Ηρώ Κωνσταντοπούλου: Η 17χρονη που εκτέλεσαν σαν σήμερα οι Γερμανοί με 17 σφαίρες - «Έκρυβε όπλα και προκηρύξεις κάτω από τη σχολική ποδιά...»
Εκτέλεση για παραδειγματισμό
Είναι κάποιες ιστορίες που όσες λέξεις και να βρεις προκειμένου να περιγράψεις ένα περιστατικό, είναι λίγες. Ελάχιστες. Μικρές. Πώς να περιγράψεις, άλλωστε, πως μια ημέρα σαν σήμερα, στις 5 Σεπτεμβρίου 1944, οι ναζί οδήγησαν στο εκτελεστικό απόσπασμα ένα κορίτσι 17 χρονών.
Ένα κορίτσι που εκείνη την ημέρα στάθηκε απέναντι στα τουφέκια των φονιάδων της φορώντας ένα κίτρινο φορεματάκι πάνω στο οποίο υπήρχαν κάποια παπάκια και η φιγούρα του Μίκυ Μάους;
Με τι λέξεις να «ντύσεις» την περιγραφή αυτή; Ένα κορίτσι 17 ετών εκτελέστηκε με 17 σφαίρες για... παραδειγματισμό. Η εικόνα είναι τρομακτική. Αδιανόητη. Απάνθρωπη.
Τώρα σε αυτή την εικόνα προσθέστε αυτό το κορίτσι, τη 17χρονη Ηρώ Κωνσταντοπούλου, να στέκεται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, να χτυπάει με τα χέρια το στήθος της και να φωνάζει στους φονιάδες της «Χτυπάτε κακούργοι. Να! Εδώ χτυπάτε»! Και εκείνοι την πυροβόλησαν. Και το κίτρινο φόρεμα έγινε κόκκινο.
Η 17χρονη ηρωίδα Ηρώ Κωνσταντοπούλου
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 16 Ιουλίου του 1927. Η οικογένειά της ήταν ευκατάστατη. Οι γονείς της ήταν από τη Σπάρτη. Η Ηρώ αγαπούσε τα γράμματα. Λάτρευε το σχολείο. Είχε μάθει να μιλάει τέσσερις γλώσσες. Αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά και γερμανικά. Και αυτό ήταν.
Όσα σχέδια, όσα όνειρα είχε, γκρεμίστηκαν μεμιάς. «Ήρθε» ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και η κατοχή έριξε βαριά της σκιά της. Όταν η Ηρώ Κωνσταντοπούλου έγινε 15 ετών, οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ (Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων), τη νεολαία, δηλαδή, του ΕΑΜικου κινήματος.
Ξεχώρισε αμέσως για το αγωνιστική προσωπικότητα που είχε. Το αδούλωτο πνεύμα. Ήταν τέτοιο το πάθος της για λευτεριά που κάθε μέρα που περνούσε μέσα στην ΕΠΟΝ αναλάμβανε όλο και περισσότερες αρμοδιότητες, όλο και περισσότερες αποστολές.
Αρχικά έγραφε αντιφασιστικά συνθήματα σε τοίχους. Μετά κολλούσε αφίσες. Έπειτα μοίραζε προκηρύξεις και η δυσκολία αλλά και η επικινδυνότητα των αποστολών της διαρκώς μεγάλωνε. Μέχρι που έφτασε να κρύβει όπλα και χειροβομβίδες κάτω από την μπλε σχολική ποδιά της για να τα δίνει σε αντιστασιακούς.
Οι Γερμανοί δεν έπαιρναν χαμπάρι. Δεν μπορούσαν, άλλωστε, να φανταστούν πως ένα χαριτωμένο κοριτσάκι που έτρεχε και έπαιζε στους δρόμους, κάτω από τα ρούχα του έκρυβε όπλα.
Δεν ίσχυε, όμως το ίδιο και για τους ταγματασφαλίτες, τους δήθεν πατριώτες που συνεργάζονταν με τους ναζί και ορκίζονταν πίστη στον Αδόλφο Χίτλερ, που γνώριζαν πολύ καλά τι έκανε αυτό το μικρό κορίτσι.
Έτσι, τη 16 Ιουλίου του 1944, εισέβαλαν στο σπίτι της οικογένειας της Ηρώς Κωνσταντοπούλου στη λεωφόρο Βεΐκου 57 στο Γαλάτσι και αφού τη χτύπησαν δίχως έλεος, την έδεσαν και τη μετέφεραν στο αρχηγείο της συμμορίας τους, στους Αμπελόκηπους.
Εκεί την περίμενε ο περιβόητος Αλέξανδρος Αγήνορας, ένας από τους χειρότερους προδότες που γνώρισε ποτέ αυτός το τόπος. Ένας ελεεινός και φρικτός τύπος που μεταπολεμικά αποδείχθηκε πως εμπλεκόταν ενεργά σε 25 υποθέσεις που αφορούσαν καταδόσεις και δολοφονίες αντιστασιακών αλλά και Εβραίων τους οποίους αφού βασάνιζε και λήστευε τους παρέδιδε στους Γερμανούς προκειμένου να τους στείλουν στα στρατόπεδα εξόντωσης της ανατολικής Ευρώπης.
Αυτός ο άνθρωπος ανέλαβε την ανάκριση της Ηρώς Κωνσταντοπούλου. Τη βασάνισε δίχως κανένα έλεος προκειμένου να προδώσει τους συνεργάτες της. Η μικρή ηρωίδα, ωστόσο, όχι απλά δεν του είπε το παραμικρό αλλά τον έβριζε και τον καταριόταν διαρκώς.
Ο Αγήνορας θα την είχε σκοτώσει αλλά ο πατέρας της νεαρής κοπέλας, χρησιμοποίησε κάθε γνωριμία που είχε, χρύσωσε τους βασανιστές της κόρης του και στο τέλος κατάφερε να κερδίσει την ελευθερία της. Για λίγο μόνο...
Δεκαεπτά σφαίρες για έναν άγγελο
Το καλοκαίρι του 1944 ήταν, πλέον, κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο πως οι ναζί έχαναν τον πόλεμο. Ήταν, απλά, θέμα χρόνου. Όσο πιο αδύναμοι έμοιαζαν, τόσο πιο σκληρά τους χτυπούσαν οι αντιστασιακοί.
Τα όσα βίωσε η Ηρώ Κωνσταντοπούλου στα χέρια του Αγήνορα δεν την πτόησαν, δεν τη φόβισαν, παρά το γεγονός πως στην πραγματικότητα παρέμενε ένα ανήλικο κορίτσι. Συνέχισε την αντιστασιακή της δράση με μεγαλύτερη ένταση.
Τέλη Ιουλίου του 1944 η Ηρώ Κωνσταντοπούλου συμμετείχε στην ανατίναξη ενός τρένου των ναζί που μετέφερε πυρομαχικά. Στις 31 Ιουλίου τη συνέλαβαν άνδρες των SS! Εκεί πια οι γνωριμίες του πατέρα της δεν μπορούσαν να τη βοηθήσουν.
Αρχικά η Ηρώ Κωνσταντοπούλου μεταφέρθηκε στο κολαστήριο της οδού Μέρλιν, τα κρατητήρια της «Κομαντατούρ». Επί τρεις ολόκληρες εβδομάδες, οι ναζί εφάρμοζαν πάνω στην Ηρώ Κωνσταντοπούλου ότι είχαν διδαχθεί για βασανιστήρια.
Η μικρή ηρωίδα, ωστόσο, δεν άνοιξε το στόμα της παρά για να τους βρίζει και, μάλιστα, στη γλώσσα τους αφού γνώριζε γερμανικά.
Κάποια στιγμή και αφού κατάλαβαν πως δεν πρόκειται να μάθουν το παραμικρό, οι ναζί την έστειλαν στο περιβόητο «Μπλοκ 15» στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Χαϊδάρι. Όλοι ήξεραν τι σήμαινε αυτό. Στην πραγματικότητα το «Μπλοκ 15» λειτουργούσε σαν πτέρυγα μελλοθανάτων αφού οι Γερμανοί είτε πήγαιναν για εκτέλεση όσους κρατούνταν εκεί, είτε οι κρατούμενοι πέθαιναν από τις κακουχίες και τα βασανιστήρια αφού μιλάμε για μια από τις πιο σκληρές πτέρυγες στην κατεχόμενη Ευρώπη.
Στις τελευταίες της ημέρες, η Ηρώ Κωνσταντοπούλου είχε την ευτυχία να γνωριστεί με μια άλλη ηρωίδα της αντίστασης, τη Λέλα Καραγιάννη. Δέθηκαν τόσο πολύ οι δυο τους που έγιναν σαν μάνα με κόρη. Σχεδόν κάθε νύχτα η Ηρώ κοιμόταν στην αγκαλιά της Λέλας.
Λίγο πριν το τέλος η Ηρώ Κωνσταντοπούλου λύγισε. Ήταν άλλωστε ένα μικρό κορίτσι. Δεν έτρωγε, είχε αδυνατίσει πολύ και είχε χάσει τις δυνάμεις της, τη σπιρτάδα της. Έπεσε θύμα ενός άθλιου ναζί ανθρωποφύλακα ο οποίος θεώρησε αστείο να «παίξει» μαζί της την παραμονή της εκτέλεσης.
Πήγε για να την πάρει από το κελί της και της είπε πως θα πάει σπίτι. Η Ηρώ συνδύασε αυτό που της είπε ο Γερμανός με το «καλή αντάμωση» που της είχε γράψει στη φόδρα ενός φορέματος ο πατέρας της και θεώρησε πως πράγματι θα την αφήσουν ελεύθερη.
Τελικά, την «πέταξε» μέσα στο κελί που κρατούσαν όσους ήταν να εκτελέσουν την επόμενη ημέρα. Το πρωί της 5ης Σεπτεμβρίου 1944, η Ηρώ Κωνσταντοπούλου μαζί με άλλα 49 άτομα, ανάμεσα στα οποία υπήρχε και ένα 12χρονο αγόρι, ένα σαλταδοράκι!
Οι μελλοθάνατοι οδηγήθηκαν στην Καισαριανή. Με όση δύναμη είχαν τραγουδούσαν και ξεσήκωσαν τη γειτονιά. Οι γείτονες βγήκαν στα παράθυρα και τις αυλές και οι Γερμανοί που αποτελούσαν το απόσπασμα τρόμαξαν και άρχισαν να απειλούν πως θα ανοίξουν πυρ. Το τραγούδι, ωστόσο, δυνάμωνε.
Οι Γερμανοί έβαζαν στον τοίχο τους κρατούμενους ανά πεντάδες. Η Ηρώ Κωνσταντοπούλου ήταν στην πρώτη πεντάδα γιατί ήταν αυτή που, αφού μάζεψε όσες δυνάμεις της είχαν απομείνει, ξεσήκωνε με τις φωνές της τους υπόλοιπους. «Τι φοβάστε μωρέ; Αφού έτσι κι αλλιώς θα μας σκοτώσουν» φώναζε.
Λίγο πριν το εκτελεστικό απόσπασμα ανοίξει πυρ, η Κωνσταντοπούλου άρχισε να χτυπά με τα χέρια της το στήθος της και φώναζε «Χτυπάτε κακούργοι. Κτήνη. Να! Εδώ χτυπάτε»! Και έπειτα η πρώτη ριπή «έσκισε» τον αέρα και η 17χρονη σωριάστηκε νεκρή. Μόνο σε εκείνη έριξαν 17 σφαίρες. Για παραδειγματισμό.
Η Ηρώ Κωνσταντοπούλου εκτελέστηκε μόλις 37 ημέρες πριν απελευθερωθεί η Αθήνα από τους ναζί. Όταν ρώτησαν έναν Γερμανό αξιωματικό γιατί τη σκότωσαν αφού όλα είχαν κριθεί και σε λίγες ημέρες οι ναζί θα έφευγαν, εκείνος απάντησε: «άνθρωποι σαν και αυτή, είναι οι πιο επικίνδυνοι».