Πέμπτη, 28 Μαρτίου 2024

Μικρολίμανο: Όνομα βαρύ σαν ιστορία...

29 Μαΐου 2010
Μικρολίμανο: Όνομα βαρύ σαν ιστορία...

Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα το πιο γραφικό φυσικό λιμάνι του Πειραιά έχει αλλάξει τόσες ονομασίες όσα είναι και τα κομβικότερα σημεία της ιστορίας του τόπου. To αρχικό του όνομα ήταν λιμένας της Μουνιχίας, η οποία, σύμφωνα με την επικρατέστερη φήμη, προέκυψε από τον ήρωα Μούνιχο, που κατέλαβε το λόφο (σημερινή Καστέλλα), ανέγειρε στην κορυφή του το ναό της Αρτέμιδας (κάποιοι λένε ότι βρισκόταν στην παρούσα θέση του Ν.Ο.Ε.) και αργότερα παρέδωσε την περιοχή στους Μινύες, μία αρχαία ελληνική φυλή. Κατά την περίοδο του μεσαίωνα, οι Βυζαντινοί το αποκαλούν Φανάρι, πιθανώς λόγω της ύπαρξης φάρου ή φανού στην είσοδό του. Η «ρετσινιά» της ονομασίας Τουρκολίμανο τού κόλλησε τους δύο τελευταίους αιώνες της τουρκοκρατίας, γιατί οι τότε αρχές επέτρεπαν τον ελλιμενισμό μόνο οθωμανικών πλοίων. Βέβαια, μια άλλη εκδοχή της ιστορίας θέλει τον πασά του Πειραιά να προσφέρει αποκλειστικά την παραλία για να λούζεται το χαρέμι του, αποκλείοντάς την από τα πονηρά βλέμματα των περιοίκων. Μετά το 1830, όταν η Ελλάδα έγινε ανεξάρτητο κράτος, η επικρατούσα επωνυμία του, αλλάζει ξανά, αφού θυμίζει στους κατοίκους τους επί αιώνες κατακτητές τους. Για κάποιο διάστημα λέγεται λιμένας Κουμουνδούρου, λόγω της έπαυλης του Αλέξη Κουμουνδούρου που ήταν κτισμένη στο νοτιότερο άκρο του, εκεί που σήμερα δεσπόζει ο Ναυτικός Όμιλος Ελλάδος. Ωστόσο, η λαϊκή αυτή ονομασία δεν ικανοποιούσε το «αρχαιοκεντρικό» ιδεώδες της εποχής. Έτσι το 1926 συστάθηκε μια επιτροπή που αποφάσισε να επαναφέρει το Μουνιχία, το οποίο δεν κατάφερε να καθιερωθεί στη συνείδηση του λαού, λόγω του ότι ηχούσε άσχημα στη νεοελληνική. Το 1967, λοιπόν, ο χουντικός δήμαρχος, Αριστείδης Σκυλίτσης, επιβάλλει το όνομα Μικρολίμανο, το οποίο απέδιδε εύγλωττα το χαρακτήρα του.

Βόλτα στο Λιμάνι

Το Μικρολίμανο δεν είναι καν περιοχή, απλώς ορίζεται ως η κατάληξη του λόφου της Καστέλλας, αποτελώντας μία προκυμαία ανάμεσα στο Πασαλιμάνι και το Ν. Φάληρο που κρατάει ζωντανή την ανεπανάληπτη εποχή των ιστίων. Ξεκινώ τη βόλτα μου από το επιβλητικό Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής. Τα cafes και τα εστιατόρια που υπάρχουν διάσπαρτα γύρω από τις Ολυμπιακές εγκαταστάσεις είναι μοντέρνα με new age στοιχεία. Διασχίζω την ξύλινη γεφυρούλα, προσπερνάω το Δελφινάριο -το θέατρο το οποίο έχει γίνει γνωστό για τις επιθεωρήσεις που ανεβάζει το καλοκαίρι- και τα βήματά μου με οδηγούν στην Παναγιά τη Μυρτιδιώτισσα, το «σημείο αφετηρίας» του Μικρολίμανου. Τα πρώτα μαγαζάκια έχουν στηθεί μπροστά στην εκκλησία, κατά μήκος της μικρής και «τυφλής» Ακτής Δηλαβέρη, δημιουργώντας μια πιάτσα με σύγχρονα maximal cafe-bars. Μου φαίνονται λίγο παράταιρα σε σχέση με αυτό που περίμενα να δω, γνωρίζοντας ότι εκεί «ξεφύτρωσαν» οι πρώτες ταβερνούλες. Μια από τις πιο γνωστές είναι ο Δουράμπεης, ο οποίος, ανακαινισμένος πλέον, συνεχίζει απτόητος την πορεία του από το 1932. Γενικά, η διακόσμησή τους είναι κάπως βαριά και κινείται σε σκούρες αποχρώσεις, λες και ποντάρουν στη δημιουργία ενός πιο χειμωνιάτικου στεκιού. Ωστόσο, τα τραπεζάκια στον πεζόδρομο, τα φιλικά καλωσορίσματα με τα κατάλευκα χαμόγελα και οι δυνατές μουσικές δημιουργούν την αίσθηση παραλιακής πιάτσας, ακόμα κι αν δεν χαίρουν θέας στη θάλασσα. Κατηφορίζοντας στο «κυρίως» Μικρολίμανο, η εικόνα με δικαιώνει. Σπιτάκια αμφιθεατρικά κτισμένα στο λόφο, αγκυροβολημένα κότερα και μικρά καΐκια με ψαράδες που ξεμπλέκουν τα δίχτυα τους, μυρωδιά από ψητό χταποδάκι η οποία αναμειγνύεται με αυτήν του ιωδίου και δεκάδες μαγαζάκια που λειτουργούν κατά μήκος της παραλίας θυμίζουν νησί. Αμέσως αντιλαμβάνομαι πως, ακόμα και σήμερα, το Μικρολίμανο είναι μια περιοχή δύο κοινωνικοοικονομικών ταχυτήτων. Από τη μια, ο Ναυτικός και ο Ιστιοπλοϊκός Όμιλος που στέκονται επιβλητικοί και χαρακτηριστικά απομακρυσμένοι από τις ψαροταβέρνες κι από την άλλη, επιχειρήσεις που προσπαθούν να μείνουν αναλλοίωτες στο χρόνο προσφέροντας, εκτός από θέα και νόστιμο φαγητό, την αίσθηση μιας άλλης εποχής. Στα ίδια μέρη όπου μπορείς να συναντήσεις την Oprah Winfrey, τη Liza Minelli, τον Jean Paul Gaultier ή τον πρωθυπουργό, θα δεις τους ψαράδες να «τσακώνονται» για τις θέσεις τους, οικογένειες που βγήκαν για το κυριακάτικο ψαράκι και τους παραδοσιακούς «κράχτες» που προσπαθούν να σε δελεάσουν ώστε να προτιμήσεις το δικό τους μαγαζί. Όπως είναι φυσικό, το στοιχείο της νεωτερικότητας δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη αυτή την περαντζάδα, η οποία υποκύπτει σιγά σιγά στις τάσεις του minimal και του gourmet. Κάποιες από τις πάλαι ποτέ ταβερνούλες με τους ουζομεζέδες και τις ψάθινες καρεκλίτσες μετατράπηκαν σε μοντέρνα restos, mainstream καφετέριες, που το βράδυ «παίζουν» νεολαϊκά και τσιφτετέλια, και after κρεπερί, δημιουργώντας ασυνέχεια στο τοπίο, προσφέροντας παράλληλα πλήθος επιλογών για όλες τις ώρες της ημέρας. Από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές είναι αυτή που αντικρίζει κανείς τα μεσημέρια του Σαββατοκύριακου. Τότε ο ήδη στενός δρόμος της Κουμουνδούρου, ο οποίος χωρίζει τον κυρίως από τον παραλιακό χώρο των καταστημάτων, πήζει από αυτοκίνητα και μηχανές. Το αποτέλεσμα είναι τα φορτωμένα με δίσκους γκαρσόνια να τον διασχίζουν διαρκώς βάζοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους, μόνο και μόνο γιατί τα παραθαλάσσια τραπέζια μονοπωλούν το ενδιαφέρον των πελατών. Η καλύτερη στιγμή, βέβαια, έρχεται όταν αρχίζει να σουρουπώνει και το σκηνικό αλλάζει με έναν τρόπο σχεδόν μαγικό. Ο ουρανός σκοτεινιάζει, τα πυροφάνια και οι φωτισμένες μαρκίζες λάμπουν. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή αδιαφορώ για τις μουσικές και τη φασαρία και αφήνομαι στον ήχο του παφλασμού των κυμάτων, κλείνω βαθιά μέσα μου την ευωδιά του καλομαγειρεμένου φρέσκου ψαριού και ονειρεύομαι το επερχόμενο καλοκαίρι...

 

Athens Guide

Ροή ειδήσεων

Share