Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024

Αργύρης Αγγέλου στο Athensmagazine: «Έπιασα τον εαυτό μου να σκοτεινιάζει, να μη χαμογελάει...»

Ο αγαπημένος ηθοποιός μιλάει για τα πάντα

21 Νοεμβρίου 2022 13:25
Αργύρης Αγγέλου στο Athensmagazine: «Έπιασα τον εαυτό μου να σκοτεινιάζει, να μη χαμογελάει...»
Φωτογραφία αριστερά: ΚΑΤΩΜΕΡΗΣ ΚΩΣΤΑΣ/ΕUROKINISSI
Από Αγάπη Μυργιώτη

Τον γνωρίσαμε μέσα από τις επιτυχημένες τηλεοπτικές του εμφανίσεις, ως Ασημάκη Λαζάρου στις «Σαββατογεννημένες» και ως Φώτη στο «Παρά Πέντε»... μέσα από τις οποίες τον αγαπήσαμε και «τον βάλαμε με χαρά στην καθημερινότητά μας».

Από τότε έχουν περάσει αρκετά χρόνια, αλλά ο Αργύρης Αγγέλου, εξακολουθεί να σημειώνει επιτυχίες. Τον απολαύσαμε πρόσφατα στο «Έρωτας με Διαφορά», μια σειρά που αγαπήθηκε πολύ και φέτος έχουμε την χαρά να τον απολαμβάνουμε μέσα από την νέα σειρά της ΕΡΤ, «Φλόγα και Άνεμος», την θεατρική παράσταση «Βόϋτσεκ» στο θέατρο Πόλη και κάθε πρωί στο Pride radio.

Οι ατάκες του έχουν μείνει χαραγμένες στη μνήμη μας και οι στιγμές γέλιου και συγκίνησης που μας έχει χαρίσει είναι αμέτρητες.

Ο αγαπημένος ηθοποιός, Αργύρης Αγγέλου, παραχώρησε μια ξεχωριστή συνέντευξη στο Athensmagazine.gr και μας μίλησε για την παράσταση «Βόϋτσεκ», το «Φλόγα και Άνεμος», τις δύσκολες στιγμές που βίωσε στην περίοδο της καραντίνας, το «Παρά 5» και τις πρώτες του εμπειρίες στις οντισιόν.

Ας ξεκινήσουμε με τη παράσταση «Βόϋτσεκ», στην οποία υποδύεσαι τον γιατρό, ένα ρόλο διαφορετικό. Μίλα μας λίγο για τον ρόλο!

Σωστά, είμαι γιατρός, δεν είμαι ο τρελός (γέλια).

Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος, όχι μόνο για τον ρόλο, αλλά και για τη συνεργασία με τους συντελεστές σε αυτήν την παράσταση. Όσο περνάνε τα χρόνια έχω ανάγκη να δοκιμάζω διαφορετικά πράγματα και ειλικρινά δεν έχω καλύτερο.

Τον σκηνοθέτη μας Σταύρο Τσακίρη τον ήξερα και τον θαύμαζα από τις δουλειές του αλλά δεν είχαμε ξανασυναντηθεί στη σκηνή. Με πήρε τηλέφωνο για να μου προτείνει το «Βόϋτσεκ», σχεδόν έναν χρόνο πριν, και η αλήθεια είναι ότι δεν το είχα συνειδητοποιήσει μέχρι να αρχίσουμε πρόβες, το είχα στην ακρή του μυαλού μου.
Και όταν ήρθε η ώρα το είπα κιόλας ξεκάθαρα στον Σταύρο: «Δεν ξέρω αν μπορώ». Και εκείνος μου απάντησε ότι θα το πάμε μαζί, χέρι-χέρι. Οπότε απλά τον εμπιστεύτηκα και ταξίδεψα.

Είναι πολύ απαιτητικός και αυτό μου αρέσει, συνέπεσε με μια εξαιρετική ομάδα ηθοποιών και προχωρήσαμε όλοι μαζί. Είμαι περήφανος που τα κατάφερα και γι' αυτό που παράγουμε πάνω στη σκηνή.

Όσο αφορά τους πιο δραματικούς ρόλους, όπως είναι αυτός του Γιατρού, δεν έχω παράπονο, έχω τολμήσει και μου έχουν δοθεί πολλές ευκαιρίες να παίξω σκοτεινούς χαρακτήρες, αλλά όχι συχνά σε κλασικό έργο.

Στο έργο, έχεις έναν πολύ δύσκολο μονόλογο. Πώς κατάφερες να τον αποστηθίσεις;

Η αλήθεια είναι ότι αυτόν τον μονόλογο όταν μου τον έδωσε ο Σταύρος, τον κοίταξα με δυο γουρλωμένα μάτια και του είπα «Είσαι τρελός, δεν ξέρω πώς γίνεται, δεν ξέρω από που να το πιάσω» και παρόλο που μαθαίνω εύκολα, αυτές οι δυόμιση σελίδες μέχρι να καταλάβω τι λένε και να τις μάθω μου πήρε χρόνο. Μπορούσα να αποστηθίσω πέντε σειρές τη μέρα, γιατί είναι γεμάτο ιατρικός όρους και φιλοσοφικές αναζητήσεις, μου πήρε κανα δεκαπενθήμερο, παράλληλα, με την δουλειά που κάναμε με τον Σταύρο στην πρόβα.

Δούλεψα πολύ και είμαι περήφανος γι' αυτό τον μονόλογο.

Είναι από τα πιο δύσκολα πράγματα που έχω κάνει. Και μόνο για να μη λαχανιάζεις είναι καλή άσκηση. Γιατί συν όλα τα άλλα ο Σταύρος, δεν με λυπήθηκε καθόλου, έβαλε κίνηση, έβαλε τρεξίματα, στο τέλος τραγουδάω...

Η παράσταση άγγιξε πολλά θέματα της επικαιρότητας, όπως είναι η γυναικοκτονία. Πώς το βλέπεις εσύ αυτό;

Αυτά είναι διαχρονικά θέματα και τα έργα που καταπιάνονται με επιτυχία με αυτά τα θέματα, γίνονται διαχρονικά. Ο Βοϋτσεκ, είναι ένα έργο που γράφτηκε το 1836, από τον Μπίχνετ, ένα παιδί 23 χρονών. Δεν θέλω να πιστέψω τι είχε μέσα στο μυαλό του όταν το έγραφε. Και δεν κατάφερε και να το τελειώσει, γιατί πέθανε από τύφο. Και τόσο άντεξε δεν θα μπορούσε να ζήσει παραπάνω, αν ζούσε θα γινόταν κάποια έκρηξη στον εγκέφαλο του.

Κατάφερε αυτό το ένα και μοναδικό έργο, το οποίος όμως έγινε σταθμός για τη παγκόσμια δραματουργία.
Τα κλασικά έργα καταπιάνονται με διαχρονικά θέματα. Όλα αυτά συνέβαιναν, συμβαίνουν και θα συμβαίνουν πάντα. Γι' αυτό είναι τόσο επίκαιρα. Μόνο έτσι μπορώ να το εξηγήσω, όχι αλλιώς. Γιατί η γυναικοκτονία, ας πούμε δεν είναι θέμα που τσίμπησε ο Σταύρος, είναι από τη δομή του έργου, μέσα στο μύθο. Δεν είναι ότι έτσι το είδε ο Σταύρος, επομένως, φαντάσου τι γινόταν από τότε.

Η αλήθεια είναι ότι με το intertnet τα μαθαίνουμε πιο εύκολα. Αλλά η ουσία στο έργο είναι πώς μπλέκονται όλα μαζί, δεν είναι μόνο η γυναικοτονία, είναι πώς οδηγείτε ένας άνθρωπος, σε κάτι τόσο ακραίο, όταν όλη του η ζωή και όλο του το περιβάλλον, τον εξωθεί στα άκρα. Δηλαδή είναι φοβερό.

Ποιο ήταν το feedback από την παράσταση;

Αυτό που εισπράττουμε πάρα πολύ έντονα στο φινάλε, στο χειροκρότημα, είναι ότι ο κόσμος δεν έχει κουραστεί, γιατί είναι μία δίωρη παράσταση χωρίς διάλλειμα και είχαμε ένα φόβο, μήπως κουραστούν.

Ο κόσμος το βλέπει, το παρακολουθεί ανά στιγμή, τον νιώθουμε που συμμετέχει, μπορεί να γελάσει σε ένα σημείο, μπορεί να ανατριχιάσει κάπου, μπορεί να τρομάξει κάπου.. και βλέπεις ότι στο χειροκρότημα όλο αυτό το συνονθύλευμα αντιδράσεων, που έχουν υπάρξει μέσα στην παράσταση, αποτυπώνονται με έναν τρόπο πολύ έντονο και παρατεταμένο χειροκρότημα.

Εκεί καταλαβαίνουμε ότι η παράσταση περνάει. Από εκεί και πέρα τελειώνοντας και βγαίνοντας έξω, σίγουρα υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που νιώθουν την ανάγκη να μας περιμένουν και να μοιραστούν μαζί μας, το πόσο ωραία περάσανε. Νομίζω ότι η παράσταση έχει πετύχει τον σκοπό της εκατό τις εκατό και το οφείλουμε στο Σταύρο.

Έκανε πραγματικά μια παράσταση, την οποία μπορεί να παρακολουθήσει ο οποιοσδήποτε, γιατί νομίζω ότι τα κλασικά έργα, πρέπει να τα παρακολουθούν όλοι, δεν είναι για ένα ειδικό κοινό. Έχω παρακολουθήσει στο παρελθόν κλασικά έργα και δεν έχω καταλάβει τίποτα και έχω νιώσει ηλίθιος. Εδώ θεωρώ ότι δεν είμαστε τέτοια περίπτωση.

Ο χώρος είναι ζεστός, ο κόσμος είναι μπροστά, η σκηνή είναι τεράστια και αισθάνεται ο θεατής ότι είναι σχεδόν πάνω στη σκηνή. Διαδραματίζονται όλα πολύ κοντά του, δηλαδή θα γίνει ένας κρότος και θα νιώσει το οστικό κύμα, θα ακουστεί μία φωνή και θα τρομάξει σα να είναι δίπλα του, σχεδόν μπαίνει μέσα.

Πώς αισθάνεστε πάνω στη σκηνή το χειροκρότημα του κόσμου;

Μπορώ να καταλάβω από το χειροκρότημα πια, μετά από τόσο χρόνια, αν κάτι έχει περάσει ή όχι, γιατί με κάποιο μαγικό τρόπο το κοινό συντονίζεται, γι' αυτό υπάρχουν μέρες που λέμε καμιά φορά, "πω πω η παράσταση ήταν χάλια το κοινό κοιμόταν όρθιο".

Γι΄ αυτό το θέατρο δεν μπορεί να αποτυπωθεί στην κάμερα...

Για να περάσουμε στα τηλεοπτικά. Φλόγα και άνεμος! Μίλησε μας για τον ρόλο αυτό που διαφέρει από όλα όσα έχει κάνεις τηλεοπτικά.

Είναι μία πολύ προσεγμένη δουλειά, είναι ένα υπέροχο βιβλίο του Στέφανου Δάνδολου που βασίζεται πρωτίστως στις πραγματικές χειρόγραφες επιστολές που αντάλλασσαν η Κυβέλη με τον Γεώργιο Παπανδρέου, σε συνδυασμό με κάποια στοιχεία μυθοπλασίας φυσικά, επειδή είναι μυθιστόρημα το βιβλίο. Φτιάχτηκε μία γενικότερη ιστορία, με πολλούς χαρακτήρες και πολλές παράλληλες ιστορίες.

Εγώ λοιπόν εκεί υποδύομαι έναν λοχαγό στη χούντα, έναν πολύ κακό άνθρωπο. Μαζί με τον Θέμη Πάνου και τον Αργύρη Πανταζάρα, είμαστε στο επιτελείο της Χούντας.

Αυτό είναι μια τηλεοπτική ανατροπή για εσένα!

Αυτό το οφείλω στη Ρέϊνα Εσκενάζυ, που γνωριζόμαστε καλά ποια, γιατί έχουμε κάνει κάποιες συνεργασίες στο θέατρο μαζί, αλλά τηλεοπτικά δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ. Όταν με πήρε τηλέφωνο γι' αυτό, «τρελάθηκα», γιατί η Ρέϊνα είναι από τους ανθρώπους που είναι γενναιόδωροι, σε εμπιστεύεται, είναι της άποψης ότι ένας ηθοποιός πρέπει να δείξει όσο περισσότερες πτυχές μπορεί να καλλιεργήσει.

Οπότε ήμουν πολύ τυχερός σε αυτό το κομμάτι. Φέτος δηλαδή και θεατρικά και τηλεοπτικά, ήμουν απίστευτα τυχερός, γιατί δούλεψα με δύο ανθρώπους που αποφάσισαν να μου εμπιστευτούν κάτι που σε άλλες συνθήκες κάποιος άλλος δεν θα το έκανε. Και δεν θα το έκανε, όχι από πρόθεση, δεν το παίρνω προσωπικά, δεν θα το έκανε γιατί τρέχουν οι ρυθμοί τόσο πολύ και όταν ετοιμάζεις μία δουλειά και έχεις κάποιους συγκεκριμένους χαρακτήρες το μυαλό σου θα πας στην εύκολη λύση. Δεν έχεις πολλές φορές τον χρόνο να σκεφτείς ότι μήπως να ασχοληθώ και να πάρω ένα ηθοποιό τον οποίο θα τον δουλέψω και μπορώ να τον φανταστώ σε κάτι άλλο.

Και έτσι μένουμε εμείς οι ηθοποιοί που αποκτάμε απωθημένα, όχι απωθημένα, είναι πολύ κακιά λέξη τα απωθημένα.. εμείς οι ηθοποιοί που έχουμε τη λαχτάρα και την επιθυμία να κάνουμε κάτι διαφορετικό.

Ήθελες δηλαδή να δοκιμάσεις κάτι τέτοιο;!

Ο ρόλος αυτός είναι η τηλεοπτική μου ενηλικίωση. Αισθάνομαι ότι μέχρι τώρα βλέπατε την εφηβεία μου, νομίζω ότι με το "Φλόγα και Άνεμος" ενηλικιώθηκα τηλεοπτικά.

Θα ξαναγύρναγες σε κωμικό ρόλο;

Φυσικά, την λατρεύω την κωμωδία και επίσης η κωμωδία είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο είδος.
Απλά θα ήθελα να έχω την ευτυχία όσο μεγαλώνω να ελίσσομαι, θα ήθελα δηλαδή να κάνω μια σεζόν το ένα μία το άλλο και να ανοίξει ένα φάσμα γκάμας, να μπορεί κάποιος να με σκέφτεται για πολλά διαφορετικά πράγματα .
Αυτή είναι η ιδανική μου επιθυμία και δουλεύω πολύ γι' αυτό και παλεύω ήσυχα, δηλαδή με τις επιλογές μου, τις προσωπικές προσπάθειες που έχω κάνει, γιατί έχω κάνει τρία τέσσερα έργα, δικές μου παραγωγές. Με αφορά βαθιά, δεν με αφορά για το φαίνεσθαι.

Όσο αφορά το κομμάτι της παραγωγής έχεις δηλώσει και στο παρελθόν ότι σε ενδιαφέρει πολύ.

Ναι! Και νομίζω θα ήμουνα και πολύ καλός. Μου αρέσει! Είναι ένα κομμάτι που με γοητεύει. Απλά είναι ένα ακριβό σπορ και όσο περνάνε τα χρόνια, γίνονται και πιο δύσκολα τα πράγματα.

Αλλά χαίρομαι που τουλάχιστον αυτές οι προσπάθειες που έκανα δεν πήγανε χαμένες, γιατί αφήσανε ένα αποτύπωμα και σιγά σιγά αυτό το αποτύπωμα άρχισε να ανθίζει και να γίνεται λουλούδι και να αρχίσουν άνθρωποι να με παρατηρούν και σε κάτι άλλο.

Παράλληλα, με τον χρόνο που περνάει βιολογικά και ωριμάζω, έρχεται και κουμπώνει κάπως όλο αυτό και αρχίζω σιγά σιγά και απολαμβάνω τους καρπούς αυτής της προσπάθειας.

Πώς αντιμετώπισες την φάση της καραντίνας και του κορωνοϊού;

Πέρασα πάρα πολύ δύσκολα με τον κορωνοϊό. Μου κόστισε πολύ ψυχικά και δεν είναι ότι μου κόστισε επειδή δε δούλευα, δεν ήμουν ο μόνος που δε δούλευε, ήταν ολόκληρος ο κλάδος μου.

Έτσι, φέτος αποφάσισα μέσα σε όλη αυτή την τρέλα να βάλλω κι άλλη δραστηριότητα στη ζωή μου που είναι το ραδιόφωνο. Κάθε πρωί κάνω μια εκπομπή επτά με δέκα το πρωί, με τον Παύλο Χάπιλλο και την Zoe Pre, στον Pride 98,6 και είναι μια καθημερινή ασχολία.

Όταν το πρωτοσυζήτησα με δικούς μου ανθρώπους μου λένε «είσαι τρελός θα ξυπνάς κάθε πρωί έξι η ώρα και θα πηγαίνεις εκεί, θα τελειώνεις στις δέκα και θα είσαι κομμάτια; »

Και λέω παιδιά κάτι πρέπει να κάνω να ενεργοποιήσω ξανά την ψυχή μου.

Έπιασα τον εαυτό μου να σκοτεινιάζει, να μη χαμογελάει, να μην ονειρεύεται και ξαφνικά, να είναι καλά αυτά τα δύο παιδιά που κάνουμε μαζί την εκπομπή, ξεκινάει η μέρα μου με γέλιο, με χαμόγελο και ξαφνικά έχει αλλάξει ολόκληρος ο κόσμος.

Ήρθε και το θέατρο που είναι κάτι που με εκφράζει, ήρθε και η σειρά, που είμαι πολύ περήφανος που είμαι κομμάτι της και ξαφνικά αρχίζει να ξυπνάει το σώμα μου.

Αισθάνομαι ότι δυόμιση χρόνια ήμουν σε χειμερία νάρκη. Δυστυχώς, ήμουν από τους αδύναμους.

Ευτυχώς, όμως, είχα τον γατούλη μου και ήταν η παρηγοριά μου. Δεν μπορείς να φανταστείς τι κάναμε με τον γάτο στην καραντίνα, από βαψίματα και ανακαινίσεις μέχρι συζητήσεις. Δηλαδή όταν έφτασα να συζητάω με το γατί, λέω «εντάξει έχουμε πρόβλημα».

Θέλεις να μας μιλήσεις για τα 12 χρόνια αποχής από την τηλεόραση και την επιστροφή σου σε αυτή;

Η επιστροφή μου ήταν με το «Έρωτας μια Διαφορά», μια ευκαιρία που εμφανίστηκε στην καραντίνα και ήταν μια αφορμή τουλάχιστον, μια φορά τη βδομάδα να βγαίνω από το σπίτι να πηγαίνω στο γύρισμα. Την αγαπάω πολύ βαθιά αυτή τη δουλειά, γιατί ήταν η διέξοδος μου μέσα στη καραντίνα.

Είχε πολλούς φαν αυτή η σειρά, γιατί δεν προσποιήθηκε κάτι περισσότερο από αυτό που είναι, ήταν μια χαριτωμένη κομεντί, με στοιχεία κωμωδίας με ένα πολύ καλογραμμένο σενάριο και καλά σκηνοθετημένο, από τον Αλέξανδρο Πανταζούδη.

Εισέπραξα πολύ αγάπη γι' αυτή τη σειρά. Στεναχωρηθήκαμε που δεν θα πάει δεύτερη σεζόν.

Πώς ήταν η επιστροφή αυτή μετά από τόσα χρόνια;

Από το πουθενά χτύπησε ένα τηλέφωνο και μου είπανε «γεια σας, να σας στείλουμε ένα σενάριο, θέλει ο κ. Πανταζούδης να μιλήσετε» και από τα 3 πρώτα λεπτά του είπα ναι χωρίς να διαβάσω το σενάριο, γιατί θαύμαζα πολύ τη δουλειά του.

Ήταν όλες οι προϋποθέσεις άψογες, είπα ναι και ξαφνικά βρέθηκα στο γύρισμα. Μάλιστα, ήμουν ο τελευταίος που έκλεισε, τα παιδιά είχαν ξεκινήσει πρόβες. Ήταν ένας ρόλος που τους είχε μείνει, ήταν ένας ρόλος που κάποιος τελευταία στιγμή δεν μπόρεσε και ακύρωσε και κάπως έτσι πήρανε εμένα. Ήμουν πολύ τυχερός.

Τα προηγούμενα χρόνια δεν προέκυψε κάποια ευκαιρία;

Τα προηγούμενα χρόνια, την περίοδο της κρίσης δεν γινόντουσαν πολλές δουλειές. Εγώ μέσα στην κρίση είχα κάνει το «Dancing with the Stars» και το «Your Face Sounds Familiar». Οπότε κάποιες κουβέντες που είχα κάνει πολύ αραιά και που, όλο κάτι γινόταν και δεν καθόταν. Και τελικά έκατσε όταν ήταν να κάτσει χωρίς πίεση.

Κατανοώ κιόλας ότι το «Παρά Πέντε», άφησε ένα πολύ δυνατό αποτύπωμα και καταλαβαίνω ότι ίσως κάποιοι να μην μπορούσαν να με φανταστούν σε κάτι άλλο, επομένως, έπρεπε να μεγαλώσω.

Περάσαν, δώδεκα δεκατρία χρόνια και από αγόρι έγινα άντρας. Επομένως, όταν ξαναγύρισα είχα μεγαλώσει πλέον και αποτυπώνεται ένα καινούργιο τηλεοπτικό στίγμα που με αφορά πολύ.

Πώς ήταν η εμπειρία του να παίζεις σε μία σειρά με τόσο μεγάλη επιτυχία;

Σαφώς και καταλαβαίναμε ότι αυτό που κάναμε είχε απήχηση. Βέβαια, εμείς δεν ζήσαμε την επιτυχία του Παρά 5, έχοντας τα social media, όπως τώρα, για να παίρνεις το feedback, τόσο άμεσα. Εμείς βγαίναμε στο δρόμο και το καταλαβαίναμε.

Επίσης, δουλεύαμε πάρα πολύ, δεν είχαμε την πολυτέλεια να το ζήσουμε, κάναμε τότε όλοι μας και τηλεόραση και θέατρο μαζί. Το τι αποτύπωμα άφησε το καταλαβαίνω με τα χρόνια που περνάνε. Δηλαδή, όσο προστίθεται και ένας χρόνος ακόμα από τότε που τελείωσε και βλέπω ότι το αγαπάει ο κόσμος, το ανακαλύπτουν νέα παιδιά τώρα, σα να το βλέπουν πρώτη φορά, το αγαπάνε με τον ίδιο τρόπο... Εκεί καταλαβαίνω ότι κάναμε κάτι διαχρονικό.

Ποιες οι αντιδράσεις του κόσμου στον δρόμο;

Τότε δεν υπήρχε η ψυχραιμία να σου πούνε κάτι στο δρόμο. Σε βλέπανε και ουρλιάζανε...ήταν πολύ ακραίο αυτό που συνέβαινε τότε, όταν είχαμε χρόνο να βγούμε έξω, γιατί δουλεύαμε 16 με 17 ώρες τη μέρα.

Όσο περνάνε τα χρόνια και αυτό καταλαγιάζει είναι το απόλυτο, αυτό που λες είναι ωραίο που το έζησα, να σε βλέπει ένας άνθρωπος να νιώθει την ανάγκη να έρθει να σου μιλήσει, να σε χαιρετήσει, να υπάρχει ψυχραιμία.

Μας στέλνανε γράμματα στο κανάλι, τα οποία τα διαβάζαμε και τα απαντούσαμε κιόλας μερικά, όταν είχαμε χρόνο.

Ποιες είναι οι σχέσεις σας με τα παιδιά από το «Παρά 5»;

Με τα παιδιά δεν γνωριζόμασταν όλοι από πριν και έκατσε μια καλή χημεία μεταξύ μας, ήταν δυνατή και ισχυρή και επειδή ήρθε και η επιτυχία, αυτό είναι κάτι που θα μας ενώνει για πάντα.

Μπορεί να μη βλεπόμαστε με τη συχνότητα που βλεπόμασταν τότε, γιατί περνούσαμε δέκα ώρες τη μέρα μαζί στα γυρίσματα για δύο χρόνια, αλλά όποτε βλεπόμαστε, κυριαρχεί συγκίνηση, χαρά. Είμαστε κάτι σαν συγγενείς.

Ποιος ρόλος από όσους έχεις ενσαρκώσει είναι πιο κοντά στον Αργύρη, σαν προσωπικότητα;

Όλοι και κανένας. Αρχικά, πιστεύω ότι κάθε ρόλος που καταπιάνεται κάθε ηθοποιός, μοιραία κάτι θα βάλει από την προσωπικότητά του μέσα, έστω και χωρίς να το καταλάβει.

Αυτό πολλές φορά γίνεται υποσυνείδητα, π.χ. κάνεις ένα δολοφόνο και λες αποκλείεται να ταυτίζομαι με αυτόν τον άνθρωπο, όμως όλοι οι άνθρωποι μέσα τους έχουν σκοτάδι.

Σίγουρα, όλοι οι ρόλοι που έχω υποδυθεί κάπου μέσα στη ψυχούλα που τους έφτιαξα, έχει και ένα κομμάτι της δική μου ψυχής. Δεν μπορεί να μη γίνει αυτό.

Ήθελες από πάντα να γίνει ηθοποιός;

Όχι από πάντα, δεν ήτανε κάτι που ακούς καμιά φορά που λένε, ότι ήμουν παιδάκι και ονειρευόμουν να παίζω ρόλους και τέτοια. Εγώ μικρός ασχολούμουν με τη μουσική και γι' αυτό είχα ζητήσει από τη μαμά μου να με γράψει στο ωδείο και έκανα πολλά χρόνια πιάνο και αρμόνιο, με σκοπό να μπω στη μουσικολογία στο Πανεπιστήμιο.

Κάποια στιγμή εκεί τέλη γυμνασίου, αρχές λυκείου, έλαβα μέρος στη θεατρική ομάδα του σχολείου και πήγαμε σε έναν πανελλήνιο, μαθητικό οργανισμό και έζησα αυτή την εμπειρία της ομαδικότητας, την θεατρική εμπειρία. Και αυτό με μάγεψε και άρχισε να με προβληματίζει και όταν ήρθε το σημείο εκείνο που έπρεπε να αποφασίσω, αν θα διαβάσω να δώσω πανελλήνιες, το μικρόβιο είχε μπει και αποφάσισα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός.

Γι' αυτό και πολύ μεγάλος πήγα θέατρο, ήμουν και στη Χαλκίδα τότε, δεν ήταν εύκολο και η οικογένεια μου δεν ήταν θεατρόφιλη, γιατί ο μπαμπάς δούλευε όλη μέρα, η μαμά μεγάλωσε πέντε παιδιά. Δεν είχαμε την άνεση να κατεβαίνουμε Αθήνα να βλέπουμε παραστάσεις. Είδα μεγάλος θέατρο, δευτέρα, τρίτη λυκείου..

Μάλιστα, όταν ήμουν στο λύκειο, που η αδερφή μου έμενε Αθήνα, τελείωνα το σχολείο την Παρασκευή, δούλευα στον μπαμπά μου Παρασκευή και Σάββατο και Σάββατο απόγευμα με το που τελείωνα από το μαγαζί, ετοιμαζόμουνα και πήγαινα Αθήνα για να δω θέατρο.

Και αυτό το έκανα νομίζω όλη την τρίτη λυκείου, έβγαλα το άχτι μου, το χαρτζιλίκι που έπαιρνα από το μαγαζί του μπαμπά, γιατί μας πλήρωνε, δεν πηγαίναμε τσάμπα, τα έδινα στο θέατρο.

Μετά το σχολείο έδωσα εξετάσεις, δεν πέρασα δυστυχώς με την πρώτη. Είχα δώσει, στο θέατρο τέχνης και τότε το σύστημα εξετάσεων ήταν διαφορετικό, δηλαδή πήγαινες πρώτα στη σχολή που σε ενδιέφερε, έδινες εξετάσεις και αν πέρναγες η σχολή σε έστελνε στο Υπουργείο Πολιτισμού για τις εισαγωγικές. Και εγώ τότε είχα περάσει στο Τέχνης και κόπηκα στο Υπουργείο, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να σε δεχτεί η σχολή μετά. Επομένως, γύρισα ένα χρόνο Χαλκίδα, μάζεψα χρήματα και την επόμενη χρονιά κατέβηκα δριμύτερος.

Πώς ξεκίνησε η καριέρα σου;

Ήμουν 26 χρονών όταν έκανα τον Λαζάρου, στις «Σαββατογεννημένες», αλλά δούλευα ήδη 7 χρόνια θέατρο. Από το δεύτερο έτος της σχολής δούλευα γιατί ήμουν τρελός οντισιονάκιας. Μαθητής είχα πάει στη Βουγιουκλάκη. Από μαθητής πήγαινα στις οντισιόν, για να είμαι προετοιμασμένος.

Είμαι πολύς πεισματάρης και το κυνηγάω πολύ κάτι που θέλω. Έλεγα στη μαμά ότι πάω αγγλικά και κατέβαινα Αθήνα και πήγαινα σε οντισιόν.

Στην οντισιόν με τη Βουγιουκλάκη, ήμουν από τους τυχερούς γιατί λόγω παρουσιαστικού με αφήσανε να μπω μέσα και είχα μια σύντομη συνομιλία με Βουγιουκλάκη, η οποία απόρησε όταν με είδε και μου είπε «τι κάνεις εσύ εδώ; εσύ πρέπει να είσαι μαθητής», λέω «Ναι» και τις είπα ότι εγώ του χρόνου θα δώσω εξετάσεις στη δραματική σχολή «θέλω να πηγαίνω σε ακροάσεις για την εμπειρία» και μου λέει ωραία ανέβα στη σκηνή και ανέβηκα.
Μετά μου είπε: «Είσαι μικρός δεν μπορώ να σε πάρω, αλλά εύχομαι να περάσεις του χρόνου γιατί είσαι καλός και κάποια στιγμή να δουλέψουμε μαζί.»

Τώρα δεν ξέρω αν το είπε έτσι για να με ευχαριστήσει ή αν το εννοούσε, πάντως το θυμάμαι σαν να είναι, η πιο σημαντική συμβουλή που είχα ακούσει μέχρι τότε. Αυτή την εμπειρία την θυμάμαι σαν όνειρο.

 

Συνεντεύξεις

Ροή ειδήσεων

Share