Σάββατο, 20 Απριλίου 2024

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ - ΣΤΑΘΗΣ ΨΑΛΤΗΣ: «Δέχτηκα πολύ μεγάλο πόλεμο από πολύ σπουδαίους πρωταγωνιστές»!

13 Μαρτίου 2013
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ - ΣΤΑΘΗΣ ΨΑΛΤΗΣ: «Δέχτηκα πολύ μεγάλο πόλεμο από πολύ σπουδαίους πρωταγωνιστές»!

Ο Στάθης Ψάλτης μιλά στην εφημερίδα NEWS για πρώτη φορά για τα παιδικά του χρόνια, την απόφαση να μπαρκάρει στα 13, τον πρώτο του γάμο στα 17, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην πορεία του στο θέατρο αλλά και για τα μελλοντικά του σχέδια!

Συνέντευξη στον Μπάμπη Δούκα

Καταρχήν, ποιος είναι ο Στάθης Ψάλτης; Πού γεννηθήκατε, πού μεγαλώσατε;
Ο Στάθης Ψάλτης είναι ηθοποιός, ηθοποιός υπήρξε από πολύ μικρός. Από τα παιδικά του χρόνια στο Βέλο Κορινθίας, τότε που έβλεπε τον κινηματογράφο να έρχεται στο χωριό και μάζευε τις καρέκλες για να δει δωρεάν την ταινία. Ό,τι έβλεπα, γυρνώντας μετά στο σπίτι προσπαθούσα να το μιμηθώ. Είχα ένα μικρό ποδήλατο που το γύρναγα ανάποδα και χρησιμοποιώντας μια σερπαντίνα για ταινία προσπαθούσα να φτιάξω τη δική μου κινηματογραφική μηχανή. Γύρναγα το πετάλι και ταυτόχρονα πήγαινα στον τοίχο και «έπαιζα» αυτό που είχα δει. Είχα από μικρός το μικρόβιο, σχεδόν από τη μήτρα της μάνας μου. Ήξερα πως θα ασχοληθώ με αυτό, παρότι έκανα και πολλές άλλες δουλειές.

Ποιες άλλες δουλειές, δηλαδή;
Έχω κάνει πολλά πράγματα: Δούλεψα στην οικοδομή, σε τσαντάδικο, σε καταστήματα, μέχρι που στα 13 μου χρόνια ήθελα να αρπάξω τη ζωή από τα μαλλιά και μπάρκαρα. Επιθυμούσα να φύγω γενικά από την Ελλάδα. Πήγα σε ένα εμπορικό πλοίο και ταξίδεψα σε όλες τις θάλασσες του κόσμου. Εκείνη την περίοδο σκεφτόμουν πως την ίδια ώρα που κάποια άλλα παιδιά έπαιζαν με τα παιχνίδια τους, εγώ πάλευα με τα κύματα. Αρχικά ήμουν καμαρότος -δούλευα περίπου 20 ώρες το 24ωρο- και στη συνέχεια παρακάλεσα τον καπετάνιο να μου αλλάξει θέση. Έτσι έγινα βοηθός λαδά στις μηχανές του πλοίου. Βέβαια, ήταν τεράστια εμπειρία για εμένα αυτά τα δύο χρόνια που έλειψα. Γνώρισα χαρακτήρες, μέρη...

Σας επηρέασε ή σας αλλοίωσε το χαρακτήρα αυτή η εμπειρία στη θάλασσα;
Ευτυχώς από πάρα πολύ μικρός είχα δυνατό και αποφασιστικό χαρακτήρα. Βλέπεις, είχαν χωρίσει από πολύ νωρίς οι γονείς μου, στα 10 μου, γεγονός που με έκανε να ωριμάσω απότομα. Είχα ατσάλινο χαρακτήρα και ήμουν πολύ προσεκτικός σε οτιδήποτε έκανα.

Και η περιπέτεια στη θάλασσα πώς τελείωσε;
Είχα πάρει άδεια όσο το πλοίο ήταν δεμένο στο Πέραμα για να πάω να δω τον πατέρα μου. Όταν έφτασε η μέρα για να φύγω, θυμάμαι βγήκα έξω από το σπίτι και περίμενα το λεωφορείο. Κάθισα πάνω στη βαλίτσα μου και άρχισα να σκέφτομαι διάφορα. Άφησα να περάσουν έξι λεωφορεία μέχρι τη στιγμή που ένιωσα το χέρι του πατέρα μου να με ακουμπάει. Και τότε, με δακρυσμένα μάτια μου είπε: «Παιδί μου, εσύ θα τρως την ελιά και εγώ το κουκούτσι». Μετά από αυτό άφησα τη θάλασσα και πήγα στο επτατάξιο νυχτερινό σχολείο, ενώ τη μέρα δούλευα.

Και η υποκριτική πώς προέκυψε;
Σχεδόν από σύμπτωση. Στο τέλος του σχολείου, ο Κώστας Αθανασόπουλος με πήρε κυριολεκτικά από το χέρι και με πήγε στην οντισιόν του «Εθνικού Θεάτρου» όπου έψαχναν τότε για ταλέντα. Εγώ βέβαια είχα άλλα σχέδια, ήθελα να γίνω ψυχολόγος. Με γοήτευε αυτός ο κλάδος και είχα διαβάσει χιλιάδες βιβλία. Ωστόσο, ο Κώστας με «τράβηξε» μέχρι τα σκαλιά του «Εθνικού» στην Αγίου Κωνσταντίνου, μια μόλις μέρα πριν τις εξετάσεις. Εκείνος με πήγε και στο παράρτημα του «Εθνικού Θεάτρου», στη Σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη, όπου εκεί ήταν η Αρώνη, ο Κωτσόπουλος, η Χατζηαργύρη κ.ά. Εκεί, μου έδωσαν ένα κομμάτι του Τένεσι Ουίλιαμς από το «Γλυκό πουλί της νιότης». Το διάβασα, το έμαθα, το έπαιξα. Τότε με ρώτησε ο Μιχαηλίδης αν γνώριζα το έργο. Του απάντησα όχι, όπως και στις επόμενες ερωτήσεις που μου έκανε για τον συγγραφέα αλλά και τον ήρωα που μόλις είχα υποδυθεί. Έτσι ένιωσα και έτσι έπαιξα. Δίνω, λοιπόν, μετά εξετάσεις και περνάω πρώτος στα ταλέντα. Έπειτα σπούδασα και ξεκίνησα την πορεία μου.

Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε και πώς ήταν το ξεκίνημα της καριέρας σας; Υπήρχαν άτομα που σας βοήθησαν;
Υπήρξαν πάρα πολλές. Δέχτηκα μεγάλο πόλεμο από πολύ σπουδαίους πρωταγωνιστές. Αυτός που με κράτησε και έβαλε τα στήθη του μπροστά για να με προστατέψει ήταν ο συχωρεμένος ο Λειβαδάς. Ξεκίνησα κουβαλώντας ένα καφάσι στην παράσταση «Η Χαμογελαστή Αντάρτισσα και οι Αμερικάνοι», όπου δεν είχα καν ατάκα, αλλά μέχρι να το αφήσω στη σκηνή ο κόσμος είχε πεθάνει στο γέλιο. Στη δεύτερη επιθεώρηση μού έδωσαν το ρόλο ενός Κινέζου που έλεγε μόνο τη φράση «Τακατίκι, τακατίκι, τακατίκι, τακατό», όπου επίσης γινόταν χαμός. Μετά, έκανα συνέχεια επιτυχίες, παρότι εξακολουθούσα να δέχομαι πόλεμο. Εκεί, όμως, που πιστεύω πως απογειώθηκα ήταν στην παράσταση «Τραγούδα θεατρίνε» μαζί με τον Τόλη Βοσκόπουλο, στον οποίο οφείλω ένα πολύ μεγάλο «ευχαριστώ» που με άφηνε να κάνω και να λέω ό,τι θέλω. Ήταν περίπου γύρω στο 1978, στο θέατρο «Βέμπο». Ειδικά η σκηνή που κάναμε τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα έχει μείνει αξέχαστη σε όσους την είχαν παρακολουθήσει. Ο Τόλης Βοσκόπουλος, αυτός ο γλυκύτατος άνθρωπος που αγαπούσε τους καλλιτέχνες, με εδραίωσε και πραγματικά τον ευγνωμονώ, του χρωστάω πάρα πολλά. Μετά από αυτό έπαιξα κλασικό ρεπερτόριο, Σαίξπηρ, τον «Καλιγούλα» του Αλμπέρ Καμί, «Τσβάιχ», αρχαία τραγωδία και πολλά άλλα.
Και το 1980 προέκυψε και ο κινηματογράφος. Πώς βιώσατε αυτή την περίοδο ως ηθοποιός και ως άνθρωπος;
Ήταν μια περίοδος που έκανα μόνο ταινίες και τη βίωσα πάρα πολύ όμορφα, με τον Δαλιανίδη, τον Θαλασσινό και με πολλούς άλλους σκηνοθέτες πέρασα πάρα πολύ ωραία. Παρότι δεν παίρναμε και πάρα πολλά χρήματα εγώ ήθελα να γίνω γνωστός γι' αυτό συμμετείχα κυρίως σε εκείνες τις ταινίες. Έκανα περίπου 13 φιλμ ως πρωταγωνιστής. Αφού κατάφερα να γίνω αναγνωρίσιμος έπαιξα σε όλα σχεδόν τα θέατρα της Αθήνας. Από το 1985 και έπειτα το όνομά μου ήταν πρώτο σε όλες τις μαρκίζες. Αν και δεν έχει σημασία μόνο το πρώτο όνομα, σημασία έχει το τι δίνεις στον κόσμο και πώς αυτός σε βλέπει. Η τύχη και το ταλέντο με βοήθησαν να είμαι το πρώτο όνομα, παρότι φοβόμουν.

Τι ακριβώς φοβόσασταν;
Ο μεγαλύτερός φόβος μου ήταν πώς θα με αποδεχτεί μόνο μου ο κόσμος στο θέατρο. Μια περίοδο, μάλιστα, για να μην είμαι εντελώς μόνος πήρα και τον Νίκο Ρίζο στο θίασο και του είπα «Νίκο μου, θα είσαι εσύ το πρώτο όνομα και εγώ το δεύτερο». Τότε αυτός μου απάντησε: «Στάθη μου εγώ είμαι το καρβουνάκι, εσύ είσαι η ατμομηχανή. Εσύ πρέπει να μπεις πρώτος». Και πραγματικά πήγαμε πάρα πολύ καλά. Και ακολούθησαν πολλές ακόμα παραστάσεις, ξεπερνώντας τους φόβους μου. Και κατάφερα να περάσω από όλα τα είδη θεάτρου με πολύ μεγάλη επιτυχία.

Υπήρξε κάποια παράσταση ή κάποιος άνθρωπος που σας σημάδεψαν στο θέατρο;
Ο Θύμιος Καρακατσάνης στο έργο «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη. Ήταν μια παράσταση που γνώρισε την αποθέωση και μια σπουδαία εμπειρία δίπλα σε αυτόν τον μεγάλο ηθοποιό που δυστυχώς «έφυγε» από τη ζωή. Η σχέση μου με τον Καρακατσάνη ήταν ίσως η μεγαλύτερη αγάπη που ένιωσα ποτέ στη ζωή μου. Έλεγαν ότι είναι παράξενος κ.ά. αλλά ήταν παράλληλα και ψυχούλα. Δεν είχε καμιά κακία και καμιά εμπάθεια με κανέναν. Ήταν ο τρόπος του τέτοιος. Τον λάτρεψα και με λάτρεψε. Τέτοια αγάπη δεν είχα νιώσει ποτέ από κανέναν συνάδελφο, αν μπορώ να αποκαλώ τον Θύμιο συνάδελφο.

Προτιμάτε τους κωμικούς ή τους δραματικούς ρόλους;
Εφόσον μπορώ να περνάω από το δράμα στην κωμωδία και από εκεί στην πρόζα, μετά στην τραγωδία και σε άλλα είδη, δεν έχω κανένα πρόβλημα. Κάποιοι λένε πως αυτό είναι ευκολία. Δεν είναι ευκολία, είναι ταλέντο! Ευτυχώς, ο Θεός όχι μόνο με κοίταξε την ώρα που γεννήθηκα αλλά με χάιδεψε κιόλας και μου έδωσε όλα αυτά τα χαρίσματα. Και έχω μάθει να είμαι ευγνώμων.

Αν μπορούσατε να γυρίσετε το χρόνο πίσω, θα αλλάζατε κάποιες από τις επιλογές σας;
Δεν θα άλλαζα και δεν θα πρόδιδα απολύτως τίποτα. Σε ό,τι κι αν έχω κάνει έχω αφήσει ένα κομμάτι της καρδιάς μου.

Όταν σβήνουν τα φώτα πώς είναι ο Στάθης Ψάλτης;
Αυτή είναι μια δύσκολη σκηνή για κάθε καλλιτέχνη, όταν κλείνουν τα φώτα. Νιώθει μοναξιά ο καλλιτέχνης. Η μεγαλύτερη επιβράβευση είναι, άλλωστε, να αποδέχεται το άδειο θέατρο όταν θα φύγει ο κόσμος. Στη ζωή μου γενικότερα είμαι ήρεμος.

Αν δεν κάνω λάθος είχατε παντρευτεί στα 17 σας...
Ήταν μια νεανική τρέλα αλλά μου άφησε τη μεγαλύτερη χαρά της ζωής μου, την κόρη μου. Την οποία την πάντρεψα και μου χάρισε και ένα εγγονάκι. Ήταν σαν να ξαναγεννήθηκα.

Συχνά σας βλέπουμε να παίρνετε θέση και για διάφορα κοινωνικά θέματα. Είστε αισιόδοξος για το μέλλον;
Έτσι όπως έχουν γίνει τα πράγματα δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος. Δεν περιμένω τίποτα και από κανέναν. Περιμένω ακόμα χειρότερες εξελίξεις. Ζούσαμε μέσα σε μια ουτοπία.

Αν σας έλεγαν να υποδυθείτε έναν Έλληνα ηθοποιό ποιον θα επιλέγατε;
Θα υποδυόμουν τον Γιώργο Παπανδρέου, που δεν αγάπησε καθόλου τους Έλληνες και την Ελλάδα. Βέβαια τα όσα έκανε, οφείλονται στο γεγονός πως δεν έχει ελληνικό αλλά αμερικάνικο αίμα.

Πλέον, σας βλέπουμε στην επιθεώρηση «Γίναμε Βουλή Καλλιγραφία». Είναι για εσάς η σάτιρα μια μορφή έκφρασης;
Σαφώς. Και μορφή θέσης. Μου αρέσει και να παίρνω θέση και να σαρκάζομαι και να γίνομαι γελωτοποιός. Όσον αφορά στην παράσταση, εδώ στο θέατρο «Ζίνα», συνεργάζομαι με πολύ αξιόλογους συναδέλφους όπως τον Βασίλη Κούκουρα, την Σόφη Ζανίνου, τη Χριστίνα Ψάλτη, την Πέννυ Σταθάκη, την Τίσσα Βασιλάκη, τη Μαρία Σικιανάκη, τον Ντίνο Σπυρόπουλο και τον Βασίλη Ζωνόρο. Είναι ένας πολύ καλός θίασος και μια ευχάριστη παράσταση με πάρα πολύ γέλιο. Οφείλουμε, όμως, πέρα από το γέλιο να κάνουμε τον κόσμο να προβληματιστεί. Όμως, όσο και να θέλουμε να γελάσουμε είναι τόσο βαριά η ταφόπλακα από πάνω μας που τελικά φαίνονται μόνο τα δόντια μας.

Από νέους Έλληνες ανθρώπους της Τέχνης ποιους ξεχωρίζετε;
Θαυμάζω αρκετά τον Γιώργο Κιμούλη και τον Λάκη Λαζόπουλο. Τους θεωρώ πολύ ταλαντούχους. Εν αντιθέσει με τους νεαρούς ηθοποιούς, μετρίου ταλέντου, που στην ουσία είναι απλώς μια... ζεστή τυρόπιτα!

Όσον αφορά στα μελλοντικά σας σχέδια;
Ετοιμάζω κάτι πολύ ενδιαφέρον και αισιόδοξο, αλλά δεν μπορώ ακόμα να αποκαλύψω περισσότερα. Θα είναι πάντως κάτι εντελώς διαφορετικό από την Τέχνη, κάτι πολύ σπουδαίο...

ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΠΡΟΣΩΠΑ & ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ

 

Ειδήσεις

Ροή ειδήσεων

Share