ο γλάρος».
Στην τηλεόραση έπαιξε στον «Παράξενο Ταξιδιώτη», τον «Γιούγκερμαν» και τους «Μυστικούς Αρραβώνες».
Το 1994 ανέβασε με τη Μιμή Ντενίση, τον «Θείο Βάνια» και δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στο Εθνικό, απ’ όπου είχε ξεκινήσει. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δίδασκε υποκριτική στο Εργαστήρι του Διαμαντόπουλου, ενώ το 2001 ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, του απένειμε τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής για την προσφορά του στην τέχνη.
Πέθανε στις 8 Νοεμβρίου του 2005, έπειτα από μακροχρόνια μάχη με τον καρκίνο.
Η μεγάλη επιτυχία στις γυναίκες και ο... σταθμός Γαληνέα
Η απήχηση του στον γυναικείο πληθυσμό ήταν πρωτοφανής. Πρώτη υπέκυψε στη γοητεία του η Έλλη Λαμπέτη, με την οποία διατηρούσαν σχέση στα πρώτα του βήματα για περίπου έξι μήνες. Η σχέση τους δεν διήρκεσε πολύ, καθώς ο Αλεξανδράκης επέλεξε να ακολουθήσει την Κατερίνα Ανδρεάδη σε περιοδεία.
Ο δεσμός τους τερματίστηκε με έναν καυγά και πικρά λόγια, και η Έλλη χάθηκε από τη ζωή του, αρνούμενη να του ξαναμιλήσει. Τον επόμενο χρόνο, όταν εκείνος επισκέφθηκε το καμαρίνι της για να την συγχαρεί για την «Πεγκ», η Έλλη φίλησε γλυκά όλους στην παρέα του, προσπερνώντας τον σαν να μην τον είδε, όπως παρακάμπτουμε ένα έπιπλο, μια καρέκλα, ένα άδειο βάζο.
Στο Σουδάν γνώρισε τη Μαρτζ Βάλβη, την πρώτη του σύζυγο, και παντρεύτηκαν λίγο αργότερα στην Αθήνα. Ο γάμος τους κράτησε τρία χρόνια, όπως και ο δεύτερος με την Κλοντ Σαμπαντού, μια πανέμορφη Γαλλίδα. Το 1956 παντρεύτηκε την ηθοποιό Αλίκη Γεωργούλη. Μαζί ανέβασαν το «Πικνίκ» στο θέατρο «Γκλόρια» της Πλατείας Αμερικής και συμμετείχαν σε πορείες ειρήνης και δημοκρατικά συλλαλητήρια. Μετά από τέσσερα χρόνια χώρισαν.
Ο τέταρτος γάμος του ήταν με την Ελβετή Βερένα Γκάουερ, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά στα πέντε χρόνια του γάμου τους. Το 1969 γνώρισε τη Νόνικα Γαληνέα, με την οποία πρωταγωνίστησε στη δημοφιλή σειρά «Ο παράξενος ταξιδιώτης», και την ερωτεύτηκε βαθιά. Παρότι η σχέση τους διήρκεσε 21 χρόνια, δεν παντρεύτηκαν ποτέ.
Την αρχή της σχέσης τους, την περιέγραψε η ίδια η ηθοποιός, στη βιογραφία της («Η ζωή μου», εκδ. Λιβάνη): «Με τον Αλέκο, πρωτοδουλέψαμε μαζί στο θέατρο Μετροπόλιταν της λεωφόρου Αλεξάνδρας, στα "Μεγάλα Χρόνια" του Γεωργίου Ρούσσου, ένα έργο για τη ζωή του Διονυσίου Σολωμού, που το σκηνοθετούσε ο Αλέξης Μινωτής. Πολύ μεγάλος θίασος. Πρωταγωνίστρια στον ρόλο της Φαρμακωμένης η Νίκη Τριανταφυλλίδη. Εγώ έπαιζα την Κοντέσα Σολωμού. Μοιραζόμουν το ίδιο καμαρίνι με την Τριανταφυλλίδη. Ένα βράδυ, στις 29 Ιουνίου 1969, μέρα Σάββατο, βγαίνοντας απ' το καμαρίνι μας με κλείδωσε μέσα και έφυγε».
«Άρχισα να φωνάζω. Ο φύλακας δεν υπήρχε περίπτωση να με ακούσει. Αν και φορούσε διπλά ακουστικά, ήταν θεόκουφος. Και με άκουσε ο Αλεξανδράκης από τη μάντρα - δυο τετράγωνα πιο κάτω - όπου είχε πάει να πάρει το αυτοκίνητό του. Γύρισε πίσω και μου άνοιξε μαζί με το φύλακα, γιατί η άλλη είχε βάλει λουκέτο».
«Του είπα πως δεν είχα αυτοκίνητο, παρόλο που είχα, ένα κάμπριο Triumph διθέσιο, το οποίο μόλις είχα πάρει. Το είχα στην ίδια μάντρα που είχε κι εκείνος το δικό του, αλλά μια και ο Αλέκος έμενε στη Γλυφάδα κι εγώ στον Αστέρα της Γλυφάδας με πήγε εκείνος. Στη διαδρομή έτρεμα ολόκληρη από τρακ και νόμιζα πως θα τρελαινόμουν. Όταν βγήκε απ' το αυτοκίνητο για να με καληνυχτίσει, του είπα (πώς το τόλμησα ούτε ξέρω): ''Φίλησέ με''. Εκείνος μου είπε: "Ασ' το καλύτερα'', και το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι ότι βρεθήκαμε κάτω από ένα δέντρο ενώ τ' αυτοκίνητα περνούσαν το ένα πίσω απ' τ' άλλο ρίχνοντας τα φώτα τους πάνω μας…»
«Αυτό, για τον Αλέκο σήμαινε μόνο ένα πράγμα: πως ο γάμος του με τη Βερένα είχε τελειώσει. ''Δεν ήταν εύκολη απόφαση. Δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε πως είχε έρθει το τέλος αυτού του γάμου. Αλλά, ήταν και πάρα πολύ δύσκολο να αποχωριστώ τα παιδιά μου. Όλα όμως έγιναν με αξιοπρέπεια…»
Με τη Νόνικα θα μείνουν μαζί ως το 1991 – μια χρυσή εικοσαετία. Με έρωτα, με χαρές και συγκινήσεις, με πολλά ταξίδια και συνεργασίες επί σκηνής, αφού υπήρξαν λαμπρό θιασαρχικό ζευγάρι, τις δεκαετίες ’70 και ‘80.
Όταν η σχέση τους τελείωσε – ήρεμα, χωρίς σκάνδαλα ή δράματα – αποφάσισε να ζήσει μόνος. «Αισθάνθηκα πως είχα μεγαλώσει αρκετά για να συνεχίσω με κάποια άλλη γυναίκα στο πλευρό μου».