Τα δύσκολα έρχονται και στην Ελλάδα: Η θέση της χώρας μας στον πόλεμο της Μέσης Ανατολής, η Λιβύη και οι οικονομικές επιπτώσεις

Ποιο το τοπίο και οι επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης;
Η ένταση στον πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, η αλλαγή στάσης της Λιβύης, καθώς και η κρίσιμη σύνοδος του ΝΑΤΟ, στρέφουν το ενδιαφέρον της κυβέρνησης στις ραγδαίες γεωπολιτικές εξελίξεις της περιοχής μας και στις αποφάσεις που αναμένεται να ληφθούν στη Χάγη. Οι διπλωματικές και πολιτικές κινήσεις, τόσο στο προσκήνιο όσο και στο παρασκήνιο, θα διαμορφώσουν τις επόμενες εξελίξεις.
Σχετικά με τη Λιβύη, κυβερνητικές πηγές υπογραμμίζουν ότι η χώρα μας υπερασπίζεται τα κυριαρχικά της δικαιώματα στις θαλάσσιες ζώνες με πράξεις στο πεδίο, όπως επιτάσσει το εθνικό συμφέρον. Υπενθυμίζουν μάλιστα ότι αυτό έχει ήδη επιτευχθεί με τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό, τα θαλάσσια πάρκα, καθώς και τις συνεργασίες με τη Chevron και την Exxon. Παράλληλα, σημειώνουν πως η Ελλάδα ήταν προετοιμασμένη για τις αντιδράσεις, προβάλλοντας σταθερά το Διεθνές Δίκαιο ως τη βάση της επιχειρηματολογίας της.
Ειδικότερα για τη Λιβύη, αναφέρεται ότι η χώρα μας δεν έχει ποτέ απορρίψει το διάλογο στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, δεδομένου ότι οι ακτές της Λιβύης είναι αντικείμενες σε σχέση με την Ελλάδα.
Στο ζήτημα της ηλεκτρικής διασύνδεσης, κυβερνητικοί αξιωματούχοι τονίζουν ότι πρόκειται για Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διαβεβαιώνουν ότι θα διασφαλιστεί η απαραίτητη λειτουργία του καλωδίου και ότι η διαδικασία πόντισης θα ακολουθήσει σύντομα.
Η σύνοδος του ΝΑΤΟ και η ελληνική θέση
Σε λίγες ημέρες, στις 24 και 25 Ιουνίου, θα πραγματοποιηθεί στη Χάγη η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ, σε μια συγκυρία κρίσιμη για τη Συμμαχία, καθώς το παγκόσμιο περιβάλλον ασφαλείας γίνεται ολοένα και πιο ασταθές. Ενόψει της Συνόδου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε την Παρασκευή (20/6) τηλεφωνική επικοινωνία με τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς.
Στην ατζέντα της Συνόδου κυριαρχεί η περαιτέρω ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Συμμαχίας. Οι ηγέτες των χωρών-μελών καλούνται να εγκρίνουν ένα νέο, φιλόδοξο σχέδιο επενδύσεων, που ανεβάζει τον πήχη για τις αμυντικές δαπάνες. Συγκεκριμένα, το σχέδιο προβλέπει δαπάνες ύψους 5% του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια, εκ των οποίων το 3,5% θα αφορά αμιγώς αμυντικές δαπάνες, ενώ το υπόλοιπο 1,5% θα καλύπτει επενδύσεις και δαπάνες σχετικές με την ασφάλεια, όπως η βελτίωση των υποδομών, η ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας και η αύξηση της ανθεκτικότητας. Αν και ο αρχικός χρονικός στόχος για την υλοποίηση της δέσμευσης έχει τοποθετηθεί στο 2035, το ζήτημα αυτό αναμένεται να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης στη Σύνοδο.
Η Ελλάδα, ως μία από τις χώρες που ξεπερνούν ήδη τη νατοϊκή δέσμευση του 2% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες, κατατάσσεται στον «σκληρό πυρήνα» της Συμμαχίας. Με άμυνες δαπάνες που υπερβαίνουν το 3% του ΑΕΠ, η χώρα μας έχει αποδείξει την προσήλωσή της στις συμμαχικές της υποχρεώσεις, ακόμα και κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης. Ο πρωθυπουργός, μάλιστα, έχει πρόσφατα παρουσιάσει το 12ετές εξοπλιστικό πρόγραμμα της Ελλάδας, ύψους 25 δισ. ευρώ.
Διαβάστε επίσης
Στη Σύνοδο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να υπογραμμίσει τη σταθερή δέσμευση της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, υπενθυμίζοντας ότι η χώρα μας παρέμεινε συνεπής στις υποχρεώσεις της, ακόμα και στις πιο δύσκολες περιόδους. Θα τονίσει, επίσης, την ανάγκη οι Ευρωπαίοι εταίροι να επενδύσουν περισσότερο και πιο στρατηγικά στην κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, ενισχύοντας έναν ισχυρό αμυντικό πυλώνα που θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς το ΝΑΤΟ.
Με απλά λόγια, η Ελλάδα έχει υπερκαλύψει τις δεσμεύσεις της σε ζητήματα άμυνας, την ώρα που άλλες χώρες της Συμμαχίας προσπαθούν τώρα να επιτύχουν τον στόχο του 2% που είχε τεθεί ήδη από το 2014.
Σε πολλά «μέτωπα» τα οικονομικά πλήγματα
Το . Η ανησυχία επικεντρώνεται σε κρίσιμους τομείς, όπως η ενεργειακή ασφάλεια, οι τιμές πετρελαίου, οι θαλάσσιες μεταφορές, οι χρηματοπιστωτικές αγορές και οι τοπικές οικονομίες.
Οι άμεσες συνέπειες περιλαμβάνουν απότομη αύξηση των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου λόγω της έντονης αβεβαιότητας στον Περσικό Κόλπο. Η πιθανή απειλή στα Στενά του Ορμούζ, μέσω των οποίων διέρχεται το 26% του παγκόσμιου πετρελαίου, ενδέχεται να επιβαρύνει το κόστος καυσίμων για μεταφορές, παραγωγή και θέρμανση, ιδιαίτερα στην ΕΕ. Βραχυπρόθεσμα, η τιμή του πετρελαίου θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 80 δολάρια το βαρέλι, με αποτέλεσμα την αναζωπύρωση πληθωριστικών πιέσεων. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, σε αντίστοιχες κρίσεις του 2023-2024, ο πληθωρισμός στις ανεπτυγμένες οικονομίες ενδέχεται να αυξηθεί κατά 0,6%-1%, ενώ το παγκόσμιο ΑΕΠ να μειωθεί από 0,2% έως 1%.
Στο εμπόριο και τις θαλάσσιες μεταφορές, οι επιπτώσεις περιλαμβάνουν καθυστερήσεις και αποκλεισμούς στον Περσικό Κόλπο, πιθανές επιθέσεις σε εμπορικά πλοία, αυξήσεις στα ναύλα και τα ασφάλιστρα, καθώς και επιβάρυνση στο κόστος logistics, εμπορευμάτων και πρώτων υλών. Στις χρηματοπιστωτικές αγορές, αναμένεται πτώση στις μετοχές – κυρίως σε ενεργοβόρους κλάδους – αύξηση στη ζήτηση για χρυσό και δολάριο ως ασφαλή καταφύγια και υποτίμηση νομισμάτων αναδυόμενων αγορών. Παράλληλα, στις τοπικές οικονομίες προβλέπεται μείωση επενδύσεων λόγω αποφυγής ρίσκου, πτώση τουριστικών ροών, επιδείνωση εμπορικών ισοζυγίων και αύξηση μεταναστευτικών πιέσεων.
Για την Ελλάδα, οι πιθανές συνέπειες μιας γενικευμένης σύρραξης Ισραήλ-Ιράν αφορούν πέντε βασικούς τομείς: τουρισμό, ναυτιλία, εμπόριο, ενεργειακό κόστος και γεωπολιτική σταθερότητα. Ο τουριστικός τομέας της Ανατολικής Μεσογείου, στον οποίο η Ελλάδα ανήκει ως «γειτονική ζώνη αστάθειας», αναμένεται να δεχθεί σοβαρό πλήγμα, ειδικά από επισκέπτες τρίτων χωρών, όπως η Ασία και οι ΗΠΑ. Ακυρώσεις ή αλλαγές σε δρομολόγια κρουαζιέρων και πακέτα πολλαπλών προορισμών που περιλαμβάνουν Ελλάδα, Τουρκία, Ισραήλ και Αίγυπτο είναι πιθανές, ενώ μπορεί να μειωθούν οι κρατήσεις σε περιοχές κοντά στην Ανατολική Μεσόγειο. Ταυτόχρονα, η αύξηση ασφαλιστικών καλύψεων για ταξιδιωτικούς παρόχους θα επιβαρύνει περαιτέρω την τουριστική εικόνα.
Διαβάστε επίσης
Η ελληνική ναυτιλία αναμένεται να αντιμετωπίσει κινδύνους από πιθανές επιθέσεις ή εμπλοκές στα Στενά του Ορμούζ και την Ερυθρά Θάλασσα. Οι συνέπειες περιλαμβάνουν αυξήσεις ναύλων και ασφαλίστρων, «rerouting» πλοίων μέσω του Ακρωτηρίου Καλής Ελπίδας, καθυστερήσεις και αύξηση λειτουργικού κόστους για τις ναυτιλιακές εταιρείες, εκτιμώμενη σε 300-500 εκατ. ευρώ. Επίσης, οι πιέσεις στις ναυλώσεις ενδέχεται να μειώσουν τα έσοδα του ελληνόκτητου στόλου κατά 1%. Η απρόσκοπτη ροή εμπορευμάτων από την Ασία μέσω Σουέζ προς την Ευρώπη παραμένει κρίσιμη για τα logistics και το λιανικό εμπόριο.
Οι οικονομικές απώλειες για την Ελλάδα σε ένα σενάριο τρίμηνης διάρκειας πολεμικής έντασης υπολογίζονται σε 2,1-2,6 δισ. ευρώ, με μείωση του ΑΕΠ κατά 1%. Εάν οι συγκρούσεις συνεχιστούν κατά τους θερινούς μήνες, αναμένεται πτώση 10-15% στις τουριστικές αφίξεις, με απώλειες 600-800 εκατ. ευρώ και πτώση 6% στα ετήσια τουριστικά έσοδα. Παράλληλα, μια αύξηση 20% στις τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου θα κοστίσει επιπλέον 1 δισ. ευρώ στις ενεργειακές εισαγωγές.
Στον τομέα του εμπορίου, οι αυξήσεις κόστους εισαγωγών, οι καθυστερήσεις στα logistics και οι περιορισμοί στη διακίνηση προϊόντων από την Ασία θα επιφέρουν απώλειες 200-300 εκατ. ευρώ στον κύκλο εργασιών και αύξηση 5-7% στο κόστος εισαγόμενων προϊόντων. Αυτά τα κόστη θα επιβαρύνουν τον πληθωρισμό. Επιπλέον, η αύξηση στρατιωτικής επιτήρησης σε Αιγαίο και Κύπρο δύναται να έχει περαιτέρω οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες.
Ο πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., Βασίλης Κορκίδης, δήλωσε στην ΕΡΤ: «Η Ελλάδα μπορεί να επηρεάζεται έμμεσα από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μ. Ανατολή, αλλά, λόγω της θερινής περιόδου, η οικονομία μας σίγουρα επηρεάζεται άμεσα. Ο τουρισμός μας ενδέχεται να δεχθεί σοβαρό πλήγμα σε last-minute κρατήσεις, αφού πρόκειται για ευαίσθητο τομέα στην “αντίληψη ασφάλειας”. Η “ενεργειακή αναστάτωση” επηρεάζει το κόστος της παραγωγής μας, που είναι και ο μεγαλύτερος οικονομικός αποδέκτης ενέργειας, λόγω της εξάρτησής μας από εισαγωγές. Το εμπόριο και η βιομηχανία επίσης επηρεάζονται σημαντικά από το κόστος της ενέργειας, την αύξηση του μεταφορικού κόστους, των καθυστερήσεων παραλαβής και παράδοσης, καθώς και για λόγους ασφαλείας στις υπηρεσίες logistics. Η Ελλάδα δέχεται γεωπολιτική και διπλωματική πίεση, αλλά πιστεύω πως γνωρίζει πως να κρατήσει ισορροπίες και να διαχειριστεί τον ρόλο της ως ενεργειακός και γεωπολιτικός κόμβος. Μακάρι να μείνουμε στα σενάρια και η κρίση να αποκλιμακωθεί, όσο είναι ακόμα διαχειρίσιμη.»