Ο Μάξιμος Μουμούρης κάνει Όνειρα Γλυκά, αλλά δεν γνωρίζει πόση ζάχαρη θα βάλει
Ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης μίλησε στο athensmagazine.gr για την παράσταση και τα διαχρονικά, υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει

Γιατί δεν αλλάζουμε τις ζωές μας, όταν δεν μας αρέσουν; Γιατί υπομένουμε την καθημερινότητά μας σαν να είναι τιμωρία; Οι στενοί δεσμοί της ελληνικής οικογένειας προστατεύουν ή εγκλωβίζουν;
Άραγε από τι είναι φτιαγμένα τα όνειρα γλυκά;
Τα ερωτήματα αυτά μας καλεί να τα ανακαλύψουμε ο Μάξιμος Μουμούρης στη θεατρική παράσταση που σκηνοθετεί, τα «Όνειρα Γλυκά», ένα σύγχρονο, ρεαλιστικό, έργο για τις οικογενειακές σχέσεις και τη μακρινή ιδέα της ευτυχίας σε αντιδιαστολή με τον εγκλωβισμό της πραγματικότητας.
Ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης μίλησε στο athensmagazine.gr για την παράσταση και τα διαχρονικά, υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει
Σκηνοθετείτε την παράσταση «Όνειρα Γλυκά» που ανεβαίνει για 2η χρονιά στο θέατρο «Πόλη - Δάνης Κατρανίδης». Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια το έργο; Ποια είναι η κεντρική του ιδέα;
Είναι μία απλή, ρεαλιστική ιστορία, με μία πολύ νέα γραφή. Πραγματεύεται την ιστορία μίας οικογένειας με δύο γιους και μία μητέρα. Διαδραματίζεται σε έναν συγκεκριμένο χώρο, το παρασκευαστήριο ζαχαροπλαστείο της οικογένειας. Ο πατέρας σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα πριν 6 μήνες όντας μεθυσμένος και τραυματίζοντας σοβαρά ένα παιδί το οποίο έμεινε παράλυτο και ίσως να μην μπορεί να περπατήσει. Ο πατέρας δεν ζει. Η μητέρα και τα παιδιά καλούνται να διαχειριστούν αυτά που άφησε ο πατέρας πίσω: το ζαχαροπλαστείο, το χρέος συνέχισης της επιχείρησης αλλά και το ίδιο το δυστύχημα.
Ο μικρός ο γιος, που έλειπε καιρό γιατί σπούδαζε, επιστρέφει στην οικογενειακή επιχείρηση. Είναι pastry chef και θέλει να εξελίξει την τέχνη του. Αγαπάει πολύ αυτό που κάνει. Επιστρέφει πίσω για να βοηθήσει την οικογένεια και το ζαχαροπλαστείο να ορθοποδήσουν. Αυτός βλέπει/διακρίνει/βρίσκει ότι η μητέρα και ο αδερφός του ζουν σε μία κατάσταση βαλτωμένη.
Είναι δύσκολο για αυτούς τους δύο να αφήσουν πίσω μία οικογενειακή ιστορία τόσων χρόνων και να ξεκινήσουν κάτι καινούργιο, όπως τους προτρέπει ο μικρότερος γιος, δηλαδή να πουλήσουν την επιχείρηση και να ανοίξουν κάτι καινούργιο. Αυτός έχει τη φρεσκάδα, τον ενθουσιασμό και τη διάθεση να κάνει κάτι νέο, αλλά η μητέρα του και ο αδερφός του δεν συμφωνούν. Εκεί βρίσκει έναν τοίχο.
Η πίεση που ασκεί ο μικρός γιος στους δύο που δεν φύγανε ποτέ, από τη μία πλευρά, και από την άλλη, η πίεση του πατέρα του παιδιού που έπαθε το ατύχημα, τον οποίο δεν βλέπουμε στην ιστορία, είναι όμως παρών, δυσφημώντας και διαβάλλοντας την οικογενειακή επιχείρηση, εντείνουν την άσχημη κατάσταση, φέρνοντας στην επιφάνεια μυστικά της οικογένειας.
Γιατί επιλέξατε να ανεβάσετε αυτό το έργο;
Ήθελα να ανεβάσω ένα ρεαλιστικό έργο. Οι περισσότερες σκηνοθεσίες που έχω κάνει δεν είναι πάνω σε ρεαλιστικά κείμενα. Αυτή τη φορά επιθυμούσα να κάνω κάτι που θα είχε αμιγώς σχέση με τον ρεαλισμό. Όλα άρχισαν όταν βρέθηκε στα χέρια μου το κείμενο του Μιχάλη Μιλανδράκη, τον οποίο μου τον σύστησε ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, ένας επίσης υπέροχος συγγραφέας που έχω παίξει σε έργο του.
Είναι μία απλή ιστορία σαν όλες τις άλλες, αλλά διέκρινα ότι υπήρχε η ευκαιρία να αναδείξω έναν πολυεπίπεδο χαρακτήρα. Κατά τη γνώμη μου, ο ρεαλισμός έγκειται στο πώς θα φτάσω από το προφανές στο πιο βαθύ των ανθρώπινων σχέσεων. Παράλληλα, ήθελα να δουλέψω με νέους ηθοποιούς. Πρωταγωνιστές του έργου είναι δύο νέα παιδιά (Δημήτρης Σέρφας και Νίκος Μπουκουβάλας) και μία μάνα (Γιασεμί Κελαηδόνη). Είχα μάλιστα την τύχη να συνεργαστώ ξανά με δύο παλιούς σπουδαστές – απόφοιτους της σχολής της Αγίας Βαρβάρας που διευθύνω τα τελευταία χρόνια.
Συνεργαστήκατε με τον Μιχάλη Μαλανδράκη, ο οποίος είναι ο συγγραφέας της θεατρικής παράστασης. Πόσο σημαντικό είναι να αναδεικνύονται νέοι δημιουργοί;
Έχουμε ανάγκη από νέα θεατρική γραφή. Είμαστε μισοί εάν κάνουμε θέατρο με έργα ξένων συγγραφέων. Οφείλουμε να ενισχύουμε την ελληνική θεατρική γραφή που μας έχει προσφέρει πολλά τα τελευταία χρόνια και όχι μόνο. Πρέπει να δώσουμε βήμα στις νέες φωνές.
Πώς ήταν η συνεργασία μαζί του;
Η συνεργασία ήταν άψογη. Δεν φοβήθηκε να αλλάξει πράγματα και εμπιστευτήκαμε ο ένας τον άλλον, σταδιακά ακόμη περισσότερο. Συζητούσαμε και όταν προέκυπταν ζητήματα, τα αναλύαμε και δεν βιαζόμασταν να τα κλείσουμε. Ερχόταν στις πρόβες χωρίς να επιθυμεί να επιβληθεί στο έργο του. Συνολικώς, ήταν μία πολύ όμορφη συνεργασία.
Ποιες δυσκολίες παρουσίαζε αυτή η παράσταση ως προς τη σκηνοθεσία της;
Η μεγαλύτερη δυσκολία του έργου ήταν η μεταφορά στην πραγματικότητα όλων των παρασκευών γλυκών που περιγράφονται στο έργο του Μιχάλη. Το έργο έχει 9 σκηνές και στις μισές οι χαρακτήρες παρασκευάζουν γλυκά. Αυτό ήθελα να συμβεί πραγματικά και να μεταφερθεί στη σκηνή. Από την αρχή, λοιπόν, όταν ξεκινήσαμε τις πρόβες, φέρναμε τα υλικά και φτιάχναμε γλυκά σε πραγματικό χρόνο.
Μάλιστα στο τέλος της πρόβας συνηθίζαμε να τρώμε και ένα γλυκό σαν αποχαιρετιστήριο! Ευτυχώς αυτό συμβαίνει και στην παράσταση. Υποστηρίζω την πρακτικότητα της υποκριτικής και πώς να επιλύουμε θέματα με αυτόν τον τρόπο. Η τεχνική αυτή μάλιστα βοήθησε και τους δύο ηθοποιούς, που αναλαμβάνουν και στο έργο την εκτέλεση των συνταγών, να απελευθερωθούν υποκριτικά, να νιώσουν καλύτερα με τον τρόπο που παίζουν και έτσι να αποφορτιστούν και να συνειδητοποιήσουν ότι το σώμα μπορεί να δώσει πολλές λύσεις στη σκηνή.
Είστε ηθοποιός. Πώς η σκηνοθεσία σας βοήθησε στην υποκριτική;
Από την αρχή των σπουδών μου με ενδιέφερε το όλο. Αισθανόμουν την ανάγκη να έχω γνώση και αίσθηση όλων των παραγόντων που συνθέτουν μία παράσταση: τον φωτισμό, την ενδυματολογία, τη μουσική κλπ. Με βοηθάει να εναρμονίζομαι με έναν κόσμο που αποτελείται από πολλούς ανθρώπους.
Ο ηθοποιός δεν μπορεί να παίζει μόνος του, οφείλει να συντονίζεται με τους υπόλοιπους. Προσωπικά, έτσι λειτουργώ, στην αρχή υποσυνείδητα και στη συνέχεια πιο συνειδητά. Μέσω επίσης της διδασκαλίας, ήρθα σε επαφή με έναν νέο κόσμο που ήθελα να ανακαλύψω. Επομένως, η σκηνοθεσία αποτέλεσε μία φυσική ανάγκη.
Από πού αντλείται έμπνευση για να ανεβάσετε μία παράσταση;
Δεν βασίζομαι σε κάτι συγκεκριμένο. Την περίοδο που δουλεύω είτε ως ηθοποιός είτε ως σκηνοθέτης, εμπνέομαι από οτιδήποτε υπάρχει γύρω μου το οποίο είναι έτοιμο να το πάρω και να το χρησιμοποιήσω. Οτιδήποτε μπορεί να μου δώσει έμπνευση. Βέβαια, δεν θα το χαρακτήριζα ως έμπνευση. Είναι κυρίως μία μορφή σχέσης με πράγματα τα οποία μου αποκωδικοποιούν ερωτήματα που θέτω. Συντονίζομαι με κάτι μία περίοδο και αυτή η αλληλεπίδραση αποτελεί έμπνευση.
Μία θεματική που αναδεικνύεται μέσα από τα «Όνειρα Γλυκά» είναι οι οικογενειακές σχέσεις. Πιστεύετε ότι οι οικογενειακοί δεσμοί μάς απελευθερώνουν ή μάς εγκλωβίζουν;
Εξαρτάται. Δυστυχώς υπάρχει ένα κομμάτι που μας εγκλωβίζει. Θα πρέπει να βάζουμε τέλος σε πράγματα και καταστάσεις που βιώνουμε μέσα από ανθρώπους που αγαπάμε και να δεχόμαστε ότι επέρχεται ένας θάνατος μίας εποχής και το ξεκίνημα μίας νέας. Οι οικογενειακές σχέσεις περνάνε από αυτές τις φάσεις. Στην Ελλάδα, όμως, είναι δύσκολο να αποδεχτούμε ότι πρέπει να προχωρήσουμε αφήνοντας κάτι πίσω. Τη δυσκολία αυτή την αντιμετωπίζουν κυρίως οι γονείς. Τα στοιχεία αυτά ενδιαφέρουν τον Μιχάλη Μαλανδράκη, ο οποίος τα παρουσιάζει στο έργο του. Η αλήθεια είναι ότι τα παιδιά δυσκολεύονται να κόψουν τον ομφάλιο λώρο και να απελευθερωθούν από το οικογενειακό περιβάλλον τόσο εύκολα.
Όλα αυτά τι δείχνουν για τη δομή της ελληνικής οικογένειας τόσο στο σήμερα όσο και διαχρονικά;
Παρατηρείται μία προσκόλληση στην παράδοση και μία υψηλή αίσθηση του χρέους και της υποχρέωσης απέναντι στην οικογένεια, με αποτέλεσμα να περιορίζονται τα παιδιά και να μην τους επιτρέπεται να ανοίξουν τα φτερά τους. Ως γονείς φέρουμε κάτι στη ζωή που πρέπει κάποια στιγμή να αποχαιρετήσουμε. Το πρόβλημα έγκειται όταν, ενώ γνωρίζουμε ότι θα γίνει αυτό, δύσκολα θα το αποδεχτούμε.
Είναι σαν να πιάνεσαι σε κάτι ζωντανό γιατί φοβάσαι τον θάνατο. Δεν θέλουμε να χάσουμε έναν άνθρωπο που είναι πάντα δίπλα μας και αποτελεί μεγάλο τμήμα της καθημερινότητας μας. Προσωπικά το σκέφτομαι και εγώ ως πατέρας τριών κοριτσιών. Είναι ένας μικρός θάνατος για μένα και τη σύζυγό μου, γιατί δεν το αποδεχόμαστε εύκολα. Ωστόσο, από τώρα πρέπει να προετοιμάζομαι. Εάν βάλω πάνω από όλα την ευτυχία των παιδιών που έφερα στον κόσμο και παραμερίσω την προσωπική μου ικανοποίηση, τότε θα ξέρω ότι οι κόρες μου θα είναι ευτυχισμένες.
Πώς η προσκόλληση στο παρελθόν καθορίζει τις αποφάσεις που παίρνουμε για το μέλλον; Μας ορίζει;
Δεν μας ορίζει. Μας φοβίζει όμως να φύγουμε από αυτή την υποχρέωση. Ζούμε σε μία κοινωνία που έχει ως πρωτεύον χαρακτηριστικό ότι η υποχρέωση στην οικογένεια είναι πάνω από όλα. Αλλά όταν ένας άνθρωπος φτιάχνει την οικογένειά του, τι σημαίνει αυτό; Ποια είναι η οικογένεια; Αυτή που τον φέρνει στη ζωή ή που δημιουργεί; Πιστεύω ότι η ελληνική παράδοση δεν επιθυμεί να αποκολληθεί και αυτό μας δείχνει ότι η οικογένεια που έφερε στη ζωή έναν άνθρωπο θα εξακολουθεί να είναι η οικογένεια. Προσωπικά δεν το πιστεύω αυτό. Εμείς δημιουργούμε την οικογένειά μας. Προφανώς αυτοί που μας μεγάλωσαν είναι μεγάλο κομμάτι της ζωής μας, αλλά εξελισσόμαστε και ωριμάζουμε.
Τι είναι για εσάς η ευτυχία;
Ένα καλλιτεχνικό έργο δεν έχει στόχο να δώσει απαντήσεις. Δεν οφείλει να απαντήσει τι είναι ευτυχία και οικογενειακές σχέσεις. Δεν έρχομαι να δώσω απαντήσεις. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να θίξω ερωτήματα σε όσους έρχονται να δουν την παράσταση και προβληματίζονται. Από εκεί και πέρα η ευτυχία έχει μόνο προσωπικές απαντήσεις, οι οποίες δεν προέρχονται από τους δημιουργούς του έργου, αλλά από τους θεατές.
Πιστεύετε ότι μπορούμε να ζήσουμε τι ζωή που θέλουμε;
Ναι, φυσικά. Το σωστό είναι να λέμε η ζωή που επιθυμούμε βαθιά. Είναι μία ουσιαστική έννοια της επιθυμίας. Δεν αφορά την καταναλωτική επιθυμία που έχουμε μάθει και από την οποία δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, όντας ανικανοποίητοι, αλλά για το τι θέλουμε πραγματικά να κάνουμε στη ζωή μας. Πού με οδηγεί αυτή η επιθυμία; Κατά την κρίση μου, αυτό είναι υπεραρκετό για να ζήσουμε τι ζωή που θέλουμε.
Ωστόσο είναι οξύμωρο το γεγονός ότι, ενώ έχουμε αυτή τη βαθιά επιθυμία, εγκλωβιζόμαστε στην πραγματικότητα και δεν αλλάζουμε τη ζωή μας. Γιατί γίνεται αυτό;
Ο φόβος είναι ο καθοριστικότερος παράγοντας. Μας επηρεάζει ο φόβος του να αποτύχω και του να μην ικανοποιήσω τους άλλους. Πολλοί άνθρωποι δεν κάνουν αυτό που επιθυμούν πραγματικά στη ζωή τους και αρρωσταίνουν γιατί έχουν στο μυαλό τους να είναι αρεστοί. Δεν λένε «Όχι» ποτέ. Πού είναι η επιθυμία μας σε αυτό;
Ακόμη και στους γονείς μας μπορούμε να πούμε ένα «όχι», ακόμη και στο παιδί μας -κάτι που όμως είναι ακόμη πιο δύσκολο. Θεωρώ ότι αυτοί που εγκλωβίζονται είναι εκείνοι που δεν μπορούν να πουν «όχι» στους γονείς τους. Μεγαλώνουν πάντα δίπλα τους, δεν τους χαλάνε χατίρι και αυτό πραγματικά τους αρρωσταίνει. Είναι τεκμηριωμένο πλέον ότι παθαίνουν συγκεκριμένες ασθένειες με βάση την αδυναμία τους να πουν «όχι» και την επιθυμία τους να είναι αρεστοί.
Οι άνθρωποι αυτοί πρέπει να αποδείξουν ότι είναι καλοί. Σε ποιον όμως; Αν είχαμε σαν βαρόμετρο το δικό μας γούστο και τις δικές μας επιθυμίες, σίγουρα δεν θα αποτυγχάναμε σε ό,τι και να κάναμε. Εάν όμως αποτυγχάναμε, θα ήταν δική μας η αποτυχία, η οποία όμως θα μας πήγαινε μπροστά. Και αυτό γιατί όλο αυτό είναι δικό μας. Δεν θα έχουμε την αίσθηση ότι χρωστάμε σε κάποιον και πως ό,τι κάναμε το κάναμε για κάποιον άλλον.
Εσείς κάνετε «όνειρα γλυκά»;
Βέβαια και κάνω όνειρα γλυκά! Νιώθω ότι τα δικά μου τα «όνειρα γλυκά» είναι πιο άμεσα και αφορούν το πιο κοντινό μέλλον. Τα πιο μακρινά όνειρα είναι ένας τρόπος να οραματίζομαι το πώς θα μπορούσε να είναι η ζωή μου και είναι πολύ μακρινό για να είναι γλυκό. Ακόμη το πλάθω, δεν ξέρω πόση ζάχαρη θα βάλω!
Τι θέλετε να αναδείξετε ως σκηνοθέτης μέσα από αυτή την παράσταση;
Αυτό που θα ήθελα να καταφέρω είναι να υπάρχει μία ουσιαστική και βαθιά επικοινωνία μεταξύ των ηθοποιών στη σκηνή, επιτρέποντας την αλληλεπίδραση με το κοινό. Να συμβεί κάτι και αυτή η βαθιά επικοινωνία να μεταδοθεί στους θεατές. Είναι δώρο για μένα εάν μπορέσουμε όλοι να «μετακινηθούμε» ελάχιστα από ένα καλλιτεχνικό έργο και να μετακινήσουμε τους θεατές προς μία συνειδητότητα και έναν προβληματισμό.
Κλείνοντας, σας βλέπουμε και σε άλλα projects στο θέατρο και την τηλεόραση. Τη «Γη της Ελιάς» στο Mega , τη «Μαρία που έγινε Κάλλας» στην EΡT, τον «Τελευταίο Ασπροκόρακα» στο Εθνικό Θέατρο. Μπορείτε να μας δώσετε λίγες πληροφορίες για τις συμμετοχές αυτές;
Είναι ωραίο να συνεργάζεσαι με πολλούς ανθρώπους στη δουλειά μας. Θα ξεκινήσω από τη «Γη της Ελιάς», που είναι ο πιο παλιός μου ρόλος. Είναι μία ευτυχής συγκυρία να συμμετέχω σε μία σειρά που έχει κοινό και αντίκτυπο. Είναι καλλιτεχνικά αλλά και πρακτικά σημαντικό. Ό,τι πάει καλά σου δίνει και δουλειά. Ο ηθοποιός είναι από τα πιο ανασφαλή επαγγέλματα. Ό,τι δίνει τροφή στον κόσμο δίνει τροφή και σε σένα, τόσο ψυχική όσο και πρακτική.
Δεύτερον, η εμπλοκή μου στη «Μαρία που έγινε Κάλλας» ήταν εξίσου μία ευτυχής συγκυρία. Είχα καιρό να συμμετέχω σε μία σειρά που πραγματοποιείται σε πιο ρεαλιστικούς χρόνους σε αντίθεση με τη «Γη της Ελιάς» που είναι καθημερινό σίριαλ και είναι πιο απαιτητικό. Είχα χρόνο για πρόβα και λήψεις και αυτή η άνεση με έκανε να νιώσω οικεία στο σετ. Επιπλέον, δούλεψα πολύ γιατί ο ρόλος του ήταν τρομερά δύσκολος. Μιλούσα μία γλώσσα που δεν γνώριζα και εκτός αυτού χρειάστηκε πολύ προσωπική ενασχόληση για να βγει ένα αβίαστο αποτέλεσμα στην κάμερα.
Θα είχατε κάνει και έρευνα για αυτόν τον ρόλο.
Ναι, φυσικά. Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για τον Μπότμαν, αλλά έμαθα πάρα πολλές πληροφορίες που αγνοούσα και δεν είχα ιδέα για την αρχαιοκαπηλία εκείνη την περίοδο. Ήταν σοκαριστικά όλα όσα έμαθα.
Τρίτον, όσον αφορά το Εθνικό Θέατρο, είναι πάντα ωραίο να συμμετέχεις στις παραγωγές του. Είναι σαν να παίζεις στην Εθνική Ελλάδος, φοράς την φανέλα και παίζεις με άλλη αυτοπεποίθηση. Το έργο επίσης το αγάπησα από την πρώτη στιγμή που το διάβασα. Με εξέπληξε πώς ο Αλέξης Σολωμός, μία βαριά προσωπικότητα του Εθνικού Θεάτρου, γράφει κάτι τόσο ελαφρύ και με τόσο χιούμορ. Θα έλεγα ότι εξεπλάγην ανεπανόρθωτα!
Βέβαια, αποτέλεσε και μία προσωπική ευκαιρία γιατί σπανίως καταπιάνομαι με κωμωδία και χιουμοριστικά κείμενα. Είναι εποικοδομητικό να δοκιμάζεις πολλά είδη και να καταλαβαίνεις ότι ο ηθοποιός οφείλει να τα κάνει όλα.
Και στον κινηματογράφο;
Νομίζω ότι είμαστε κοντά να γίνει η ταινία του Γιάννη Σμαραγδή, ο «Καποδίστριας». Θα την κάνουμε. Ελπίζω προς το καλύτερο!
Μάξιμο Μουμούρη, ευχαριστούμε για την ευχάριστη και εποικοδομητική συνέντευξη!
Ταυτότητα παράστασης
«Όνειρα γλυκά»
Έναρξη: 11 Νοεμβρίου
Σκηνοθεσία: Μάξιμος Μουμούρης
Συγγραφέας: Μιχάλης Μαλανδράκης
Σκηνικά – κοστούμια: Μίκα Πανάγου
Κίνηση: Νικολέτα Καρμίρη
Φώτα: Γιάννης Ζέρβας
Β. Σκηνοθέτη: Χρύσα Νταούλη
Φωτογραφίες: Γιώργος Κρίκος
Πρωταγωνιστούν: Γιασεμί Κηλαηδόνη, Δημήτρης Σέρφας, Νίκος Μπουκουβάλας
Διάρκεια: 90’
Πού: Θέατρο ΠΟΛΗ – ΔΑΝΗΣ ΚΑΤΡΑΝΙΔΗΣ, Φώκαιας 4, πλ. Βικτωρίας, Αθήνα, τηλ.: 211
1828900
Δύο τελευταίες παραστάσεις: Δευτέρα 20/1 και 27/1
Εισιτήρια: 20 € γενική είσοδος, 15 € μειωμένο (φοιτητικό, ανέργων, παιδικό, ΑμεΑ,
πολυτέκνων)
Προπώληση: MORE.COM
Παραγωγή: Θεατρικές Επιχειρήσεις Τάγαρη