Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: Τα προφητικά λόγια του για τα έσχατα - «Για μια χούφτα αλεύρι θα δίνεις χρυσάφι»
Όσα είχε πει για τις δύσκολες εποχές που θα έρθουν
H εξομολόγηση για τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό και τα προφητικά του λόγια για τις δύσκολες στιγμές και τα έσχατα του κόσμου σοκάρουν.
~ Θά προσπαθήσω, αγαπητοί μου, νά μιλήσω απλά, ώστε νά μέ καταλάβη κ’ ένα παιδί. Με την ευκαιρία, δείτε τα προφητικά λόγια του Άγιου Πορφύριου.
Τά θέματα είνε πολλά. Απ όλα τά θέματα διαλέγω, μέ τήν ευκαιρία τής εορτής τού αγίου Κοσμά τού Αιτωλού, νά σάς μιλήσω γιά μερικές μόνο από τίς προφητείες τού αγίου.
Εμείς οι άνθρωποι, αδελφοί μου, όσα γράμματα κι άν μάθουμε, δέν ξέρουμε τί θά γίνη ύστερα από μιά ώρα· είμαστε σάν τούς τυφλοπόντικες, δέν βλέπουμε πιό πέρα. Ο άγιος Κοσμάς είχε μάτια πνευματικά. Πετούσε ψηλά, έβλεπε μακριά σάν αετός, καί προείδε πράγματα, πού έγιναν ύστερα από 100 200 χρόνια, πράγματα πού γίνονται στίς ημέρες μας. Ήταν πράγματι άγιος μέ χάρισμα προφητικό.
Προείδε ότι θά ρθούν ημέρες δύσκολες, ότι θά ρθή μεγάλο κακό στόν κόσμο. Καί ποιό είνε αυτό τό μεγάλο κακό· ότι οι άνθρωποι θά πάψουν νά αγαπούν τό Θεό. Καί πώς θά γίνη αυτό, πώς οι άνθρωποι θά φύγουν από τό Θεό; ποιά θά είνε η αιτία; Τό λέει ο άγιος Κοσμάς· «Τό κακό θά σάς έρθη από τούς διαβασμένους» (επισκ. Αυγ. Καντιώτου, Κοσμάς ο Αιτωλός, ‘Αθήναι 201331, πρ. 54, σ. 308), από τά άθεα γράμματα.
Καί τό είδαμε αυτό. Δέν κατηγορώ τά σχολεία, αλλά μερικοί μάθαιναν λίγα γράμματα καί κατόπιν γύριζαν στά χωριά κι άνοιγαν τό στόμα τους κ’ έλεγαν πώς δέν υπάρχει Θεός καί πώς αυτό τό απέδειξε τάχα η επιστήμη. Μεγάλο ψέμα. Οι αληθινοί επιστήμονες πιστεύουν στό Θεό. Κάθε σπίτι έχει τόν κατασκευαστή του, καί τό μεγάλο αυτό σπίτι τού σύμπαντος τό κατασκεύασε ο Θεός· «Πάς οίκος κατασκευάζεται υπό τινος, ο δέ τά πάντα κατασκευάσας Θεός», λέει ο απόστολος Παύλος (Εβρ. 3,4).
«Μιά χούφτα μάλαμα μιά χούφτα αλεύρι» (έ.α. πρ. 40, σ. 306). «Λυπηρόν είνε νά σάς τό ειπώ· σήμερον αύριον καρτερούμεν δίψες, πείνες μεγάλες πού νά δίδωμεν χιλιάδες φλουριά καί νά μήν ευρίσκωμεν ολίγον ψωμί» (έ.α. πρ. 75, σ. 312). «Άν βρίσκουν στό δρόμο ασήμι, δέν θά σκύβουν νά τό πάρουν· γιά ένα όμως αστάχυ θά σκοτώνωνται ποιός νά τό πρωτοπάρη» (πρ. 53, σ. 308). Καί τά είδαμε αυτά, αδέρφια μου, στά χρόνια τής Κατοχής· εγώ είδα παιδί στήν Κοζάνη, στήν Εστία τών σισσιτίων, νά σαλιώνη τό δάχτυλο καί νά σκύβη νά μαζεύη ψίχουλα γιά νά χορτάση. Πέρασε η εποχή εκείνη, μά θά είμαι ψεύτης άν δέν σάς πώ μιά αλήθεια· ότι θά ρθή κάποια πείνα στήν πατρίδα μας χειρότερη από εκείνη τής Κατοχής. Καί θυμηθήτε τά λόγια τού αγίου Κοσμά. Καλότυχοι δέν θά ‘νε αυτοί πού κάθονται στίς μεγάλες πόλεις μήν τούς μακαρίζετε αυτούς, αλλά όσοι θά κάθωνται στήν ύπαιθρο. Οι πόλεις θά αδειάσουν, θά μείνουν έρημες, μόνο σκυλιά θά αλυχτάνε μέσα στή Θεσσαλονίκη καί στήν Αθήνα.
Ο άγιος Κοσμάς πρίν διακόσα χρόνια έκανε προφητείες γιά τίς ανακαλύψεις τών ημερών μας. Τί είπε· «Θά ‘ρθή καιρός πού οι άνθρωποι θά ομιλούν από ένα μακρινό μέρος σέ άλλο, σάν νάνε σέ πλαγινά δωμάτια, π.χ. από τήν Πόλι στή Ρωσία» (πρ. 119, σ. 318)· εννοούσε τά τηλέφωνα καί τόν ασύρματο, πού τότε δέν υπήρχαν.
Είπε ακόμα ο άγιος· «Θά δήτε στόν κάμπο αμάξι χωρίς άλογα νά τρέχη γρηγορώτερα από τόν λαγό» (πρ. 117, σ. 318)· εννοούσε τά αυτοκίνητα.
Είπε επίσης ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ότι «Θά έρθη καιρός πού θά διευθύνουν τόν κόσμο τά άλαλα καί τά μπάλαλα» (πρ. 44, σ. 307)· τά χέρια τών ανθρώπων δέν θά χουν αξία, γιατί θά κυβερνούν οι μηχανές, «τά άλαλα καί τά μπάλαλα».
Είπε όμως καί κάτι άλλο ο άγιος Κοσμάς· «Θά δήτε νά πετάνε άνθρωποι στόν ουρανό σάν μαυροπούλια καί νά ρίχνουν φωτιά στόν κόσμο» (πρ. 120, σ. 318-9)· εννοούσε τά πολεμικά αεροπλάνα. Αυτά δέν γράφτηκαν εκ τών υστέρων· τά είπε τότε καί βγήκανε τώρα.
Σπουδαία ακόμη είνε κι αυτά πού είπε γιά πολέμους καί εξοπλισμούς. «Θά έρθη καιρός πού θά φέρη γύρες ο διάβολος μέ τό κολοκύθι του» (πρ. 84, σ. 313)· καί πράγματι οι πύραυλοι καί τά διαστημόπλοια μοιάζουν μέ κολοκύθι.
Προφήτευσε ο άγιος Κοσμάς, ότι θά γίνη ένας φοβερός πόλεμος, ο τελευταίος, πού «οι βράχοι καί οι λάκκοι θά είνε γεμάτοι κόσμο» (πρ. 73, σ. 312),«γεμάτοι φεύγοντας» (πρ. 28, σ. 305).